Τετάρτη 19 Αυγούστου 2009

Ζευγάρια στην άμμο

Λίγο πριν τη δύση του ήλιου το κόκκινο του φώς έχει χρωματίσει όλο τον ουρανό. Η άμμος ακόμα καίει από το ολοήμερο βασανιστήριο του καυτού ήλιου. Το κορμί της όμως αντέχει ακόμα και το βαθύ της μαύρισμα ανακλά το κόκκινο χρώμα αποκαλύπτοντας όλο της τον ερωτισμό. Χωρίς να αντισταθεί στο θέαμα αυτό την πλησίασε και την γύρισε από μπρούμυτα. Εκείνη χαμογέλασε στο έντονο του βλέμμα
-τι θες τώρα;
-έλα πάμε να βουτήξουμε. Είναι η καλύτερη ώρα τώρα.

Την έπιασε από το χέρι και την τράβηξε να σηκωθεί. Τον ακλούθησε στα φωτισμένα από τον ήλιο νερά. Η θάλασσα σχεδόν ζεστή και λίγο δροσερή, σε μια κατάλληλη θερμοκρασία για να μείνεις μέσα αρκετή ώρα. Πιάστηκε πάνω του τον αγκάλιασε από πίσω και μαζί προχώρησαν πιο βαθιά. Την απομάκρυνε λίγο από πάνω του και βούτηξε. Εκείνη συνέχισε πιο σιγά και σταδιακά βρέθηκε να κολυμπά δίπλα του. Την έφερε κοντά του και την έβαλε να τυλιχτεί γύρο του. Σχεδόν μέχρι τους ώμους τους έβρεχε η θάλασσα ίσως και λίγο πιο ψηλά. Είχε τώρα τυλιχτεί πάνω του σφιχτά. Φιλήθηκαν και πάλι, αυτή τη φορά κρατούσε πολύ τα χείλι και οι γλώσσες τους μπλέχτηκαν. Του άρεσε να ρουφά τα χείλι της τώρα με την αλμύρα της θάλασσας να τα κάνει ακόμα πιο γευστικά. Δοκίμασε ακόμα μια φορά και τη γεύση της γλώσσας της και πάλι αυτή η αλμυρή γλύκα γέμισε το στόμα του.

Μέσα από το μαγιό του ένιωθε την στύση του ανάμεσα στα πόδια της να την ερεθίζει. Μαζί με το κρύο της θάλασσας ένιωθε ένα δυνατό ερεθισμό να την κατακλύζει. Σε λίγο τα δάχτυλα του βρέθηκαν να παραμερίζουν το μαγιό της.
-Τι κάνεις τώρα;
-θα δεις
-Εδώ τώρα; Μες τον κόσμο
-Ναι τώρα.

Ένιωσε το άγγιγμα του μέσα της βαθιά. Δροσερό και τόσο καυτό που έκλεισε τα μάτια της προσπαθώντας να κρατηθεί να μη δείξει τι συμβαίνει. Τα δάχτυλά του την ερέθιζαν τόσο πολύ. Ήξερε που να την αγγίξει ακριβώς να την κάνει να τρέμει. Και τώρα αυτή τη στιγμή μες τη θάλασσα της φαινόταν ακόμα πιο ερεθιστική. Ένιωθε αυτό το έντονό του άγγιγμα να την ακουμπά απαλά και δυνατά να την χαϊδεύει έντονα και τόσο ερεθιστικά που την έκανε να ξεχάσει που ήταν και ποιος ήταν γύρω της. Σταμάτησε και τράβηξε από το μαγιό του το ερεθισμένο του πέος, μπήκε αργά μέσα της καθώς δεν ήθελε με έντονες κινήσεις να φανεί στους γύρο τι συμβαίνει. Οι κινήσεις τους περιορίστηκαν κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας όμως η απλή αυτή αίσθηση διαρκούσε όσο μια έντονη βραδιά και για τους δύο.

