δε προλαβα να το διωρθωσω...
Η ιδεα να πανε στη πλακα ήταν τελικα το καλυτερο που μπορουσαν να κανουν αυτό το καιρο. Ορεξη και ανεση για Πατρες, εκδρομες, και διαφορα αλλα δεν υπηρχαν. Γιατί όχι φετος λοιπον μια βολτα στην πλακα να παιχτουν και μερικες «σεξουαλικες» ροπαλιες στα πισινα.
Φορεσε τη μασκα της με τα γυαλιστερα περιγραμματα, τη σκουρα στολη, και σαν άλλη πριγκηπισα της νυχτας ξεκινησε για την περιβοητη Πλακα και το περιπατο της. Αλλωστε ολοι ειχαν αποφασισει να ντυθουν. Τη στολη την ειχε φτιαζει μονη της από καποια παλια φουστα, λιγα τουλια, μια φαρδια μπλουζα. Τη γεμισε με φανταχτερα μικροσκοπικα στολιδια και χρυσοσκονες. Όλα περιτεχνα βαλμενα. Παντα της αρεσε να καλλιτεχνει, να παιζει όπως ελεγε. Πηρε το ροπαλο της, φορεσε μια ελαφρια καμπαρντινα και βγηκε. Φετος δεν εκανε κρυο. Μπορουσε να αντεξει με τα λεπτα αυτά ρουχα.
Η Πλακα γεματη κοσμο ο συνηθως. Γελια, φωνες, χαμος, κοσμος χαρουμενος γιορταζει αναμεσα σε μιας περασμενης γενια κτιρια. Μπλεκοντε, μαλωνουν, γελανε, γνωριζονται. Το τελευταιο καιρο είναι πιο υποτονικα, αλλα το καρναβαλιστικο, τα ροπαλα και τα σπρευ παραμενουν.
Την πρώτη φορά που επεσε πάνω του δεν εδοσε σημασια. Ούτε και εκεινος φυσικα, ένα χαμογελαστο ουπς και μια ξυλια στα πισινα με τα ροπαλα ο καθενας και στο δρομο τους. Την τριτη η τεταρτη φορά, ούτε που θυμοντουσαν, προσεξαν κατι παραπανω. Μια ελξη ένα κατι. Και οι δυο κρυμενοι πισω από μια μασκα και μια στολη. Κρυβαν τον καθημερηνο τους εαυτο και εμφανιζονταν σαν αυτό που ηθελαν να είναι στα ονειρα τους.
Ο κοσμος αρχισε να πλυθαινει όλο και πιο πολύ. Οι παρεες σπαγανς και ξανασμιγαν. Σε μερικα σημεια ήταν μεχρι και αδυνατο να προχορησεις. Αποσπασμενη από τη παρεα της που όλο και απομακρυνε, αποφασησε να παρει ένα άλλο δρομακι, ένα στενακι, να κοψει δρομο. Ανεβηκε σε ένα σκαλοπατι και εκανε σχετικο νοημα στους υπολοιπους να την περιμενουν στο καφε που ειχαν πει ότι θα πηγεναν. Την πλακα όμως δε την ηξερε καλα. Το ένα στενο την οδηγησε στο άλλο, όλο και πιο πολύ απομακρυνονταν από το πληθος που τωρα δεν ακουγονταν καθολου πισω της. Εβαλε πισμα ότι δε θα γυρισει πισω και πως θα τον βρει αυτό το δρομο.
