Δευτέρα 9 Οκτωβρίου 2006

Εκδρομές και περιπέτειες

Την απόφαση την πήραμε πολύ γρήγορα! Πάμε; Φύγαμε! Δυο μέρες μετά φορτώσαμε το σαραβαλάκι, το κάναμε τροχόσπιτο και ξεκινήσαμε. Προορισμός Μονεμβάσια. Η απόσταση μεγάλη και δύσκολη για ένα τέτοιο αμάξι αλλά δε μας ένοιαζε κιόλας. Τετραήμερο θα πηγαίναμε για τη πλάκα μας. Χωρίς προγραμματισμό, με δυο sleeping bag μια σκηνή και όλα τα βασικά. Η πρώτη στάση 2 ώρες μετά ήταν στο Αρτεμίσιο για καφέ, ξεκούραση και τίποτα να τσιμπήσουμε. Παρατηρούσαμε μερικές από τις κοπέλες που είχαν σταματήσει στο σταθμό για τον ίδιο λόγο με μας. Αποφασίσαμε τι θα πάρουμε και πήγαμε να παραγγείλουμε. Ο άλλος πήγε για λίγο στη τουαλέτα και 'γω κάθισα στην ουρά για την παραγγελία. Μπροστά μου ήταν μια γοητευτική κοπέλα. Μακρύ σγουρό μαύρο μαλλί, λίγο πιο ψηλή από μένα με καλλίγραμμο σώμα. Ούτε αδύνατη, ούτε εύσωμη, απλά ιδανική μπορεί κάλλιστα να χαρακτηριστεί. Φτάνοντας στο ταμείο το μπέρδεμα της υπάλληλου πυροδότησε μια μικρό-συζήτηση. Τίποτα σπουδαίο. Συνεχίσαμε σε μια δυο κουβέντες περί διαδρομής και στάσεων. Ήρθε ο φίλος και οι δρόμοι μας χωρίσανε. Το τραπέζι της ήταν μερικά μέτρα παρακάτω. Αραιά και που κατάφερνα να ξεχωρίσω ότι δε την παρατηρούσα μόνο εγώ. Και εκείνη απαντούσε στο κοίταγμα μου. Την έπιασα κανα δυο φορές να κοιτάζει ίσως και λίγο πιο επίμονα. Σκέφτηκα ότι έτσι και αλλιώς σε λίγο φεύγουμε και συνέχισα τη κουβέντα με το φίλο. Μου έκανε κανα δυο σχετικές ερωτήσεις όπως και τα γνωστά ανδρικά σχόλια κλπ. 

Το απόγευμα καταφέραμε και φτάσαμε στη Μονεμβασία. Κουρασμένοι ψάξαμε ρωτήσαμε που μπορούμε να κατασκηνώσουμε. Δυστυχώς το ελεύθερο camping απαγορευότανε, έτσι πήγαμε στο Πορί. Μια ωραία παραλία λίγο πριν τη Μονεμβασία. Κάναμε ένα απογευματινό μπάνιο και αράξαμε στη παραλία. Λίγο πιο ξεκούραστοι ετοιμαστήκαμε για μια βόλτα. Βράδυ και ευκαιρία να δούμε την Μονεμβασία από μέσα. Η κωμόπολη μικρή αλλά πολλή ωραία, γραφική με τα λιμανάκια της και τα άπειρα rooms to let. Έμεινα λίγο έκπληκτος όταν την είδα και αυτή εκεί. Δε μας πρόσεξε την πρώτη φορά. «Θυμάσαι ρε εκείνη στο Αρτεμίσιο; Εδώ είναι». Αποφασίσαμε να κάνουμε καμιά δυο βόλτες μπας και τη ξαναβρούμε. Την δεύτερη φορά μας είδε και αυτή. Με μια φίλη της έκοβε βόλτες, όπως και εμείς άλλωστε. Ένα παιχνίδι σαν να άρχισε. Μια μας χάνανε μια τις χάναμε… Η ώρα περνούσε. 

Κατά τις 2 είχαμε αράξει στη γέφυρα της Μονεμβασίας. Ο φίλος ήταν αρκετά πιο κουρασμένος αν και δεν οδηγούσε (κάθαρμα)… είχε ξαπλώσει μάλιστα στο τοιχάκι της γέφυρας να ξεκουραστεί. Λίγη ώρα αργότερα πέρασε και εκείνη με την φίλη της. Τυχαία ή εσκεμμένα δε ξέρω, εικάζω ότι ήταν εσκεμμένο. Καθίσανε λίγο πιο πέρα από την άλλη πλευρά της γέφυρας. Δε πέρασε ένα τέταρτο και η φίλη της πέρασε μπροστά μας μόνη της. Ο άλλος παραπονέθηκε ότι δεν άντεχε άλλο και έφυγε για το αμάξι. Θα την άραζε εκεί λέει μέχρι να γυρίσω. 