Τα χέρια του τη στήριζαν και της έδιναν τον ρυθμό που χρειάζονταν. Τα χείλι τους πάλι έμπλεκαν μεταξύ τους και γεύονταν ο ένας την αλμυρά του άλλου. Ένιωθε τα χέρια του να την βαστάνε γερά και να βρίσκονται σ όλο της το κορμί. Την κρατούσε τώρα από πίσω της και έμπαινε μέσα της πιο δυνατά. Δυο δάχτυλα του γλίστρησαν από πίσω και της προκάλεσαν ακόμα περισσότερη ηδονή. Κρατήθηκε γερά πάνω του και κλείνοντας τα μάτια της ένιωσε τον οργασμό της να κυλά στις φλέβες τις. Δεν έδινε πια σημασία αν την κοίταγε κανείς ή όχι. Τον αγκάλιασε δυνατά και σφιχτά και έπνιξε μέσα της μια πολύ δυνατή κραυγή τελειώματος.

Κράτησε και εκείνον μέσα της μέχρι του λίγο ακόμα και ένιωσε το σπέρμα του καυτό να την καίει και το δροσερό της θάλασσας να της δημιουργεί αναστατωτικες εναλλαγές στο κορμί της.

Την άφησε λίγο αργότερα και κολύμπησαν προς την ακτή. Εκείνη βγήκε πρώτη ενώ αυτός την ακλούθησε λίγο αργότερα ξαπλώνοντας δίπλα της πάνω στην δροσερή τώρα άμμο.

Ένα άλλο ζευγάρι μόλις βούταγε στη θάλασσα. Ο ένας ήταν κάποιος που είχε περάσει δίπλα τους προηγουμένως με γυαλάκια αλλά δεν κάθισε πολύ…

Τρίτη 18 Αυγούστου 2009

Πρώτη και τελευταία

Το τελευταίο πράγμα που περνούσε από το μυαλό του είναι πως αυτή ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που θα την έβλεπε. Ίσως σε κάποια συζήτηση να του το είχε αναφέρει αλλά εκείνη την στιγμή όλο του το είναι είχε βυθιστεί στη ματιά της, στο πρόσωπό της στο κορμί της. Απολάμβανε κάθε της λεπτομέρεια μόνο κοιτώντας τη. Σα να είχε βρει ότι πιο τέλειο στη ζωή του και δε μπορούσε να το χορτάσει. Την παρατηρούσε και ήθελε τόσο πολύ να νιώσει στα δάχτυλά του το απαλό της δέρμα, την θέρμη του σώματός της. Να αγγίξει το υπέροχο πρόσωπό της.

Ακόμα πιο πολύ τον συνεπήρε το βλέμμα της. Ένιωθε να τον γδύνει, να τον ψάχνει, όπως έκανε ο ίδιος και για εκείνη. Θα είχαν περάσει ελάχιστα λεπτά από τη στιγμή που κάθισαν στο καναπέ ο ένας δίπλα στον άλλο σε εκείνο το μεγάλο καφέ που βλέπει στη θάλασσα. Με το έξτρα φώς του φεγγαριού να ανακλά πάνω της, την φαντάζονταν σα μια μικρή θεότητα που βρέθηκε στο δρόμο του έτοιμη να τον ταξιδέψει σε μέρη άγνωστα ακόμη για εκείνον.

Η ώρα περνούσε και όσο και να μιλούσαν για αδιάφορα θέματα, τόσο πιο πολύ χάνονταν μέσα της. Κάποια στιγμή σταμάτησε να βγάζει και νόημα ο λόγος, είχε ζαλιστεί από το κοίταγμά της. Τον μάγευε η παρουσία της ολόκληρη. Όμως κίνηση να την ακουμπήσει, να την τραβήξει πάνω του δεν έκανε. Του το είχε ζητήσει η ίδια να αντισταθεί να μην τη σαγηνεύσει άλλο γιατί δεν έπρεπε. Αυτή η σκέψη τον έτρωγε όλο και πιο πολύ. Πώς να της αντισταθεί, πώς να μην παρασυρθεί και να χαθούν ο ένας στον άλλο, να γίνουν αυτό το δυνατό «ένα», να αλληλοσυμπληρωθούν. Χωρίς να το καταλάβουν είχαν περάσει ώρες μαζί και αποφάσισαν να φύγουν.

Στο δρόμο χωρίς να το έχει καν καταλάβει την κρατούσε αγκαλιά και εκείνη περπατούσε δίπλα του σαν να ήταν μαζί χρόνια. Ήθελε να ξέρει πολύ τι σκέφτεται εκείνη την ώρα αλλά μόνο να μαντεύει μπορούσε.