Εννιωθε ότι χαθηκε για τα καλα όταν επεσε ακομα μια φορά πάνω του. «Ακομα και εδώ, χωρις κοσμο, χωρις εμποδια παλι πάνω μου επεσες» της ειπε με καπως σοβαρο, γοητευτικο, ίσως και ερεθιστικο υφος. «Ε… ναι… μαλλον χαθηκα και δε σε προσεξα… είναι και αυτό το στενακι αρκετα μικρο ισα που χωραμε και οι δυο μας». Εννιωθε την καρδια της να χτυπαει δυνατα, από φοβο, από αγωνια, αλλα και από κατι που δε μπορουσε να εξηγησει. Αυτος ο αντρας την εκλυε οσο κανεις άλλος μεχρι τωρα. Δε τον ειχε δει κανονικα ακομη η μασκα του τον κολακευε, του εδινε μια άλλη οψη στα ματια της. Προσφερηκε να της δειξει το δρομο, απλωσε το χερι του κανοντας ταυτοχρονα μια κινηση να φυγει γυριζοντας προς την άλλη πλευρα του δρομου, εκεινη του εδωσε το δικό της. Εννιωσε το χερι της που ετρεμε και κοντονταθηκε, γυρισε λιγο απότομα, ίσως αθελα του και βρεθηκαν σχεδον κολλημενοι, τη ρωτησε αν φοβαται, αν είναι καλα. Του εγνεψε πως δε φοβατε, ίσως είναι από το κρυο απαντησε ψεματα. Επιασε το χερι της μέσα στα δικα του, εκεινη εκανε ένα βημα πιο κοντα σα να ανζητουσε λιγο ζεστη παραπανω. Κοιταχτηχαν για λιγο στα ματια, πισω από τις μασκες τους. Εκανε να βγαλει τη μασκα του, αλλα τον σταματησε. «όχι καλύτερα ετσι». Τολμοντας, κινησε το χερι του στο ισα ισα αγκιζοντας το προσωπο της και το μπλεξε στα μακρια σγουρα μαλια της. Δε του αντισταθηκε. Εννιωθε αυτή τη γοητεια ωρα τωρα. Ενιωθε ετοιμη να τολμισει οσα απαγορευε στον εαυτο της, οσα φοβοτανε. Δε σταματισε να τον κοιταει στιγμη, παρα μονο για λιγο που χαμηλωσε τα βλεφαρα της, δηλωνοντας μια ασυνειδητη υποταγη. Το βλεμα του την κυριευε στιγμη με τη στιγμη.
Την εφερε πιο κοντα του, φιληθηκαν. Τα χιλια του ζεστα, γεματα παθος, με μια γλυκια γευση που μονο σε σπανια γλυκα συναντας. Ίσως να ταν και στο μυαλο της όλα, εννιωθε το κορμί της να θέλει να του δωθει χωρις κανενα περιορισμο. Το χερι της χαιδεψε το κορμί του. Ψηλφισε το στήθος του πάνω από την ενδυμασια και την πλατη του. Κατεβηκε ακομα πιο πονηρα στο παντελονι του. Επιασε το σκληρο του πέος και το χαιδεψε. Κρατουσε με τα δυο του χερια το κεφαλι της, τη φιλουσε με τόσο παθος και τοση διψα. Συντομα ακολουθησε τη δικη της προτοβουλια. Επαιξε λιγο με το λαιμό της, φιλοντας της και δαγκωνωντας τη. Τα χερια του ψαξαν πιθαμι προς πιθαμι το κορμί της. Η λεπτη ενδυμασια της εκανε αφηνε τη σιλουετα της να αποκλαυπτετε ευκολα στα ερευνιτικα του χερια. Περασε το χερι του κάτω από τη μπλουζα της και χαιδεψε και μαλαξε το στήθος της. Επικεντροθηκε λιγο και στις ρογες τις. Στιγμιεοι χαμηλοι αναστεναγμοι βγαιναν από μέσα της.
