Oι περισσότερες θα σκεφτούν ή καλύτερα με αυτό το ύφος του "άντε καλέ" θα πουν πως δεν είμαι διόλου ντροπαλός και πως δεν υπάρχει περίπτωση να συμβαίνει σε μένα κάτι τέτοιο. Αντιθέτως θα εκφραστούν σα να έχω την μεγαλύτερη άνεση μαζί τους στην ομιλία και στην αποπλάνηση καλύτερα. Θα ήθελα και 'γω να το πιστέψω ή να το δω αλλά μάλλον επειδή δεν ξέρουν τι σκέφτομαι και δεν παρατηρούν τα πάντα ξεκάθαρα δεν το βλέπουν. Όποιος μπορεί να παρατηρήσει καλά, καταλαβαίνει ότι μόνο θάρρος δεν έχω τουλάχιστον στην αρχή. Ίσως μετά την γνωριμία ή και λίγο παραπέρα να χάνω την ντροπή μου και να ξεφεύγω. Όμως το μεγάλο βάσανο είναι αυτή η αρχή αυτό το πρωταρχικό ξεπέρασμα του εαυτού που χρειάζεται για να κινηθείς παραπέρα.
Από την άλλη βέβαια ίσως και πάντα να ήμουν τυχερός και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να μην χρειαζόμουν να βρεθώ σε μια κατάσταση που να τα κάνω όλα μόνος. Ή μήπως δημιουργούσα καταστάσεις που θα υπερπηδούσαν τα πρώτα εμπόδια. Εδώ μπορεί κανείς να πει ότι μάλλον αυτό έκανα. Μια κίνηση ανθρώπου που άλλοι θα χαρακτήριζαν δειλία, αλλά το αποτέλεσμα ήταν για εμένα το αναμενόμενο αν και δεν το περίμενα.
Κάποιες φορές σκέφτομαι ότι απλά χρειάζεται ένα μικρό βηματάκι παραπλήσιο ή κοντινό ώστε τα υπόλοιπα να έρθουν μόνα τους. Εκείνες τις ημέρες προτιμούσα τις παραλίες που θα έχουν λιγότερο κόσμο και ιδιαίτερα τις καθημερινές. Είχα βρεί την ιδανική, όχι πολύ μακριά από εμένα, μεγάλη και με ελάχιστους έως κανένα λουόμενους. Δεν την προτιμούσαν γιατί παρότι ήταν μια τεράστια αμμουδιά από άκρη σε άκρη, δυο μέτρα μέσα ο βυθός ήταν γεμάτος βράχια και ότι μπορεί να τα στολίσει το θαλάσσιο βασίλειο, ακίνδυνα και επικίνδυνα. Όμως δε με ένοιαζε, ήταν ένα μέρος που απλά έπρεπε να ξέρεις πως να μπεις και από πού. Κανείς δεν ενοχλούσε κανένα αν υπήρχε κιόλας. Πολλές φορές θα διέσχιζα την παραλία είτε κολυμπώντας στα βαθιά της, είτε περπατώντας. Πάντα όμως θα έφτανα μέχρι ένα συγκεκριμένο σημείο. Σχεδόν στην άλλη μακρύτερη άκρη της παραλίας ήταν πάντα η ίδια επισκέπτης. Την έβλεπα λοιπόν πάντα από μακριά ή τόσο κοντά ώστε να μην καταλάβει, κατ εμένα δηλαδή ότι φτάνω μέχρι εκεί για να κοιτάξω.