Περπατούσαν μόνοι τους αρκετά, μέχρι που οι βοές του κόσμου, τα αυτοκίνητα, η φασαρία χάθηκαν. Σε μια κίνηση παράξενή σαν αστραπή κάπως την γύρισε προς το μέρος του, την κοίταξε με όλο του το είναι την έφερε τόσο κοντά του που τα χείλη τους συναντήθηκαν. Ένιωθε την καρδιά της να χτυπά, και να χέρια της να πιάνονται πάνω του σα να μην θέλουν να τον αφήσουν πότε ξανά. Ποιος παρέσυρε όμως ποιόν τώρα; Το φιλί τους έγινε έντονο, βαθύ, καυτό με γεύσεις που δεν είχαν ποτέ νιώσει. Αυτή η έλξη ίσως και να ήταν στις απαγορευμένες για την τόση της δύναμη που ένιωθαν.

Κρατούσε μόνο το πρόσωπό της με τα δύο του χέρια για να την έχει καθηλωμένη εκεί στα χείλη του, όμως σύντομα ξεχύθηκε πάνω της, την τύλιξε την αγκάλιασε, και άρχισε να ψάχνει το κορμί της. Εκείνη ένιωθε τόσο μουδιασμένη, τόσο έντονα καθηλωμένη που οι κινήσεις της ήταν ακόμα δύσκολες και μικρές. Της έδωσε μια παύση και την κοίταξε, ήθελε να δει πάλι τα μάτια της να τον κοιτούν έντονα. Μα αυτή τη φορά το βλέμμα της ήταν πιο δυνατό πιο ποθητό από πριν. Συμμετείχε και αυτή στην αποπλάνηση. Δεν την αποπλανούσε εκείνος, η ίδια τον είχε παρασύρει σε ένα έντονο πάθος.

Την άρπαξε από το χέρι και την τράβηξε σε μια σκοτεινή γωνιά του δρόμου. Ίσα ίσα το φώς του γεμάτου φεγγαριού περνούσε να φωτίσει τα πρόσωπά τους. Έπιασε τα δυο της χέρια και τα κόλλησε στο τοίχο. Μια ανάσα ξέφυγε από μέσα της έντονα. Ζύγωσε να την φιλήσει όμως εκείνη γύρισε το πρόσωπο της και χαμογέλασε. Προσπάθησε ξανά αλλά πάλι εκείνη τον απέφυγε. Όσο τον απέφευγε τόσο τον προκαλούσε να γίνει πιο δυνατός, να της κλέψει το φιλί. Άφησε τα χέρια της, την βούτηξε και παρ’ όλες τις αντιστάσεις της, βρέθηκαν τα χείλη τους κολλημένα να πονάνε από την ένταση τους. Τον αγκάλιασε και τον τράβαγε κοντά της. Τα χέρια της κατέβηκαν στη μέση του και με όση δύναμη είχε δε τον άφηνε να απομακρυνθεί χιλιοστό. Τυλίχτηκε πάνω του περνώντας και το ένα της πόδι γύρο του και μετά και το άλλο. Τα σώματα τους σχεδόν κόντευαν να γίνουν ένα. Οι κινήσεις τους συμπλήρωναν τον παθιασμένο τους χορό. Άφησε τα χείλη της και πέρασε στο λοβό του αυτιού τους, κατέβηκε και δάγκωσε το λαιμό της θέλοντας να πάρει όλη τη ζωή που έκρυβε μέσα της. Τα μάτια της έκλεισαν και οι ανάσες της έβγαιναν με πιο γρήγορο ρυθμό. Το δέρμα της τεντώθηκε και κι ένιωσε αυτή την μοναδική ανατριχίλα σε όλο της το κορμί. Μούδιαζε σε κάθε του φιλί σε κάθε του άγγιγμα.