Του τραβηξε το χερι, λιγο παιχνιδιαρικα αλλα πολύ σοβαρα. Εβαλε το δικό της μέσα από το παντελονι του. Χαιδεψε λιγάκι το στητο του πέος. «Δε μας βλεπει κανεις?» «Όχι τετοια ωρα δε περναει και κανεις από δω». Σχεδον γονατησε μπροστα του, ανοιξε το παντελονι του. Εβγαλε το πέος του από το εσωρουχο, και συντομα το γευτικε με τη γλωσσα της. Τα χερια της βοηθοι της στο λαγνο της παιχνιδι, νιωθανε τη φλεβες του πεους του να φουσκωνουν από αιμα. Λίγο γρηγορα λιγο αργα, γευοταν κάθε του χιλιοστο. Δεν αντεξε άλλο και την τραβηξε ορθια. Τη γυρισε στο τοιχο, και της σηκωσε τη φουστα. Εσκισε το μικροσκοπικο της εσωρουχο. Χαιδεψε τα κάτω της χειλια με τεχνη και ανοιξε τον κολπο της ακομα πιο πολύ με τα δαχτυλα του. Την εβαλε να τον κατευθυνει μέσα της. Μπηκε αργα, και βασανιστικα. Σε ένα ρυθμο που συντομα θα εξελισονταν σε πιο γρηγορο πιο αγριο. Από μέσα της βγαιναν βαθιοι αναστεναγμοι. Απολαμβανε κάθε του χιλιοστο να την πονάει. Παντα την ποναγε αυτή η σταση. Δεν μπορουσε καν να καταλαβει γιατι τωρα χανονταν σε μια δυνη ηδονης και παθους. Ενας αγνωστος κρατιοταν από τα σγουρα μαυρα μαλια της και ικανοποιουσε σκοτεινες της φαντασιωσεις. Το ένα της χερι σταματισε να ακουμπαει στο τοιχο και επιασε το πέος του αγνωστου για να το βαλει πιο δυνατα μέσα της. Ενιωθε το κορμί της να καιει, ήταν ετοιμη να εκραγει. Ηθελε να φωναξει αλλα η γειτονια την εμποδιζε. Αυτό το εμποδιο την αναβε ακομα πιο πολύ, η μακσες οι στολες, το σκοταδι, ο αγνωστος αντρας.
Ειχαν καιρο που καναν μαθηματα, και ήταν καλεσμενη για της αποκριες στο σπιτι για βραδυνο. Παροτι τόσο καιρο το ενιωθε σαν σπιτι της, οι καλεσμενοι και αυτές οι συζητησεις την καναν να νιωσει λιγο αβολα. Αποφασισε να παει στο δωματιο που καναν το μαθημα να δει λιγο τον κοσμο από μακρια. Ισα που φαινονταν από το παραθυρο αυτό. Η πλακα απλωνταν από κάτω τους. Το παραθυρο στη γωνια εβλεπε στο βαθος το πολυσυχναστο δρομο και από κάτω του περνουσε ένα μικρο σκοτεινο στενο δρομακι. Σα κατι να ακουσε και η προσοχή της στραφηκε στο βαθος του στενου. Ακούμπησε στο παντζουρι και προσπαθοντας να μη βγει τελειος εξω εσκυψε να δει. Ένα ζευγαρι εκανε ερωτα. Ντυμενοι και οι δυο. Εκεινη ακουμπουσε στο τοιχο και ο αντρας εμπενε από πισω της. Δαγκωσε τα χειλι της. Να γυρισει πισω η να μεινει εκει μεχρι να φυγουν. Δε μπορουσε να ξεκολλησει. Κοιτουσε όλο και πιο εντονα. Ο μαθητης της, την πλησιασε και εριξε μια ματια. Να δει τι γινετε. «Σσσσςςς… προσεχε» δεν ηθελε να φαντρωθουν. Ο νεος, κονοσταθηκε και κοιταζε μαζι της. Εκανε μαζι της φροντιστιριο εδώ και μερικα χρονια. Στην τελευταια ταξη πια και ειχε κάθε λογης φαντασιωση μαζι της. Ετρεξε γρηγορα και εσβησε το φως του δωματιου. Καθησε διπλα της να παρακολουθησει. Θα μποσουσε να κατσει πιο μακρια αλλα σχεδον ακουμπουσε πνω της. Εκανε λιγο πιο κοντα της. Την ακουμπησε με το χερι του δηθεν να κρατιετε για να δει καλύτερα. Πως κανουν όλα τα παιδια όταν θελουν να κοιταξουν ταυτοχρονα. Οσα εβλεπε τόσο καιρο σε ταινιες και περιοδικα εξελισονταν μπροστα του. Καταλαβε ότι ειχε καυλωσει, όπως και ότι η ομορφη καθηγητρια που τόσο τη φαντασιονοντα δε πειραχτηκε που εννιωθε το πέος του πάνω στο μοιρο της. Ίσως να μη το ειχε καταλβει σκεφτηκε. Κινησε το χερι του προς τα κάτω της. Εφτασε στου γλουτους της.