Την πρώτη φορά απλά ήθελα να περπατήσω, αλλά όταν έφτασα αρκετά κοντά σταμάτησα σαν να ζούσα πάλι την παιδική μου ηλικία. Ήταν μια γυναίκα λίγο μεγαλύτερη μου, σπάνια κοιτάζω μεγαλύτερες, το κορμί της καιγόταν στον ήλιο και έλαμπε από το αντηλιακό της. Σχεδόν καλλίγραμμη και πάντα ημίγυμνη. Κάποιες φορές αργότερα παρατήρησα ότι μπορεί και να μην ήταν καν ημίγυμνη. Έκανα τον αδιάφορο που απλά βολτάρει και γυρνούσα πίσω στην ομπρέλα μου. Όμως καθημερινά με έτρωγε να την δω, να την παρατηρήσω από κοντά ίσως και να την απολαύσω. Ήμουν σίγουρος ότι το μυαλό μου την έπλαθε καλύτερη από ότι ήταν, γιατί η απόσταση πάντα κρύβει όσα δε θα θέλαμε να δούμε.
Περάσαν σχεδόν δυο μήνες από την πρώτη φορά και δε μπορώ να πω ότι έχασα αρκετές καθημερινές που δεν επαναλάμβανα την ίδια διαδικασία παρακολούθησης μέχρι που αποφάσισα να πάω πιο κοντά. Η περιέργεια μου και όχι μόνο με έτρωγε. Δε μπορώ να το αρνηθώ και ούτε πρόκειται πως δεν είναι μόνο περιέργεια. Τουλάχιστον όταν δεν είσαι δοσμένος πουθενά, όπως λέμε καθημερινά, λιγουρεύεσαι. Παρ' οτι πάντα ήταν πιο νωρίς από εμένα στην παραλία, δεν πτοήθηκα ότι θα δείξω κάτι που ντρέπομαι έφτασα με τα πράγματά μου σχεδόν σε απόσταση που μπορώ να τη βλέπω καθαρά. Σκέφτηκα ότι δεν έγινε και τίποτα γιατί έτσι κι αλλιώς δεν πρόκειται, ακόμα μια φορά να κάνω κάτι παράτολμο. Τώρα δεν χρειαζόταν να περπατήσω για να την παρατηρήσω καλύτερα. Σηκώθηκε και έμεινε καθιστή. Έκανα πως δεν κοιτώ, αλλά δεν μπορούσα να ξεκολλήσω τα μάτια μου από πάνω της. Ρουφούσα από μακριά κάθε λεπτομέρεια που μπορούσα και μου άρεσε.
Ετοιμάστηκα, βούτηξα για λίγο και βγήκα. Άλλες φορές θα καθόμουν αρκετή ώρα να εξερευνώ το βυθό από εδώ και από εκεί. Σήμερα όμως όχι. Ίσα ίσα να δροσιστώ αποφάσισα. Στάθηκα για λίγη ώρα όρθιος και ξεκίνησα τον περίπατο προς την άλλη πλευρά, προς τα εκεί που κάθομαι συνήθως. Ήθελα να δείξω ότι απλά άλλαξα θέση και ότι η συνήθεια παραμένει. Όμως αυτή τη φορά ούτε τη μισή διαδρομή δεν έκανα. Επέστρεψα, προσπέρασα την ομπρέλα μου. Τώρα οι λεπτομέρειές της ήταν πιο καθαρές. Το μικροσκοπικό μαγιό της, που συνέχεια το άλλαζε θέση για να είναι τέλειο το μαύρισμα σχεδόν έλειπε. Να περάσω μπροστά της ή από πίσω να μη νομίζει ότι το κάνω για αυτή. Σαν μικρό παιδί, σαν ντροπαλό δεκαπεντάχρονο παιδί μπροστά στην κοπέλα που του αρέσει και δεν ξέρει τι να κάνει για να την προσεγγίσει. Δε χρειάστηκα τίποτα.