Τραβήχτηκε βίαια ελάχιστα μακριά της. Το χέρι του πέρασε ανάμεσα τους και έλυσε τη ζώνη της. Φάνηκε λίγο να διστάζει στις κινήσεις του, άλλα πόσο να αντισταθεί πια. Ήθελε τόσο πολύ να του παραδοθεί ολοκληρωτικά που ήταν ήδη έρμαιο στις κινήσεις του και στα θέλω του. Άνοιξε απότομα το τζίν της και το κατέβασε αρκετά χαμηλά να μην εμποδίζει. Χάιδεψε τους μηρούς της, να νιώσει αυτή την υπέροχη αίσθηση τους. Έβλεπε πόσο απολάμβανε το χάδι του και τη βασάνισε ελάχιστα πριν ο ίδιος ξελύσει τη ζώνη του και το τζίν του. Τράβηξε το μικροσκοπικό της εσώρουχο κόβοντας το αυτό και την ανάσα της. Ήρθε κοντά της και οδήγησε τον εαυτό του στην είσοδό της αργά. Ένιωθε τη καυτή της ροή να τον καίει και δε μπορούσε άλλο να αντισταθεί. Την καταλάβαινε πως περίμενε να μπει μέσα της. Το αιδοίο της αγκάλιασε το πέος του ολοκληρωτικά σε μια απότομη κίνηση του. Και ο ρυθμός των κινήσεων τους παραχώρησε απόλυτη ηδονή. Όλα ήταν τόσο αργά αλλά και τόσο άγρια ταυτόχρονα. Έμπαινε μέσα της με δύναμη και έβγαινε με βασανιστικό τρόπο. Κάθε στιγμή έρχονταν όλο και πιο κοντά, ανακάτευαν τα είναι τους όλο και πιο πολύ. Τα φιλιά τους γέμισαν τόσο πάθος που θα έσκαγε και η πιο δυνατή καρδιά. Δάγκωνε τα χείλη της και το λαιμό της. Κρατήθηκε από τα μαλλιά της και έμεινε μέσα της να κινείτε σε έντονο ρυθμό. Τα νύχια της τον πονούσαν πάνω από το ρούχο του. Θα μπορούσαν να είναι μέσα του τελείως και να μη το έχει καταλάβει. Η ανάσα της βαριά έβγαζε τη φωτιά από το κορμί της έντονα σε κάθε της ήχο.

Σε μια στιγμή μικρής παύσης μαρτυρικά του ψιθύρισε πόσο πολύ τον θέλει. Κι εκείνος δε δίστασε καθόλου, έγινε μονομιάς δικός της κλέβοντας το κορμί και τη ψυχή της σ αυτό το παραλήρημα του έρωτα που ζούσαν εκείνη τη μοναδική στιγμή.

Έσφιξε τα μάτια της κλειστά και μια βαθειά φωνή βγήκε από μέσα της. Και μετά ξανά και ξανά τραβώντας τον να μείνει μέσα της όσο πιο πολύ όσο πιο βαθειά γίνεται. Ένιωθε τον κόλπο της να τον πιέζει να τον κατακλύζει και πριν προλάβει να ακούσει την τελευταία της κραυγή του πάθους της, το κορμί του την τράνταξε όπως δεν είχε κάνει τόση ώρα. Η βαριά του ανάσα μαρτυρούσε το τέλος του όπως και το κάψιμο που ένιωθε μέσα της. Κανείς δε ξέρει πόση ώρα έμειναν σε αυτή την τελική τους ένωση καθώς τους φάνηκε δύσκολο να αποχωριστούν. Η σκέψη στο μυαλό τους ήθελε συνέχεια μέχρι να μην αντέχουν και τα κορμιά τους να παραδοθούν σε λήθη.

Όταν την άφηνε αργότερα να φύγει αυτή η λάμψη στο πρόσωπό της ήταν ακόμα πιο έντονη ακόμα πιο δυνατή. Έφυγε στέλλοντας του ένα φιλί στον αέρα να το πιάσει.

Τετάρτη 5 Αυγούστου 2009

12 ώρες

-Δε θέλω να μιλήσουμε για τίποτα, δε θέλω να το συζητήσουμε, απλά άνοιξε την πόρτα και κάνε ότι θές.
-Εντάξει! Θα σε περιμένω την ώρα που είπαμε

Ήταν τα τελευταία λόγια αυτά καθώς δεν υπήρχε λόγος για κάτι παραπάνω. Ο σκοπός δεν ήταν να μιλήσουμε ούτε να γνωριστούμε παραπάνω για να νιώσουμε πιο οικεία. Αυτό θέλαμε να είμαστε άβολα σαν άγνωστοι που μοιράζονται την πρώτη τους εμπειρία μεταξύ τους. Ούτε για μια νύχτα, ούτε για πάντα.