Εκλεισε λιγάκι τα ματια της καθος χαιδευε το κωλο της και ενας σχεδον αθορυβος αναστεναγμος της ξεφυγε. Αποφασισε να τραβηξει το φορεμα της και να αποκαλυψει τα οπισθια της. Αυτό θα ήταν σιγουρα μια προκληση σκφετικε. Μερικες βαθυτερες αναπνοες ακουγε καθος απογυμνωνε το αντικειμενο του ποθου του. Παρ ολη την ταραχη του δε το σκεφτηκε τόσο πολύ. Κινηθηκε από πισω της. Γονατισε και σαν παιδι που γευετε πρώτη φορά το γλυκο του αρχισε να γευετε αυτους τους ποθητους γλουτους. Με δυναμη επιασε και εσκεισε το εσωρουχο της. Ηθελε να το βγαλει για να μη το χαλασει αλλα δε κρατηθηκε. Τα κάτω της χειλια, το λωτο της που τόσο επιθυμουσε τον ειχε τωρα μπροστα του. Εσκυψε και τη φιλισε λαιμαργα. Όπως εβλεπε τοσα χρονια σε ταινιες. Επαιζε με τη γλωσσα του την κλειτορίδα της, τη ρουφαγε και την αφηνε. Δε μπορουσε να αρνηθει μια τετοια θεσπεσια γευση. Εβαλε τη γλωσσα του μέσα της, στο κολπο της. Παρ ολη όμως την επιθυμια του να συνεχισει το κορμί του ηθελε πιο πολλα. Ακομη περισσοτερα ηθελε το δικό της, που με κλειστα πια απολαμβανε το φιλι του νεαρου μαθητη της. Εβαλε και τα δαχτυλα του μέσα. Ηθελε να ψιλαφισει, να μαθει πως και τι είναι. Ενιωσε την υγρασια της και τα μαλακα της τοιχοματα. Εφτασε στο τραχηλο της, εκει που την ακουσε να αντστεναζει λιγο ακομα πιο πολύ. Σηκωθηκε καυλωμενος να φερει ένα προφυλακτικο. Δεν αργησε πολύ, παντα ειχε ένα για ωρα αναγκης. Επιβαλονταν πια!
Παρ όλο που εκεινη εκανε ότι κοιταει, λιγα πια εβλεπε. Μπορεί και το ζευγαρι να ειχε φυγει, δεν ηξερε. Μονο το πέος του αρχισε να νιωξει πάνω της. Τον επιασε να τον οδηγησει μέσα της. Ηξερε ότι είναι αρχαριος. Ειχε όμως το ταλεντο, ειχε μέσα του το παθος ακατεργαστο και δυνατο. Δεν ηξερε τι να κανει και γινονταν οι κινησεις του απροβλεπτες. Ενιωθες πως συντομα θα ειχε απανωτους οργασμους. Εσφιξε με δυναμη το παντζουρι που κρατιοτανε καθώς εννιωθε να σκιζετε το μουνι της από το πέος του. Κυμματα ηδονης αρχισαν να την πλυμιριζουν το ένα μετά το άλλο.
Νιωθωντας το κορμί της να σπαει από ηδονη, της ξεφυγε μια συντομη κραυγη. Δε την ενοιξε όμως. Σε ένα σκοτεινο στενακι ήταν, ποιος θα ενδιαφερονταν. Λίγο της ελειψε να λοιποθυμισει. Κρατηθηκε ανασηκωθηκε λιγάκι. Γυρισε και επιασε τον αγνωστο με το στομα της. Δε χρειαστικε πολύ, με λιγοστες πια κινησεις, εννιωσε τα υγρα του να ρεουν μέσα της. Δεν ήταν αναγκη να λερωθουν τωρα. Καθαρισε το πέος του με το στομα της, το εβγαλε και απαλα το ξαναβαλε στο εσωρουχο του. Ετοιμαστικαν, ξεκινησαν το δρομο τους προς το σπιτι με το ανοιχτο παραθυρο.