Είχε γυρίσει και κοίταγε προς εμένα σχεδόν ολόγυμνη. Θα μπορούσα να πω τελείως αδιάφορη. Σχεδόν την έφτανα και ήταν η κρίσιμη ώρα να αποφασίσω από που θα περάσω. Αν ήταν να περάσω, μάλλον θα διάλεγα από πίσω την πρώτη φορά αλλά η φωνή της με σταμάτησε. "Πόσο γυροφέρνεις για να αποφασίσεις τι θέλεις να κάνεις;" την άκουσα να λέει χαμηλά χωρίς ιδιαίτερη ένταση στο ύφος της. "Παρακαλώ;" αποκρίθηκα σε μια γρήγορη σκέψη μη με καταλάβει. "Τόσο καιρό φτάνεις κοντά και ξαναφεύγεις", νιώθω παιδάκι που του κάνουν παρατήρηση και αμέσως την ρωτάω αν εννοεί πως εγώ κάνω κάτι τέτοιο.
-Μην κάνεις τον χαζό. Μπορείς να ντρέπεσαι, αν και δε θα έπρεπε για την ηλικία σου.
-Προσπαθώ, αλλά δεν ξέρω αν τα καταφέρνω.
-Δεν τα καταφέρνεις καθόλου καλά και ακόμα χειρότερα προδίδεσαι.
Το ύφος της ήταν ειρωνικό αλλά συνάμα παιχνιδιάρικο. Η ίδια σίγουρα ντροπές δεν είχε. Πως να είχε άλλωστε όταν, μιλούσε άνετα σε έναν μικρότερό της που την παρακολουθούσε ενώ ταυτόχρονα ήταν ημίγυμνη. Με κάλεσε να πλησιάσω και δεν αρνήθηκα. Με έβλεπε τόσο καιρό που πηγαινοερχόμουν και είχε καταλάβει τι ήθελα. Πάντα κάποιος θα την πλησίαζε από το πουθενά μα το βλέμμα του κολλημένο στο στήθος της, να της πιάσει κουβέντα. Της άρεσε η ντροπή μου μάλλον και η προσπάθεια μου να δώσω σημασία σε όσα λέει και όχι στον ερεθισμό που μου προκαλούσε η θέα του σχεδόν γυμνού κορμιού της. Η αλήθεια είναι ότι ήθελα να την αρπάξω εκείνη τη στιγμή. "Βιάζεσαι, αγόρι, βιάζεσαι πολύ μόλις σου δώσουν λίγο θάρρος". Απάντησα ότι μάλλον είναι αποτέλεσμα της καταπίεσης που μου δημιουργεί η ντροπή μου, αλλά δεν μου είναι και εύκολο να αντισταθώ στις ορμές μου. Όσο και να προσπαθούσα να μη φανεί στην αρχή, είχα ερεθιστεί πάρα πολύ που απλά της μιλούσα. "Μια γυναίκα δεν ανάβει απλά και μόνο με ένα βλέμμα εκτός αν σε ποθεί εκείνη πρώτα περισσότερο" αποφάσισα να συνεχίσω. Έκανε μια μικρή παύση σαν να μπερδεύτηκε. Όμως μάλλον το αντίθετο συνέχεια. "Τι χρειάζεται δηλαδή περισσότερο να κάνεις" με ρώτησε. Σε μια συζήτηση κανονική σε ένα άλλο μέρος, όπου δεν μπορείς να παίξεις θα είχα ολόκληρη ανάλυση να κάνω και στρατηγική να παρουσιάσω για το πως να ερεθίσεις μια γυναίκα από τη στιγμή που θα θέλει κάτι παραπάνω από μια φιλική κουβέντα. Στην παρούσα αποφάσισα να μην μιλήσω και να χαϊδέψω το πόδι της ξεκινώντας από την κνήμη τον μηρό...