Σκοπός ήταν το άγριο, αχόρταγο, έντονο, χωρίς ενδοιασμούς, ωμό πήδημα. Φαίνεται να μην έχει συναισθήματα και πάθος, όμως αντιθέτως κατέληξε να αναβλύζουν από μέσα του χίλια μύρια που δε τα είχαμε καν φανταστεί στη πρώτη συνομιλία.

Το χτύπημα στην πόρτα ακούστηκε στην αναμενόμενη ώρα. Δε το σκέφτηκα καθόλου, ούτε δίστασα λεπτό. Άνοιξα την πόρτα και την είδα εκεί να με κοιτά με ένα υπέροχο χαμόγελο. Χαμογέλασα και την κοίταξα για λίγο. Την πλησίασα, άρπαξα το μαλλί και την έφερα κολλητή στα χείλη μου. Σαν άμεση ικανοποίηση τύλιξε το ένα της πόδι γύρο μου και σφίχτηκε πάνω μου. Τρίβονταν έντονα πάνω μου καθώς τα χείλι μας δαγκώνονταν. Τα χέρια μου εξερευνούσαν για πρώτη φορά το κορμί της. Το λείο δέρμα της. Σήκωσα το μικρό φόρεμα για να ανακαλύψω ένα μικροσκοπικό κομμάτι ύφασμα για εσώρουχο. Ήθελα να το σκίσω εκείνη τη στιγμή όμως η ιδέα να το κάνω προς το παρόν στην άκρη μ ερέθιζε ακόμα πιο πολύ.

Ακόμα στην πόρτα ήμασταν, όταν με τα δάχτυλα μου έψαξα και βρήκα τη πίσω είσοδό της. Τα βούτηξα με μανία μέσα και την ένιωσα να της φεύγει μια βαθιά ανάσα. Με κοίταξε σαν να ντρεπόταν που βρισκόμασταν ακόμα στην είσοδο. Τη κοίταξα πιο άγρια και υποτάχθηκε. Την τράβηξα με τα δάχτυλα και την γύρισα να κοιτά προς τα έξω ενώ άνοιξα το παντελόνι μου. Γλίστρησα πίσω της δυνατά. Το περίμενε και το ήθελε, ήταν προετοιμασμένη. Ήξερα πως δε θα αντέξω στη πρώτη φορά αρκετά. Τόση ώρα την περίμενα και δεν είχα σκοπό να σπαταλήσω ενεργεία σε αυτοϊκανοποιήσεις. Κάθε μου κίνηση τράνταζε το κορμί της και την άκουγα να το απολαμβάνει. Άκουγα να μου λέει πως θέλει κι άλλο πιο πολύ πιο δυνατά. Τόσο πιο πολύ της έδινα. Την τράβηξα βίαια μέσα και έκλεισα την πόρτα, η αντοχή μου έφτασε στα όριά της. Την έσπρωξα στον τοίχο και την έβαλα να σκύψει στο πέος μου. Όχι μόνο δεν αντιστάθηκε αλλά τα μάτια της γυάλισαν. Με πολύ γρήγορες κινήσεις με κατάπιε ολόκληρο. Δε κρατιόμουν άλλο και ξεχύθηκα στο στόμα της στο λαιμό της στο πρόσωπό της. Δεν πίστευα αυτό που έβλεπα, αυτό που άκουγα. Το Απολάμβανε με τον πιο πρόστυχο τρόπο που ήταν δυνατό. Μάζεψε κάθε μου σταγόνα και την εξαφάνισε μέσα της με τόση απόλαυση.

Θα ήθελα κανονικά να καθίσω να ξεκουραστώ. Όμως μου διεγείρεις διαρκώς τη φαντασία με τόση σεξουαλικότητα που έχεις, που με κολλάς. Θέλω τώρα αμέσως κι άλλο. Είναι η σειρά σου τώρα να τελειώσεις να δω το κορμί σου να τρέμει. Χαμηλώνει πάλι και με ερεθίζει σαν να μην είχε συμβεί τίποτα πριν δυο λεπτά. Σε θέλω τώρα τόσο μα τόσο έντονα και βίαια. Σε πιάνω και σε πετώ στο πάτωμα. Πιάνω τα πόδια σου και σε διπλώνω καθώς καρφώνομαι μέσα σου δυνατά και πάλι. Με γρήγορες κινήσεις μπαινοβγαίνω και σε βρίζω. Όσο σε βρίζω τόσο πιο πολύ ανάβεις τόσο πιο κοντά στον οργασμό φτάνεις. Νιώθω τον υγρό σου κόλπο να πάλλεται, να σφίγγεται και να με δυσκολεύει. Τόσο πιο πολύ δυναμώνω. Βιασμός είναι αυτό μου λες και σ αρέσει. Σε καυλώνει καθώς βλέπω το κορμί σου να δυναμώνει να σφίγγει όλο και πιο πολύ. «Βίασε με ρε σκίσε με» φωνάζεις και από μέσα σου ο οργασμός ξεπηδά με φωνές που θα ακούσουν όλοι οι διπλανοί. Συνεχίζω έντονα χωρίς να σταματώ μέχρι να μη μπορείς να κουνηθείς άλλο. Βογκάς και το απολαμβάνω και ερεθίζομαι τόσο πολύ.