«Ναι αγορι μου, πιο δυνατα, χυνω» το κορμί της τρανταχτηκε στο παραθυρο καθώς κρατιοταν να μην ακουστει μέσα. Αποκαμομενη από τον ερεθισμο, σνεχισε περιμενοντα και εκεινον να τελειωσει. «Ελα αγορι μου, πιο γρηγορα πιο δυνατα, χυσε με.» Δε του βγαινε να μιλησει ακομα. Όμως το πέος του αρχισε να εκρυγνετε. Οι σπασμοι του εκτοξευσαν τα υγρα του με αρκετετη δυναμη, που το εννιωσε και εκεινη ακομα και μέσα από το προφυλακτικο.
Τον εβαλε να καλοπιστει ξανα και να γινει όπως ήταν πριν. Ένα μαθημα ζωης μόλις ειχε τελειωσει. Περασε αυτό περασαν και οι αποκριες. Οι μασκες ποτε δε βγηκαν για να γνωριστουν. Τι νοημα ειχε αλλωστε. Χαθηκαν μέσα στο πληθος, βρηκαν ξανα τη παρεα τους που ανησυχησε τοση ωρα. «Ασε χαθηκα μωρε»…
Ερωτικές ιστοριες, φανταστικές ή και αληθινές, χιουμοριστικές και ερεθιστικές, ανορθόγραφες
Τετάρτη 21 Φεβρουαρίου 2007
Τρίτη 13 Φεβρουαρίου 2007
By default
Ακόμα μια νύχτα στο msn. Βαρεμάρα όπως κλασσικά λέει. Καλύτερα μια βόλτα σε ένα chat. Δεν πέρασε πολύ ώρα. «πάμε στο msn?», τι κοινότυπο? Αλλά και πόσο βολικό. Το ευχάριστο είναι η νέα γνωριμία. Μιλάει πολύ σε σημείο να ζαλίζεται αλλά κάτι του αρέσει. Είναι μια ευχάριστη ίσως νότα στην βραδιά. Το κορίτσι με τη φωτογραφική.
Οι μέρες, οι νύχτες περνάνε και χάνονται, δουλεία, σπίτι, τίποτα το συνταρακτικό. Το ευχάριστο μπλα μπλα μιας επαφής κάνει πιο ενδιαφέρουσα κάθε βραδιά. Του γκρινιάζει για τον φίλο. Την περνάει για κοινότυπη για ένα default κορίτσι με μια κάμερα. «Ε φωτογράφος είμαι τι να κάνω?» απελπιστικά του λέει μερικές φορές.
«Θέλω να σε φωτογραφίσω» τον ξαφνιάζει. Χρειάζεται ένα καθημερινό άντρα για την φωτογράφηση. Δε θέλει ένα μοντέλο πάλι, άχαρο και κοινό για κάθε θέμα. Ένας άνθρωπος της διπλανής πόρτας. «Και βρήκες εμένα?» έκπληκτος και διστακτικός απάντησε. «Ναι γιατί όχι; Δε θες;» και πως μπορούσε να αντισταθεί σε μια τέτοια πρόκληση;
Το στούντιο ήταν το σπίτι της, ένα δωμάτιο ρομαντικό και ερωτικό ο χώρος της φωτογράφησης. Στο κρεβάτι. Εκείνη έντονη προσωπικότητα, και ολίγον εκκεντρική μια πλευρά που κρυβόταν αρκετά πίσω από τα γράμματα της οθόνης. Όσο και αν την έβλεπε στις άπειρες φωτογραφίες της δε μπορούσε να φανταστεί αυτό που αντίκρισε.
-Μπορείς να γδυθείς σε παρακαλώ
-Ε;
-Ναι θέλω να είναι γυμνή η φωτογράφηση και μη καυλώσεις δεν θέλω
-Έχω ήδη
-Δε πειράζει, αλλά δε χρειάζεται.