Χαμογέλασε, δεν είπε κουβέντα. Έκανα το χάδι μου πιο απαλό, σχεδόν γαργαλιστικό, κάποια θα χαχανιζε. Όμως όχι, η μαυρισμένη άγνωστη απλά με κάρφωσε, μέχρι που έφτασα στην αρχή των ποδιών της, μέχρι που χάιδεψα το απαλό της ηλιοκαμένο δέρμα εκεί στο κέντρο της. Με κάρφωνε ακόμα και καθώς την ένιωθα να είναι πιο υγρή, καθώς η ανάσα της έγινε πιο έντονη. Την χάιδεψα αργά, όσο πιο αργά και βασανιστικά άντεχα να περιμένω. Ήθελε πιο πολλά φαντάστηκα, αλλά δεν ήθελα να της τα δώσω. Βασανιζόμουν ερεθισμένος από το μαγιό που ήθελα να βγάλω και να μπώ μανιωδώς μέσα της αλλά δεν είχα σκοπό μια τέτοια αναμονή να την τελειώσω γρήγορα. Έφτασα αργά στο στήθος της που τόσο παρατηρούσα, βάζοντας τον ερεθισμό της σε μια βασανιστική αναμονή. Εκείνη σχεδόν συνοφρυωμένη και σχεδόν ακίνητη απλά ανάσαινε πιο έντονα. Ήταν πλούσιο, απαλό και ωραίο όπως το φανταζόμουν από απόσταση όταν το παρατηρούσα και φανταζόμουν να το βουτάω με λύσσα. Έσκυψα και έβαλα τη ρόγα της στο στόμα μου. Τη ρούφηξα έντονα, σχεδόν έβγαλε μια αχνή φωνή πόνου.
Δεν άντεχα άλλο, κατέβασα το χέρι μου στα πόδια της και αργά αργά τα χάιδεψα να με υποδεχθούν. Τώρα από ντροπαλός μάλλον θα είμαι αγενής σκέφτηκα. Γονατιστός στα πλάγια της, κατέβασα το μαγιό μου και επιτέλους ελευθερώθηκα μπροστά της. Ο ερεθισμός με πονούσε. Περίμενα να κάνει κάτι αλλά το δικό της βασανιστήριο μάλλον ήταν να μένει άπραγη μέχρι την κατάλληλη στιγμή. Πέρασα ανάμεσα στα ανοιχτά πόδια της και καρφώθηκα απότομα μέσα της. Άκουσα τους ήχους της να βγαίνουν από μέσα της έντονοι, αλλά τόσο εσωτερικοί που μόνο οι δυό μας τους ακούγαμε. Ο ήλιος σχεδόν ζεματούσε την πλάτη μου πλέον, αλλά το μόνο που σκεφτόμουν ήταν ότι θέλω κι άλλο κι άλλο. Έσκυψα στο στήθος της με χέρια και με στόμα. Δεν χόρταινα να το σφίγγω και να το ρουφάω. Έμπαινα μέσα της και την ένιωθα καυτή, ένιωθα να με κατακλύζει το ζεστό υγρό δέρμα και να θέλω να την πονέσω. Μπήκα βγήκα αμέτρητες φορές μέσα της. ήθελα πιο έντονα το στήθος της. Προσπάθησα να μην τελειώσω αρκετές φορές. Κρατήθηκα. Την γύρισα στα πλάγια, έβλεπα την πλάτη της. Σήκωσα το πόδι της και με οδήγησε μέσα της. Τα χέρια μου τώρα ήταν πιο ελεύθερα. Με το ένα θα την ερέθιζα κι άλλο με το άλλο θα χαιρόμουν το πλούσιο στήθος της.
Μπήκα μέσα της με μανία, έσφιγκα το στήθος της σα να μη μου φτάνει άλλο. Τα δάχτυλά μου εισχώρησαν αρκετές φορές, δυο και τρία μέσα της ταυτόχρονα και την άκουσα να πονάει. Την ερέθισα όσο πιο πολύ μπορούσα. Άρχισε να τρέμει, να τινάζεται απότομα από τους σπασμούς. Συνέχισα. Πονούσε, αλλά συνέχιζα. Μου ζήταγε να σταματήσω, δεν άντεχε, ένιωθα το κορμί της να τρέμει, συνέχισα λίγο ακόμη. Ήταν η σειρά μου. Βγήκα και γύρισε απότομα. Έμεινα γονατιστός καθώς με κράτησε σφιχτά και ένιωσα τη γλώσσα της να με ερεθίζει όσο τίποτα. Ένιωθα να με ερεθίζει από την αρχή μέχρι το τέλος μου. Δεν άντεξα πολύ, με βασάνισε αρκετά, την λέρωσα στο πρόσωπό πιο πολύ στο στήθος. Κάθε σπασμός και πιο έντονος πάνω της.