Δε θα τελειώσει έτσι αυτή η βραδιά, θα έχει πολλές συνέχειες ήδη σε θέλω πάλι και ξέρω θα με θες ξανά

Τρίτη 4 Αυγούστου 2009

Ηλιοβασίλεμα

Ο ήλιος ήταν λίγο πριν το βασίλεμά του. Η θάλασσα ανακλούσε το καυτό κόκκινο χρώμα του ενώ ο κόσμος στη παραλία τον παρατηρούσε να ετοιμάζεται να βουτήξει στα σκοτεινά νερά της. Θυμάμαι περνούσαμε ήδη αρκετή ώρα με τα χείλια μας να αγγίζονται και να πονάμε ο ένας τον άλλο για να δείξουμε το πάθος μας, την ένταση μας που είχαμε. Μια με γύριζες στην άμμο μια σε γύριζα σε ένα παράξενο παιχνίδι έρωτα και επίδειξης σε όλους τους γύρω. Μπορεί ήδη να μας κοιτούσαν μπορεί και όχι. Λίγο μας ένοιαζε. Πιο πολύ στο μυαλό μου ήταν τα δροσερά σου χείλη και το αλμυρό σου δέρμα.

Σε σταμάτησα και κάθισα λίγο να σε κοιτάξω. Θαύμασα όλο το υπέροχο κορμί σου από τα έντονα σου μάτια, το λεπτό λαιμό σου, το στητό σου στήθος. Το βλέμμα μου χάιδευε κάθε σου πιθαμή. Την κοιλιά σου, τα μακριά σου πόδια, το σημείο σου το κρυφό που τόσο λαχταρούσα να γευτώ ακόμα μια φορά.

Σηκώθηκα και σε τράβηξα μαζί μου, προχωρήσαμε και παίζαμε στη παραλία μέχρι που φτάσαμε στα αλλαχτήρια, απομακρυσμένα από το πολύ τον κόσμο. Είδα που δίστασες όπως έκανες κι άλλες φορές. Αλλά ήξερα πως μέσα σου ήσουν έτοιμη να εκραγείς, πως με θέλεις πιο πολύ από κάθε άλλη φορά. Σε τράβηξα μέσα και κλείνοντας τη πόρτα σε κόλλησα πάνω σου να μη μπορείς να κουνηθείς. Πήρα με μια ανάσα μου την ανάσα σου και την έκανα δική μου. Τα χέρια σου απλώθηκαν και δέθηκαν στο κορμί μου. Τα πόδια σου τυλίχτηκαν σχεδόν γύρω μου και πάτησες στο ξύλινο τοίχωμα. Σε θέλω τόσο πολύ, σε ποθώ αυτή τη στιγμή, δεν αντέχω πιο πολύ.

Έσκυψα στο λαιμό σου και δάγκωσα απαλά έως δυνατά το σημείο που περνάν οι φλέβες σου. Θέλω να πάρω από μέσα σου όλη τη ζωή να την αναταράξω και να στην δώσω πάλι. Σ ακούω που βαριανασαίνεις. Ξέρω με νιώθεις ανάμεσα στα υπέροχα σου πόδια σκληρό να θέλω να μπω μέσα σου ολόκληρος να σε πονέσω, να σε ταράξω.

Λύνω το κορδόνι από το μαγιό σου κι αποκαλύπτω την είσοδό σου. Με κοιτάς, με βλέμμα πόθου, με βλέμμα λάγνο. Νιώθω το χέρι σου στο πέος μου να με βουτά να με σφίγγει. Το περνάς μέσα από το μαγιό και με χαϊδεύεις. Πως καταφέρνει αυτό το άγγιγμα σου να κάνει τη καρδία μου να τρέμει. Το δροσερό σου άγγιγμα με ερεθίζει κι άλλο, οι κινήσεις σου μ ανάβουν πιο πολύ. Καθώς μου βγάζεις το πέος έξω και το οδηγείς στην είσοδό σου.

Σου αντιστέκομαι και με τραβάς. Μου λές πόσο με θες μέσα τώρα και σε νιώθω. Νιώθω το καυτό υγρό σου πάνω μου και σε θέλω τώρα σε ποθώ. Εκεί που περιμένεις να αντισταθώ μπαίνω απότομα μέσα σου. Τα μάτια σου προδίδουν την έκπληξη και την ηδονή σου. Είμαι μέσα σου βαθιά, σε πιέζω σα να θέλω να μπω κι άλλο. Η κίνηση είναι τώρα αργή και βασανιστική. Όμως σύντομα αλλάζει κι είναι όλο και πιο γρήγορή. Πριν λίγο μου έλεγες πως θα θελες να μείνω μέσα σου γιατί έτσι μόνο τελειώνεις και σου απαντούσα να μην είσαι τόσο σίγουρη. Τώρα γίνεται όλο και πιο γρήγορο και πιο έντονο. Σα να μη το πιστεύεις. Μη νομίζεις ούτε και γω το πιστεύω. Κρατώ το μαλλί σου σφιχτά και πάλι μέσα σου μένω λίγο και συνεχίζω δυνατά να σε τραντάζω να σε ερεθίζω.

Σταματώ λίγο και σε αφήνω να κατέβεις. Σε γυρνώ να κοιτάς στο τοίχωμα, πιάνω το μαλλί σου και γλιστρώ μέσα σου. Πιάνω και τη μέση σου και συνεχίζω δυνατά. Σε έχω τώρα δική μου να σε βασανίζω αγρίως. Θέλω να ακούω την ανάσα σου, το βογγητό σου που θα ξεσπά από τα σωθικά σου. Δεν αργεί πολύ, ήδη μου φωνάζεις πως δεν αντέχεις άλλο και ξεσπά μέσα σου ο οργασμός. Σχεδόν φωνάζεις, τα νύχια σου καρφώνονται πάνω μου καθώς με τραβάς μέσα σου να με νιώθεις. Νιώθω τους σπασμούς μέσα σου να με σφίγγουν. Μένω μέσα σου και περιμένω το τελείωμα σου. Έτοιμος είμαι να τελειώσω, όμως είναι μεγάλη απόλαυση να ακούω τον ερεθισμό σου να ξεσπά.

Κάθεσαι σχεδόν σωριασμένη στο ξύλινο τοίχωμα να ξεκουραστείς. Γυρνάς και με κοιτάς χαμηλώνοντας το βλέμμα σου. Ξέρω τι σκέφτεσαι και περιμένω. Το θέλω, θέλω να νιώσω αυτό το μοναδικό σου τρόπο να με παρασέρνει. Χαμηλώνεις αργά αργά και ξέρω πως τίποτα δε θα είναι αργό γιατί έχει άλλο σχέδιο εσύ, το κάνεις αλλιώς. Νιώθω αργά τα χείλη σου, τη γλώσσα σου να με ανάβει και δεν αργείς πολύ με παίρνεις με κάποιο παράξενο τρόπο ολόκληρο μέσα σου. Με παίρνεις γρήγορα και δυνατά, σ ακούω να πνίγεσαι και ξέρω πως σ αρέσει, το επιδιώκεις, το απολαμβάνεις και δεν αργώ, δεν προλαβαίνω καν να σκεφτώ ναι ξεχύνομαι μέσα σου. Σε κρατώ να βρίσκομαι βαθιά στο λαιμό σου και τελειώνω δυνατά με σπασμούς που μου δημιούργησες.

Αναρωτιέμαι ακόμα πως το καταφέρνεις, πως πετυχαίνεις αυτό το έντονο αποτέλεσμα…

Ακόμα μια φορά ο ήλιος έκαψε τον ουρανό, κοκκίνισε τη θάλασσα, βούτηξε και χάθηκε..