Αυτός ο διάλογος του έκοψε για λίγο τη φαντασία, η στύση του έπεσε. Γδύθηκε, θα το τολμούσε, γιατί όχι;
Στο δωμάτιο υπήρχαν δυο κάμερες στερεωμένες αριστερά και δεξιά και μια είχε εκείνη. Μερικά φλας μερικά φώτα.
- Ξάπλωσε σα να περιμένεις, να απολαμβάνεις τη στιγμή να ξεκουράζεσαι. Έτσι με το ένα πόδι λυγισμένο. Ωραία μ' αρέσεις.
Τραβούσε με μανία της φωτογραφίες. Σα να ήθελε να έχει κάθε χιλιοστό από το κορμί του. Δεν ήταν καν το τέλειο κορμί. Αλλά της φαινόταν διαφορετικό για κάποιο λόγο, κάτι είχε. Ίσως ήταν η ατμόσφαιρα, ίσως ήταν η πρώτη φορά που έκανε γυμνή φωτογράφηση. Δεν είχε άλλο γυμνό μοντέλο ποτέ της, εκτός από τη σχολή αλλά εκεί ήταν τσούρμο όλοι μαζί. Τώρα ένας γυμνός άντρας στο κρεβάτι της. Δε μπορούσε να πάρει τα μάτια της από το πέος του. Το σώμα του δε την άναβε καθόλου, κάτι άλλο ήταν δε μπορούσε να το καταλάβει.
«Είπα να μην καυλώνεις» του είπες σε ύφος απαξιωτικό. Επιτηδευμένο για να επιτύχει το σκοπό της. Όπως και τα κατάφερε.
«Σήκωσε το και ακουμπά το έτσι δεξιά… όχι… όχι… περίμενε» Ανέβηκε στο κρεβάτι, έπιασε μαλακά το πέος του και προσπάθησε να το βάλει στη κατάλληλη θέση. «Τι θα γίνει θα δουλέψουμε; Ή να με γαμήσεις ήρθες;» Τα κατάφερε πάλι. Τον έριξε. Ακόμα και στο χέρι της τώρα δε μπορούσε να ερεθιστεί. Πήρε τη φωτογραφική της εκεί στο κρεβάτι. Τραβούσε κοντινές. Σε διάφορα σημεία του αλλά ιδιαίτερα στο πέος του, εκεί επικεντρώθηκε. Περιποιημένο, αν και ζαρωμένο έδειχνε τόσο όμορφο και γλυκό. Ένα χαμόγελο της ξέφυγε με αυτή τη σκέψη. Δεν έκανε ζουμ έφερε απλά κοντά την κάμερα. Εκείνος προσπαθούσε να σκέφτεται οτιδήποτε άλλο για να μην ερεθιστεί πάλι. «Θα του αλλάξω θέση… πρόσεξε» του είπε πάλι απαξιωτικά. «Ναι! Ναι! Μην ανησυχείς». Το ήξερε, είχε το πάνω χέρι τώρα. Το έπιασε μαλακά, έσκυψε και αργά αργά το έβαλε στο στόμα της. Λίγο του πήρε να φύγει η έκπληξη πάλι.
Τον ένιωσε να μεγαλώνει στο στόμα της απότομα. Δε το περίμενε. Αυτό το γλυκό ζαρωμένο, μεταμορφώθηκε απέκτησε γλυκιά γεύση και πολύ δύναμη. Σε μέγεθος τολμηρό και συνάμα ιδανικό. Άκουσε την ανάσα του να βαραίνει. Σηκώθηκε μπροστά του, έβγαλε το στενό της πουκάμισο, μετά αργά το κολλάν της.