Σηκώθηκε γυμνή όπως είχε κάνει ελάχιστες φορές. Πλατσούρισε στα ρηχά και ήρθε. "Δεν είσαι ντροπαλός μου φαίνεται τελικά". Τι να απαντήσω τώρα;
Από την άλλη βέβαια ίσως και πάντα να ήμουν τυχερός και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να μην χρειαζόμουν να βρεθώ σε μια κατάσταση που να τα κάνω όλα μόνος. Ή μήπως δημιουργούσα καταστάσεις που θα υπερπηδούσαν τα πρώτα εμπόδια. Εδώ μπορεί κανείς να πει ότι μάλλον αυτό έκανα. Μια κίνηση ανθρώπου που άλλοι θα χαρακτήριζαν δειλία, αλλά το αποτέλεσμα ήταν για εμένα το αναμενόμενο αν και δεν το περίμενα.
Κάποιες φορές σκέφτομαι ότι απλά χρειάζεται ένα μικρό βηματάκι παραπλήσιο ή κοντινό ώστε τα υπόλοιπα να έρθουν μόνα τους. Εκείνες τις ημέρες προτιμούσα τις παραλίες που θα έχουν λιγότερο κόσμο και ιδιαίτερα τις καθημερινές. Είχα βρεί την ιδανική, όχι πολύ μακριά από εμένα, μεγάλη και με ελάχιστους έως κανένα λουόμενους. Δεν την προτιμούσαν γιατί παρότι ήταν μια τεράστια αμμουδιά από άκρη σε άκρη, δυο μέτρα μέσα ο βυθός ήταν γεμάτος βράχια και ότι μπορεί να τα στολίσει το θαλάσσιο βασίλειο, ακίνδυνα και επικίνδυνα. Όμως δε με ένοιαζε, ήταν ένα μέρος που απλά έπρεπε να ξέρεις πως να μπεις και από πού. Κανείς δεν ενοχλούσε κανένα αν υπήρχε κιόλας. Πολλές φορές θα διέσχιζα την παραλία είτε κολυμπώντας στα βαθιά της, είτε περπατώντας. Πάντα όμως θα έφτανα μέχρι ένα συγκεκριμένο σημείο. Σχεδόν στην άλλη μακρύτερη άκρη της παραλίας ήταν πάντα η ίδια επισκέπτης. Την έβλεπα λοιπόν πάντα από μακριά ή τόσο κοντά ώστε να μην καταλάβει, κατ εμένα δηλαδή ότι φτάνω μέχρι εκεί για να κοιτάξω.
Την πρώτη φορά απλά ήθελα να περπατήσω, αλλά όταν έφτασα αρκετά κοντά σταμάτησα σαν να ζούσα πάλι την παιδική μου ηλικία. Ήταν μια γυναίκα λίγο μεγαλύτερη μου, σπάνια κοιτάζω μεγαλύτερες, το κορμί της καιγόταν στον ήλιο και έλαμπε από το αντηλιακό της. Σχεδόν καλλίγραμμη και πάντα ημίγυμνη. Κάποιες φορές αργότερα παρατήρησα ότι μπορεί και να μην ήταν καν ημίγυμνη. Έκανα τον αδιάφορο που απλά βολτάρει και γυρνούσα πίσω στην ομπρέλα μου. Όμως καθημερινά με έτρωγε να την δω, να την παρατηρήσω από κοντά ίσως και να την απολαύσω. Ήμουν σίγουρος ότι το μυαλό μου την έπλαθε καλύτερη από ότι ήταν, γιατί η απόσταση πάντα κρύβει όσα δε θα θέλαμε να δούμε.