Με έπιασε ένα μικρό άγχος αλλά σκέφτηκα ότι δεν έχω να χάσω και τίποτα. Σηκώθηκα και την πλησίασα. Καθότανε κοιτώντας το κάστρο. Κάθισα δίπλα της. Σα να γνωριζόμασταν. Αρχίσαμε μια συζήτηση, συστηθήκαμε στα γρήγορα. Δεν άντεχα να μη κοιτάω τα υπέροχα χείλια της. Το γλυκό της πρόσωπο. Το λιγοστό φως την έκανε να δείχνει ακόμα πιο όμορφη, την κολάκευε όσο δε γινότανε άλλο. Το ύφος της επίσης γλυκό και γοητευτικό ταυτόχρονα. Η συζήτηση γρήγορα κινήθηκε σε ρομαντικούς ρυθμούς και ακόμα πιο γρήγορα σε ερωτικό παιχνίδι. Μου ψιθύρισε στο αυτί ότι της αρέσουν πάρα πολύ το άγριο και ο πόνος. Μια τεράστια αντίφαση. Αυτό το γλυκό πλάσμα ήθελε να το πονάνε, ήθελε κάτι άγριο, έντονο και παθιασμένο. Δε κρατήθηκα άλλο, σα να πήρα το πράσινο φως. Σα να βγήκε από μέσα μου ένας άλλος εαυτός. Την έπιασα από το μαλλί και το πρόσωπο και έφερα τα χείλια της απότομα στα δικά μου. Δεν αντιστάθηκε καν. Το φιλί γινότανε όλο και πιο παθιασμένο όλο και πιο πρόστυχο. Σύντομα ανέλαβε εκείνη τα ηνία στο φιλί. Πρώτη φορά ένιωθα να με φιλάνε τόσο πρόστυχα. Η γλώσσα της δεν εξερευνούσε πια, με έγλυφε και ανταπέδιδα. 

Το πήγα πιο μακριά. Έγλυψα τη γλώσσα της, την ρούφηξα, έγλυψα τα χείλια της και το πρόσωπο της. Την καταλάβαινα που ερεθιζότανε. Καθόμασταν πλαγιαστά, γύρισα προς αυτήν, την έφερα κοντά μου. Τα χέρια μου εξερευνούσαν το σώμα της ολόκληρο, ένιωθα το δροσερό της δέρμα να παίρνει φωτιά να ζεσταίνεται. Έτρεξα το χέρι μου στο στήθος της. Το τράβηξα, το πίεσα. Όσο πιο βίαιος γινόμουν τόσο πιο πολύ την έβλεπα να ερεθίζεται. Κατέβηκα πιο χαμηλά. Την ένιωσα τόσο υγρή, είχε μουσκέψει και το εσώρουχο της. Το έκανα στην άκρη απότομα και βίαια της έχωσα δυο δάχτυλα. Ένας βαθύς αναστεναγμός της ξέφυγε. Μου είπε «πιο δυνατά». Οι προηγούμενες εμπειρίες μου, έλεγαν πως μεγάλη πίεση εντός του κόλπου προκαλούν μεγάλο πόνο, εκείνη όμως όχι ήθελε πιο δυνατά, πιο πολύ. Δε το σκέφτηκα άλλο. Την πονούσα όσο πιο πολύ μπορούσα. Τα δυο δάχτυλα έγιναν τρία και τώρα τράνταζα το κορμί της από τον κόλπο της. Με το άλλο χέρι τράβαγα με δύναμη τα μαλλιά της. Δε τη φίλαγα πια αλλά την δάγκωνα. Όσο πιο βίαιος γινόμουν τόσο πιο πολύ την ένιωθα να ανάβει. Έβαλε το χέρι της στο πέος μου που είχε τόσο ερεθιστεί, πονούσα. Με έτριβε λίγο απαλά λίγο βίαια. Άνοιξε το παντελόνι μου και έβαλε το χέρι της μέσα. Ένιωθα το καυτό της χέρι να με ερεθίζει απίστευτα. Με στιγμιαίες κινήσεις αλλάξαμε θέσεις ακούμπησα στο κολωνάκι πίσω μου, εκείνη ήρθε πιο κοντά και με καβάλησε. 

Τριβότανε πάνω μου για αρκετή ώρα. Τα φιλιά πρόστυχα, την τσίμπαγα, την έσφιγγα, της τράβαγα το μαλλί και την έβλεπα να ανάβει όλο και πιο πολύ. Κάποιο αμάξι φάνηκε ότι θα περνούσε, έτσι μαζευτήκαμε λίγο απότομα. Δε ξέρω γιατί αλλά μου ήρθε και σηκώθηκα στον δρόμο. Μόλις πέρασε το αμάξι, με έφερε κοντά της, έβγαλε το πέος μου από το παντελόνι και το έβαλε όλο στο στόμα της. Σα να πνιγότανε μόνη της, έπιασα το κεφάλι της και άρχισα να τη γαμώ από το στόμα… με κοίταζε που και που στα μάτια και καταλάβαινα ότι της αρέσει. Την ήθελα και με ήθελε κολασμένα. Κάθισα ξανά στο τοιχάκι. Με καβάλησε και έβαλε το πέος μου μέσα της με δύναμη. Κάθισε τόσο απότομα που μου ήρθε να τελειώσω. Τόσο έντονο ήταν το παιχνίδι που δεν αντέξαμε, λίγα λεπτά μόνο και την ένιωσα να φτάνει σε οργασμό. Βαθιές, κοφτές αναπνοές, σιωπηρές κραυγές έβγαιναν από μέσα της. Κρατιόμουν από τα μαλλιά της. Τελείωσε. «Δε τελείωσες ακόμα» μου λέει. «Σήκω». Σηκώθηκα, «γάμησε με τώρα» και με πήρε στο στόμα της. Έβγαλα τόσο νεύρο από μέσα μου, όπως ποτέ ξανά. Ούτε λεπτό δε μου πήρε. Έχυνα μέσα της, εκείνη ασταμάτητη, όλο και πιο βαθιά. Την κράτησα δίπλα μου, εξουθενωμένοι και οι δυο, έπρεπε να φύγουμε, είχε πάει 4:00. Γύρισα στο αμάξι και εκείνη στο δωμάτιο της. Βρήκα τον άλλο να κοιμάται. Τον ξύπνησα και πήγαμε να αράξουμε στη παραλία. Δε στήσαμε σκηνή τελικά, μόνο τα sleeping bag στην άμμο.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

οι πιο όμορφες στιγμές είναι εκείνες που συμβαίνει το απροσδόκητο!