Την περίμενε, δε κινήθηκε καν προς το μέρος της σα να ήθελε να την τιμωρήσει με μικρή απόρριψη για τα όσα του είχε πει. Ανέβηκε γονατιστή στο κρεβάτι, πέρασε πάνω του, έπιασε το στητό του πέος και το έβαλε σιγά σιγά μέσα της. Ακούμπησε στο στήθος του. Το κορμί της χάθηκε στον πιο ερεθιστικό χορό. Δεν άντεχε άλλο. Ανασηκώθηκε, την έσπρωξε προς τα πίσω λίγο. Δάγκωσε το λαιμό της, έπιασε με δύναμη το πλούσιο μαλλί της και γράπωσε αχόρταγα το γλουτό της. Ένα ταυτόχρονο παραλήρημα ηδονής τους κατέβαλε, ο ιδανικός ρυθμός των κορμιών τους, έκαιγε τα σωθικά τους. Η κίνηση όλο και πιο έντονη, ένιωθε το κορμί της να σπάει να τραντάζετε ξανά και ξανά. Ώσπου λύθηκε, κομματιάστηκε πάνω του. Έμεινε εκεί στην αγκαλιά του για λίγη ώρα. Δε βγήκε από μέσα της, περίμεναν. Περίμεναν και οι δυο, ο χορός δεν είχε τελειώσει. Ένιωθε τον κόλπο της να υγραίνετε ξανά, πιο πολύ πιο έντονα. Γυρίσανε ανάποδα, Τώρα εκείνος από πάνω, άρχισε να κινείται αργά μέσα της. Μέσα έξω, αριστερά δεξιά, πάνω κάτω. Ταυτόχρονα γευόταν όσο μπορούσε από το κορμί της. Τον λαιμό της, τα χείλια της, το στήθος της. Η ηδονή τους έκανε τις καρδιές τους να χτυπάνε μανιασμένες για να στείλουν το αίμα σε όλο το σώμα. Σηκώθηκαν, την γύρισε. Εκείνη γονατιστή μπροστά του ακούμπησε με τα χέρια της στο κεφαλάρι του κρεβατιού. Έπιασε το πέος του και το οδήγησε μέσα της. Την κράτησε στην αρχή λίγο από τη μέση. Μετά ξανά από τα μαλλιά της. Το άλλο χέρι έτρεξε για την κλειτορίδα της, απαλά και έντονα έπαιξε μαζί της. Τα κορμιά τους χτύπαγαν το ένα το άλλο, πόνος και ηδονή αναμείχθηκαν και πάλι. Πάλι ένιωθε το κορμί της να σπαράζει από ερεθισμό, από καύλα. Ήθελε πάλι να χύσει, το ήθελε τώρα. «Γάμησε με, γάμησε με άγρια, δυνατά». Ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα της και δυνάμωσε ακόμα πιο πολύ, ήθελε και εκείνος το τελείωμα αυτό ήθελε να χύσει μέσα της να την κάψει. «Σ' αρέσει μωρή καύλα», «Ναι πολύ κι άλλο» «Σ' αρέσει μωρή πουτάνα; Με ήθελες πεσμένο ε; πάρε με και πόνα τώρα… πονά και χύσε». Ο ένας μετά τους άλλους οι σπασμοί άρχισαν να καταβάλουν το κορμί της «χύνω, χύνω γάμησε με». «Τελειώνω…», «Τελείωσε, μωρή τώρα που σε χύνω, χύνω το μουνί σου.» Ένιωσε το καυτό του σπέρμα μέσα της καθώς οι τελευταίοι σπασμοί κυρίευαν και τους δυο…
Κατέρρευσαν σχεδόν Ταυτόχρονα, πρώτα εκείνος και μετά αυτή μέσα στην αγκαλιά του.
Τρεις κάμερες κατέγραφαν κάθε λεπτομέρεια by default ή επίτηδες?
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
-
κίνηση στην εθνική ήταν πάλι αφόρητη. Παρόλο που το τελευταίο καιρό είχε φτιάξει, σήμερα λες και είχαν βαλθεί όλοι να δημιουργήσουν καθυστέρ...
-
πρέπει να τους φάνηκε ότι δεν ήταν καλός ο καιρός και αυτό το Σάββατο η ήταν μισοάδεια. Ήπια τον καφέ συνήθως και διάβασα μια ιστορία ακόμ...
-
Ο τελευταίος συρμός του μετρό λίγο πριν την κεντρική του στάση ήταν ήδη ασφυκτικά γεμάτος. Κάποιες παρέες έκαναν λίγο φασαρία αλλά οι περισ...