Περάσαν σχεδόν δυο μήνες από την πρώτη φορά και δε μπορώ να πω ότι έχασα αρκετές καθημερινές που δεν επαναλάμβανα την ίδια διαδικασία παρακολούθησης μέχρι που αποφάσισα να πάω πιο κοντά. Η περιέργεια μου και όχι μόνο με έτρωγε. Δε μπορώ να το αρνηθώ και ούτε πρόκειται πως δεν είναι μόνο περιέργεια. Τουλάχιστον όταν δεν είσαι δοσμένος πουθενά, όπως λέμε καθημερινά, λιγουρεύεσαι. Παρ' οτι πάντα ήταν πιο νωρίς από εμένα στην παραλία, δεν πτοήθηκα ότι θα δείξω κάτι που ντρέπομαι έφτασα με τα πράγματά μου σχεδόν σε απόσταση που μπορώ να τη βλέπω καθαρά. Σκέφτηκα ότι δεν έγινε και τίποτα γιατί έτσι κι αλλιώς δεν πρόκειται, ακόμα μια φορά να κάνω κάτι παράτολμο. Τώρα δεν χρειαζόταν να περπατήσω για να την παρατηρήσω καλύτερα. Σηκώθηκε και έμεινε καθιστή. Έκανα πως δεν κοιτώ, αλλά δεν μπορούσα να ξεκολλήσω τα μάτια μου από πάνω της. Ρουφούσα από μακριά κάθε λεπτομέρεια που μπορούσα και μου άρεσε.
Ετοιμάστηκα, βούτηξα για λίγο και βγήκα. Άλλες φορές θα καθόμουν αρκετή ώρα να εξερευνώ το βυθό από εδώ και από εκεί. Σήμερα όμως όχι. Ίσα ίσα να δροσιστώ αποφάσισα. Στάθηκα για λίγη ώρα όρθιος και ξεκίνησα τον περίπατο προς την άλλη πλευρά, προς τα εκεί που κάθομαι συνήθως. Ήθελα να δείξω ότι απλά άλλαξα θέση και ότι η συνήθεια παραμένει. Όμως αυτή τη φορά ούτε τη μισή διαδρομή δεν έκανα. Επέστρεψα, προσπέρασα την ομπρέλα μου. Τώρα οι λεπτομέρειές της ήταν πιο καθαρές. Το μικροσκοπικό μαγιό της, που συνέχεια το άλλαζε θέση για να είναι τέλειο το μαύρισμα σχεδόν έλειπε. Να περάσω μπροστά της ή από πίσω να μη νομίζει ότι το κάνω για αυτή. Σαν μικρό παιδί, σαν ντροπαλό δεκαπεντάχρονο παιδί μπροστά στην κοπέλα που του αρέσει και δεν ξέρει τι να κάνει για να την προσεγγίσει. Δε χρειάστηκα τίποτα.
Είχε γυρίσει και κοίταγε προς εμένα σχεδόν ολόγυμνη. Θα μπορούσα να πω τελείως αδιάφορη. Σχεδόν την έφτανα και ήταν η κρίσιμη ώρα να αποφασίσω από που θα περάσω. Αν ήταν να περάσω, μάλλον θα διάλεγα από πίσω την πρώτη φορά αλλά η φωνή της με σταμάτησε. "Πόσο γυροφέρνεις για να αποφασίσεις τι θέλεις να κάνεις;" την άκουσα να λέει χαμηλά χωρίς ιδιαίτερη ένταση στο ύφος της. "Παρακαλώ;" αποκρίθηκα σε μια γρήγορη σκέψη μη με καταλάβει. "Τόσο καιρό φτάνεις κοντά και ξαναφεύγεις", νιώθω παιδάκι που του κάνουν παρατήρηση και αμέσως την ρωτάω αν εννοεί πως εγώ κάνω κάτι τέτοιο.
-Μην κάνεις τον χαζό. Μπορείς να ντρέπεσαι, αν και δε θα έπρεπε για την ηλικία σου.
-Προσπαθώ, αλλά δεν ξέρω αν τα καταφέρνω.
-Δεν τα καταφέρνεις καθόλου καλά και ακόμα χειρότερα προδίδεσαι.
Το ύφος της ήταν ειρωνικό αλλά συνάμα παιχνιδιάρικο. Η ίδια σίγουρα ντροπές δεν είχε. Πως να είχε άλλωστε όταν, μιλούσε άνετα σε έναν μικρότερό της που την παρακολουθούσε ενώ ταυτόχρονα ήταν ημίγυμνη. Με κάλεσε να πλησιάσω και δεν αρνήθηκα. Με έβλεπε τόσο καιρό που πηγαινοερχόμουν και είχε καταλάβει τι ήθελα. Πάντα κάποιος θα την πλησίαζε από το πουθενά μα το βλέμμα του κολλημένο στο στήθος της, να της πιάσει κουβέντα. Της άρεσε η ντροπή μου μάλλον και η προσπάθεια μου να δώσω σημασία σε όσα λέει και όχι στον ερεθισμό που μου προκαλούσε η θέα του σχεδόν γυμνού κορμιού της. Η αλήθεια είναι ότι ήθελα να την αρπάξω εκείνη τη στιγμή. "Βιάζεσαι, αγόρι, βιάζεσαι πολύ μόλις σου δώσουν λίγο θάρρος". Απάντησα ότι μάλλον είναι αποτέλεσμα της καταπίεσης που μου δημιουργεί η ντροπή μου, αλλά δεν μου είναι και εύκολο να αντισταθώ στις ορμές μου. Όσο και να προσπαθούσα να μη φανεί στην αρχή, είχα ερεθιστεί πάρα πολύ που απλά της μιλούσα. "Μια γυναίκα δεν ανάβει απλά και μόνο με ένα βλέμμα εκτός αν σε ποθεί εκείνη πρώτα περισσότερο" αποφάσισα να συνεχίσω. Έκανε μια μικρή παύση σαν να μπερδεύτηκε. Όμως μάλλον το αντίθετο συνέχεια. "Τι χρειάζεται δηλαδή περισσότερο να κάνεις" με ρώτησε. Σε μια συζήτηση κανονική σε ένα άλλο μέρος, όπου δεν μπορείς να παίξεις θα είχα ολόκληρη ανάλυση να κάνω και στρατηγική να παρουσιάσω για το πως να ερεθίσεις μια γυναίκα από τη στιγμή που θα θέλει κάτι παραπάνω από μια φιλική κουβέντα. Στην παρούσα αποφάσισα να μην μιλήσω και να χαϊδέψω το πόδι της ξεκινώντας από την κνήμη τον μηρό...
Χαμογέλασε, δεν είπε κουβέντα. Έκανα το χάδι μου πιο απαλό, σχεδόν γαργαλιστικό, κάποια θα χαχανιζε. Όμως όχι, η μαυρισμένη άγνωστη απλά με κάρφωσε, μέχρι που έφτασα στην αρχή των ποδιών της, μέχρι που χάιδεψα το απαλό της ηλιοκαμένο δέρμα εκεί στο κέντρο της. Με κάρφωνε ακόμα και καθώς την ένιωθα να είναι πιο υγρή, καθώς η ανάσα της έγινε πιο έντονη. Την χάιδεψα αργά, όσο πιο αργά και βασανιστικά άντεχα να περιμένω. Ήθελε πιο πολλά φαντάστηκα, αλλά δεν ήθελα να της τα δώσω. Βασανιζόμουν ερεθισμένος από το μαγιό που ήθελα να βγάλω και να μπώ μανιωδώς μέσα της αλλά δεν είχα σκοπό μια τέτοια αναμονή να την τελειώσω γρήγορα. Έφτασα αργά στο στήθος της που τόσο παρατηρούσα, βάζοντας τον ερεθισμό της σε μια βασανιστική αναμονή. Εκείνη σχεδόν συνοφρυωμένη και σχεδόν ακίνητη απλά ανάσαινε πιο έντονα. Ήταν πλούσιο, απαλό και ωραίο όπως το φανταζόμουν από απόσταση όταν το παρατηρούσα και φανταζόμουν να το βουτάω με λύσσα. Έσκυψα και έβαλα τη ρόγα της στο στόμα μου. Τη ρούφηξα έντονα, σχεδόν έβγαλε μια αχνή φωνή πόνου.
Δεν άντεχα άλλο, κατέβασα το χέρι μου στα πόδια της και αργά αργά τα χάιδεψα να με υποδεχθούν. Τώρα από ντροπαλός μάλλον θα είμαι αγενής σκέφτηκα. Γονατιστός στα πλάγια της, κατέβασα το μαγιό μου και επιτέλους ελευθερώθηκα μπροστά της. Ο ερεθισμός με πονούσε. Περίμενα να κάνει κάτι αλλά το δικό της βασανιστήριο μάλλον ήταν να μένει άπραγη μέχρι την κατάλληλη στιγμή. Πέρασα ανάμεσα στα ανοιχτά πόδια της και καρφώθηκα απότομα μέσα της. Άκουσα τους ήχους της να βγαίνουν από μέσα της έντονοι, αλλά τόσο εσωτερικοί που μόνο οι δυό μας τους ακούγαμε. Ο ήλιος σχεδόν ζεματούσε την πλάτη μου πλέον, αλλά το μόνο που σκεφτόμουν ήταν ότι θέλω κι άλλο κι άλλο. Έσκυψα στο στήθος της με χέρια και με στόμα. Δεν χόρταινα να το σφίγγω και να το ρουφάω. Έμπαινα μέσα της και την ένιωθα καυτή, ένιωθα να με κατακλύζει το ζεστό υγρό δέρμα και να θέλω να την πονέσω. Μπήκα βγήκα αμέτρητες φορές μέσα της. ήθελα πιο έντονα το στήθος της. Προσπάθησα να μην τελειώσω αρκετές φορές. Κρατήθηκα. Την γύρισα στα πλάγια, έβλεπα την πλάτη της. Σήκωσα το πόδι της και με οδήγησε μέσα της. Τα χέρια μου τώρα ήταν πιο ελεύθερα. Με το ένα θα την ερέθιζα κι άλλο με το άλλο θα χαιρόμουν το πλούσιο στήθος της.
Μπήκα μέσα της με μανία, έσφιγκα το στήθος της σα να μη μου φτάνει άλλο. Τα δάχτυλά μου εισχώρησαν αρκετές φορές, δυο και τρία μέσα της ταυτόχρονα και την άκουσα να πονάει. Την ερέθισα όσο πιο πολύ μπορούσα. Άρχισε να τρέμει, να τινάζεται απότομα από τους σπασμούς. Συνέχισα. Πονούσε, αλλά συνέχιζα. Μου ζήταγε να σταματήσω, δεν άντεχε, ένιωθα το κορμί της να τρέμει, συνέχισα λίγο ακόμη. Ήταν η σειρά μου. Βγήκα και γύρισε απότομα. Έμεινα γονατιστός καθώς με κράτησε σφιχτά και ένιωσα τη γλώσσα της να με ερεθίζει όσο τίποτα. Ένιωθα να με ερεθίζει από την αρχή μέχρι το τέλος μου. Δεν άντεξα πολύ, με βασάνισε αρκετά, την λέρωσα στο πρόσωπό πιο πολύ στο στήθος. Κάθε σπασμός και πιο έντονος πάνω της.
Σηκώθηκε γυμνή όπως είχε κάνει ελάχιστες φορές. Πλατσούρισε στα ρηχά και ήρθε. "Δεν είσαι ντροπαλός μου φαίνεται τελικά". Τι να απαντήσω τώρα;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου