Τρίτη 30 Δεκεμβρίου 2008

Μετά την Aναμονή

Το κρύο δεν του έκανε μεγάλη διαφορά στην αναμονή του στο σταθμό. Άλλωστε τόσο καιρό περίμεναν τη στιγμή που θα βρεθούν. Ευτυχώς η αμαξοστοιχία δεν είχε καμία καθυστέρηση και θα έφτανε εντός ολίγων λεπτών. Το μουντό του βαγονιού έδινε μια άλλη διάθεση σε όλες της, τις σκέψεις. Από τη στιγμή που ανέβηκε το είχε προσέξει. Συνήθως αυτά τα βαγόνια, λόγο παλαιότητας ίσως τα είχε δεί μόνο βράδυ. Περπάτησε αρκετές φορές το σταθμό για να περάσει η ώρα σκεφτόμενος την συνάντηση τους. Παρατηρούσε ταυτόχρονα το σταθμό και πως ήταν φτιαγμένος. Θύμιζε κάτι παλιότερο κάτι πιο ρομαντικό αλλά ταυτόχρονα και ερωτικό. Η ζέστη στο βαγόνι ήταν κατά διαστήματα αφόρητη, ευτυχώς σε λίγα λεπτά θα έφτανε στο προορισμό της. Καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού, αυτή η ζέστη παρέσερνε το μυαλό της πάνω του. Φαντάζονταν στιγμές θερμές, τόσο καυτές που ένιωθε πως λίγο ακόμα και θα τελείωνε μόνο με τη σκέψη της. Η αντοχή τους μάλλον ειχε φτάσει στα όρια της. Έπρεπε να βρεθούν και έπρεπε να γίνει τώρα.


Την είδε καθώς περπατούσε στο βαγόνι προς την έξοδο και στάθηκε σε σημείο να την περιμένει ώστε να τον δει και εκείνη εύκολα. Την παρατηρούσε θέλοντας να διακρίνει και τη παραμικρή λεπτομέρεια πάνω της. Το πρόσωπό της, το λαιμό της, το ντύσιμό της, το κορμί της, τα πάντα. Κατέβηκε από τα μεγάλα και δύσκολα σκαλιά του τραίνου αργά, τον πρόσεξε λίγο πριν βγει. Κατευθύνθηκε σύντομα προς το μέρος του, με ένα χτύπο έντονο μέσα της που διαρκώς και δυνάμωνε. Κοίταξαν για λίγο ο ένας στα μάτια του άλλου, αλληλοεξερευνίθικαν για μια φορά ακόμα. Έπιασε το χέρι της και την τράβηξε κοντά του. Μια ανάσα έφυγε από μέσα της καθώς έφτασε και κόλλησε πάνω του. Την κράτησε σφιχτά και ένωσαν τα χείλη τους. Το φιλί έντονο γευστικό, καυτό, πιο πολύ από ένα καλωσόρισμα. Καθαρά ερωτικό. Ο πόθος του ενός για τον άλλο άρχισε την ένωση του για να γεννηθεί ένα μεγαλύτερο πάθος. Το φιλί διαρκούσε, δεν θέλανε να ξεκολλήσουν, οι γλώσσες τους μπλέχτηκαν και δαγκώθηκαν τα χείλη τους.

Μίλησαν λίγο για το ταξίδι καθώς προχώρησαν στο σταθμό για να πάνε στην έξοδο. Όμως όταν η αναμονή είναι μεγάλη δεν αντέχεις να περπατάς και να ποθείς ο ένας τον άλλο. Σταμάτησαν πολλές φορές για ένα φιλί ακόμα, χωρίς να μπορούν να χορτάσουν ο ένας τη γεύση του άλλου. Της άλλαξε την πορεία και αντί για την έξοδο άρχισαν να κατευθύνονται προς το τέρμα του σταθμού. Το έσω της αναταράχτηκε καθώς η φαντασία της άναβε όλο και πιο πολύ με το σκηνικό του σταθμού, το κρύο που δεν ένιωθαν έντονο πια και την τόση αναμονή και ζέστη μέσα σε αυτό το βαγόνι

Έφτασαν σε ένα απόμερο σημείο του σταθμού οπού το λιγοστό φώς δεν επέτρεπε σε κανένα να προσέξει τι γίνετε από μακριά. Την άρπαξε και την έβαλε με πλάτη στο τοίχο ενός παρατημένου μάλλον κτίσματος, ίσως κάποιο παλιότερο σταθμαρχείο που κανείς πια δε περνούσε από εκεί. Δάγκωσε τα χείλη της αργά, πήρε τη γλυκιά της γλώσσα στο στόμα του, έγινε πιο έντονος σα να ρουφάει το πάθος της. Τον έσφιξε πάνω της χαιδεύοντας τον. Πέρασε το πόδι της γύρω του και τον τύλιξε σα να ήθελε να τον εγκλωβίσει μέσα της. Το παλτό της τους κάλυπτε επίσης καθώς τον ένιωσε να είναι σκληρός ανάμεσα της. Φορούσε φόρεμα και αυτό τα έκανε όλα πιο εύκολα. Ο κόλπος της ήταν ήδη πολύ υγρός, Ερεθίζονταν σε κάθε του άγγιγμα. Τα αμέτρητα φιλία του στο λαιμό της, το δάγκωμα του, την άναβε διαρκώς, κόντευε να εκραγεί. Τον έπιασε από τα οπίσθια και τον τράβηξε ακόμα πιο κοντά της, κίνησε και τη λεκάνη της έτσι ώστε να ερεθίζει την κλειτορίδα της ακόμα πιο πολύ. Έβαλε το χέρι του ανάμεσα στα πόδια της και της έτριψε βασανιστικά την κλειτορίδα πάνω από το καλσόν της. Κατάλαβε πως εσώρουχο δεν φορούσε, τράβηξε το ευπαθές καλσόν και δημιούργησε μια τρύπα όπου κει πέρασε τα δάχτυλα του μέσα της. Τα βούτηξε μέσα της και την ερέθισε κι άλλο με απαλές και έντονες κινήσεις.

Άνοιξε τα κουμπιά από το παντελόνι του και τράβηξε έξω το πέος του. Σκληρός ερεθισμένος γλίστρησε εύκολα κι απότομα μέσα της. Ο κόλπος της καυτός, σφιχτός, ερεθιζόταν από τη δύναμή του. Κοιτάχτηκαν για λίγο καθώς αυτός ο πόνος της ηδονής τάραζε το κορμί της. Τον ένιωθε να τη σκίζει, να την πονά όπως γλύστρα μέσα της, σε κάθε της εκατοστό. Ανέβηκε πάνω του σχεδόν και με τα δύο της πόδια κλείνοντας τα μάτια της για να τον απολαμβάνει ακόμα πιο έντονα πιο καλά. Την ακουμπούσε στο τοίχο και μέσα της γινόταν όλο και πιο βίαιος. Κρατούσε το μαλλί της και την στήριζε από τους γλουτούς της. Θα τελείωνε εκείνη πάνω του εκείνη τη στιγμή την ένιωθε, καταλάβαινε το πάθος της να ρέει και να βρίσκει το δικό του, αλλά σα να το ήξερε και οι δυο ήθελαν περισσότερο, ήθελαν να κρατήσει ακόμα πιο πολύ. Άρχισε να την αφήνει σιγά σιγά, εκείνη πάτησε στα πόδια της και τον κοιτούσε περιμένοντας την επόμενη κίνησή του. Την γύρισε ώστε να βρίσκετε πίσω της, άνοιξε τα πόδια της με το χέρι του και βρήκε την ανοιχτή της είσοδο. Με μια απρόσμενη κίνηση βρέθηκε μέσα της να την τραντάζει πιο δυνατά. Ακούμπησε τα χέρια της στο τοίχο και σπρωχνόταν πάνω στο ερεθισμένο του πέος. Όχι δεν άντεχε άλλο όπως και να γινόταν, Το ένα του χέρι κρατούσε το στήθος της, τις ρόγες της, τις ερεθισμένες, και το άλλο στη κλειτορίδα της να την σφίγγει. Τόση καύλα δε μπορούσε να την αντέξει άλλο, άρχισε να τρέμει να θέλει να φωνάξει και να πνίγεται, το κορμί της από τον οργασμό του, είχε πάρει τον έλεγχο και ρυθμικά την αποτελείωνε. Μικρές κραυγές βγήκαν από μέσα της κοφτές γεμάτες πόθο.

Τον σταμάτησε και τον ώθησε να βγει από μέσα της, δεν άντεχε άλλο να συνεχίσει. Γύρισε και γονάτισε μπροστά του. Σα να του είπε πως είναι η σειρά της να τον αποτελειώσει. Έβαλε στα χέρια της το στητό του πέος, χάιδεψε τους όρχεις του και το πέρασε αργά στο στόμα της. Με τη παλάμη της έκανε μια ημικυκλική κίνηση κατά όλο το μήκος του. Όλο και πιο γρήγορα όλο και πιο γρήγορα. Σε λίγο η ένταση της ήταν τόσο δυνατή που τον ένιωθε να τρέμει. Ήξερε και τον περίμενε, το σπέρμα του ξεχύθηκε μέσα της με δύναμη όπως το έβαζε όλο και πιο βαθιά μέσα της. Συνέχισε μέχρι που στο τέλος με τη γλώσσα της αργά τον χάιδεψε και απαλά.

Μάλλον δεν είχαν καταλάβει ότι είχε αρχίσει να χιονίζει, έφυγαν γρήγορα, για τον προορισμό τους, αυτή ήταν μόνο η αρχή τους για σήμερα.

Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2008

Πρώην

Πρέπει να είχαν περάσει ελάχιστοι μήνες όταν έμαθα ότι η πρώην που χώρισα κατακτήθηκε από κάποιον άλλο. Δε μπορούσα να το χωνέψω να το αντέξω, είναι μάλλον εγωιστικό. Πρέπει να κάνω κάτι άμεσα. Ένα γράμμα. Ένα mail. Δε θέλω να τη πάρω τηλέφωνο, ίσως ξεχάσω όσα θέλω να πω, ίσως χάσω τα λόγια μου. Δε θα το ρισκάρω τώρα ένα mail είναι πιο εύκολο στο κάτω-κάτω ας μην απαντήσει. Αυτό θα κάνω…

Να βρεθούμε θέλει; Μάλλον κάτι καλό θα έγραψα. Ας το ρισκάρω, δεν έχω και τίποτα να χάσω. Θα πάω να τη βρω εκεί στο καφέ που μου είπε.

Βρεθήκαμε και από τη πρώτη στιγμή άρχισε ένας τύπου καυγάς, ότι γράφω το ένα το άλλο και εν τέλει τι θέλω από τη ζωή της. Μ αγαπάει ακόμα, το βλέπω, αλλά τι να απαντήσω. Όλο αυτό το ξεκίνησα πάνω σε μια στιγμή διεκδίκησης, ίσως και ζήλειας η απλά καθαρού εγωισμού. Την αγαπώ μεν, αλλά μαζί της δε θα Θέλα να είμαστε μαζί. Αποφασίζω και της εξηγώ πω έχει η κατάσταση, δεν είναι να τα κρατάς μέσα σου αυτά. Βλέπω ότι με μισή καρδιά το δέχεται. Άλλωστε αυτό περίμενε και εκείνη. Μου λέει για τον νυν της και πως τα περνάει.

Η ώρα όμως έχει περάσει έχει ήδη νυχτώσει και είμαστε πολλές ώρες μαζί και μιλάμε ακατάπαυστα. Πρέπει να φύγουμε, τι άλλο να πούμε άλλωστε; Προχωράμε προς το αμάξι της για να χαιρετηθούμε με σκοπό να κρατάμε μια επαφή εν τέλει χωρίς κακίες και στεναχώριες. Στην πόρτα της λίγο πριν μπει κρατάμε λίγο τα χέρια ο ένας του άλλου, μια παύση ανάμεσα μας και την βλέπω να μου λέει πως αν θέλω κάτι να το πάρω. Το σκέφτομαι λιγάκι, την κοιτώ και την εξερευνώ, δεν αντιστέκομαι καθόλου. Με ένα απότομο τράβηγμα την φέρνω κοντά μου και τα χείλη μας ενώνονται. Ναι, αυτή τη στιγμή είναι δική μου. Το φιλί γίνετε φιλιά και τα χέρια μπλέκονται σε χάδια στο κορμιά μας.

Ανοίγω τη πόρτα και παρασερνόμαστε στο αμάξι. Αποφασίζουμε να πάμε σπίτι μου. Δε προλαβαίνουμε να περάσουμε την πόρτα του σπιτιού. Η καρδία χτυπά έντονα, γρήγορα, πάει να σπάσει. Σαν να ήταν η πρώτη μας φορά. Δαγκώνω τα χείλια σου το λαιμό σου σε θέλω αυτή τη στιγμή τώρα. Μια παράξενη επιθυμία με τραβάει πάνω σου και δε με αφήνει να παίξω άλλο. Αχόρταγα κατεβάζω τη μπλούζα σου αποκαλύπτοντας το στήθος σου. Γεύομαι το δέρμα σου τις ρόγες σου, ορμάω πάνω σου, σε θέλω. Τώρα ναι είσαι δική μου αυτή τη στιγμή είσαι όλη δική μου. Σε κολλάω στο τοίχο κατεβαίνω χαμηλά σου πιο πολύ. η γλώσσα μου χαϊδεύει την κοιλία σου ενώ που και πού μικρές δαγκωνιές βγάζουν από μέσα σου μικρούς έντονους αναστεναγμούς. Είσαι τόσο υγρή σε νιώθω στο χέρι μου που με έχει προλάβει να σε ψηλαφίσει να σε ερεθίσει κι άλλο. Η γεύση σου γλυκιά, μ αρέσει πολύ. Όχι δε θα συνεχίσω άλλο εδώ, δε μπορώ, σ πιάνω δυνατά σε σηκώνω πάνω μου. Ξέρω ότι μπορείς να με νιώσεις. Τρίβεσαι, το βλέπω ότι σ’ αρέσει. Σε ξαπλώνω στο καναπέ και γδύνομαι ελάχιστα. Βλέπω τον πόθο σου να φουντώνει διαρκώς, έρχομαι από πάνω σου και απότομα μπαίνω μέσα σου. Γλιστράω εύκολα, έχεις ερεθιστεί άλλωστε τόσο πολύ. Στην αρχή αργά και όλο δυναμώνουμε την ένταση, αγριεύουμε. Τα συναισθήματα αναζωπυρώνουν τη κατάσταση μας, ξεχειλίζουμε από πάθος. Μπαίνω τώρα μέσα σου άγρια γρήγορα αργά, δυνατά. Σε νιώθω να καίς να ζεματάς, Κρατιέμαι από τα μαλλιά σου δυνατά. Γραπώνω το στήθος σου και σε αισθάνομαι, ακούω την αναπνοή σου να εντείνεται. Σε εξερευνώ σα να μη σε ξέρω καν. Πάλι από την αρχή. Ξέρω ότι αισθάνεσαι το αίμα μου να κυλλά στις φλέβες χτυπώντας δυνατά μέσα σου. Το βλέπω ότι καίγεσαι μαζί μου. Μιλάμε πρόστυχα, βρώμικα ο ένας στον άλλο με τρόπο χυδαίο αλλά ταυτόχρονα τόσο ερωτικό. Με θες και με ζητάς. Σου δίνομαι ολόκληρος και σε πονώ. Όσο πονάς τόσο ερεθίζεσαι τόσο ανάβω.

Το κορμί σου δεν αντέχει άλλο μα ούτε και εγώ. Σ ακούω να φωνάζεις και σε νιώθω να σφίγγεσαι πάνω μου καθώς ο οργασμός πλημμυρίζει το είναι σου. Η ανάσα μου έχει ήδη βαρύνει και χύνω μέσα σου όσο είσαι σφιγμένη πάνω μου. Σα νευριασμένα σε κρατώ έτσι που να κανονικά θα πονούσες και θα υπέφερες. Όμως τώρα παρατείνουμε τον οργασμό μας.

Σωριαζόμαστε ο ένας πάνω στον άλλο. Κουρασμένοι και αποκαμωμένοι. Χρόνος άλλος δε μας έχει μείνει. Πρέπει να φύγεις και βιαστικά να χωριστούμε. Θα γυρίσεις να μου πεις πως αυτό που σ αρέσει σε μένα τόσο είναι πως στο πάθος μου κάνω σα παιδί. Πως σε πιάνω με τόσο έντονο «θέλω» που παραδίνεσαι άμεσα. Ένα άγουρο πηγαίο πάθος. Ίσως το επαναλάβουμε, όμως τώρα πρέπει να γυρίσουμε στις ζωές μας.

Σε καληνυχτίζω είναι ήδη πολύ αργά.

Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2008

Ρεύμα

Θα ήταν ήδη αρκετή ώρα στο μικρό καφέ όταν το ρεύμα άρχισε να τρεμοπαίζει τα φώτα και εν τέλει να κοπεί. Είχαν πάει αργά και παρήγγειλαν ένα γλυκόπιοτο κόκκινο κρασί που είχε. Το σέρβιραν σε αρκετή ποσότητα σε πλούσιο κολονάτο ποτήρι. Τα τραπεζάκια ήταν αρκετά μικρά, φτιαγμένα για ζευγάρια, τόσο που επέτρεπαν να μπορούν να ενωθούν τα χείλη χωρίς προσπάθεια αν αυτό επιθυμούσαν.

Κάθονταν αντικριστά σε μια γωνιά του μαγαζιού. Το μόνο φώς εκείνη τη στιγμή έρχονταν από τα γοητευτικά κεριά στα τραπεζάκια. Κράτησε σφιχτά το χέρι της, την κοίταγε βαθιά μέσα σα αυτά τα έντονα της μάτια. Θυμήθηκε μια σκηνή από ταινία που ο πρωταγωνιστής προκαλούσε την πρωταγωνίστρια σε ένα εστιατόριο να βγάλει τα εσώρουχα της. Της το είπε σχεδόν ψυθιριστά σε ένα ερωτικό τόνο, του απάντησε ότι θυμάται τη σκηνή. Συνέχισε προκαλώντας τη να την επαναλάβουν εδώ αυτή τι στιγμή. Στο χαμηλό φως των κεριών όπου λίγοι θα μπορούσαν να τους καταλάβουν. Εκείνη δίστασε για λίγο, αλλά η μέσα της εκείνος, το κρασί, το πάθος της, η επιθυμία της, την παρακινούσαν σε πράξεις που ίσως να μην επαναλάμβανε ξανά.

Τον ρώτησε τι ακριβώς θα ήθελε να κάνει, άλλωστε το παιχνίδι αυτός το ξεκίνησε. Στην αρχή της ζήτησε κάτι εύκολο, να του δείξει το στήθος της. Βόλευε κάπως το ντύσιμό της αλλά έπρεπε να προσέχει. Ένιωθε να δυσκολεύετε, το σκέφτηκε λιγάκι και με μια αργή κίνηση του χεριού της του έδειξε πλαγίως την ερεθισμένη ρόγα της. Χαμογέλασε κρύβοντας του πάλι το απόκρυφό της ερωτικό στο βλέμμα του στήθος της. Την προκάλεσε να συνεχίσει βγάζοντας το εσώρουχό της. Τα λόγια του περνούσαν μέσα της σαν γλυκός πνιγμός. Όσο και αν δίσταζε συνέχιζε να υποκύπτει στην επιθυμία του. Φορούσε ένα μακρύ φόρεμα που την δυσκόλευε λιγάκι να βγάλει το εσώρουχο της. Όμως σιγά σιγά ίσως βασανιστικά τα κατάφερε. Το έφερε μπροστά του και του το έδειξε κρυφά να μη φανεί στους γύρο.

Κινήθηκε προς την άκρη του καθίσματος του, και της έκανε νόημα να έρθει και εκείνη πιο κοντά. Τα πόδια τους μπλέχτηκαν το ένα ανάμεσα στο άλλο. Σχεδόν ακουμπούσε εκεί που τώρα άρχιζε εκείνη να καίγεται. Έκανε να φτάσει με τη λεκάνη της πιο κοντά του, αλλά την απώθησε. Βιαστική πάντα τη συγκρατούσε και της άρεσε, ήταν το παιχνίδι τους το ερωτικό. Άπλωσε το χέρι του και χάιδεψε το μοιρό της πάνω από το φόρεμα της, αργά αισθησιακά. Έκλεισε τα μάτια της απολαμβάνοντας το άγγιγμα του. Στο μυαλό της άρχισε να εκτυλίσσετε ένα σενάριο γνωστό απόλυτα ερωτικό και δυνατό που βίωνε μαζί του. Τον σκεφτότανε πάλι βίαιο και δυνατό όπως είναι κάθε φορά που κάνουν έρωτα. Γεμάτο πάθος και ένταση. Κράτησε πάλι σφιχτά το χέρι της και κούνησε το πόδι του ανάμεσα της αργά σαν ένα ερωτικό ταγκό. Έκλεισε τα μάτια της σκύβοντας το κεφάλι λίγο μπροστά. Ένιωθε το κορμί της να το διαπερνά το είναι του κα να την τραντάζει. Οι κινήσεις του λιγοστές αλλά αρκετές για μπουν στο μυαλό της και να μεταλλαχτούν σε ερωτικό σενάριο μεταξύ τους. Τον φανταζόταν να τη χαϊδεύει παντού, ξεκινώντας από χαμηλά να ανεβαίνει βασανιστικά αργά προ τα πάνω της. Εκεί που ήθελε να νιώσει το άγγιγμά του εκεί την προσπερνούσε και ανέβαινε κι άλλο στο στήθος της στο λαιμό της στα χείλια της. Ήξερε πως θα τη βασάνιζε μέχρι να μέσα της να νιώθει ότι θα εκραγεί. Τον ήθελε μέσα της εκείνη τη στιγμή, η υγρασίας της την έκανε να ερεθίζεται ακόμα πιο πολύ. Στο μυαλό της ήταν ήδη μέσα της, τον ένιωθε να μπαίνει να την πονά.

Η ανάσα της βάρυνε, ανάπνεε πιο αργά πιο δυνατά. Γύρισε το κεφάλι της σα να μη θέλει να τη προδώσει το βλέμμα της, αποκαλύπτοντας της βαθύτερες της σκέψεις. Άνοιξε τα μάτια της κοιτώντας το κόσμο γύρο της, σχεδόν κανείς δε τους είχε καταλάβει. Όλοι στη λήθη του σκοταδιού και του φωτός των κεριών, εκτός από κάποιον που την πρόσεξε, είδε στα μάτια της το ερεθισμένο της είναι. Σα να φλέρταρε μαζί του σαν να απίστησε στιγμιαία, όμως ήταν ήδη δοσμένη σε εκείνων που τώρα την ερέθιζε τόσο και την έλκυε τόσο έντονα. Μια ενοχή πέρασε μέσα της που έδρασε ακόμα πιο ερεθιστικά στο κορμί της. Τον καταλάβαινε, τον ήθελε με τόσο πάθος που δεν θα άντεχε άλλο. Γύρο από το αιδοίο της ένιωθε το χάδι του και το κορμί της να τρέμει. Τον ρώτησε γιατί το κάνει αυτό τώρα, εκείνη τη στιγμή, γιατί δε σταματάει. Δεν ήθελε να σταματήσει, δεν ήθελε να το αφήσει στη μέση. Της έσφιξε πιο πολύ το χέρι και σα νευριασμένος, σα θιγμένος που τον ρωτούσε της είπε πόσο ήθελε να την δει να τελειώνει εκεί μπροστά του μέσα στο μαγαζί μπροστά σε όλους μόνο για αυτόν.

Έκλεισε τα μάτια της για μια στιγμή σκύβοντας πάλι το κεφάλι της σαν ένδειξη υποταγής. Απότομα το σήκωσε τον κοίταξε έντονα, το ήξερε αυτό το ύφος το βλέμμα. Η ανάσα της δυνατή και γρήγορη, ένιωθε τους σπασμούς της στο χέρι της. Έβλεπε τα έντονα της μάτια να λαμπιρίζουν από το φώς των κεριών, έβλεπε το στήθος της να φουσκώνει να είναι έτοιμο να σπάσει από τις γρήγορες ανάσες της. Το χέρι της να φέρνει αντίσταση δυνατά στο μικρό τραπεζάκι να στηρίζει το κορμί της. Την ένιωθε να τελειώνει χωρίς να την έχει αγγίξει καν.

Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2008

Σοκολάτα

Το επιδόρπιο ήταν καρυδόπιτα με ζεστή υγρή σοκολάτα. Πήρε τη σοκολάτα και άρχισε να χύνει σιγά σιγά πάνω στη κουταλιά γλυκού που τους είχαν σερβίρει. Η ώρα ήταν ήδη περασμένη και το κρασί τους είχε ζαλίσει. Είχαν βγει σαν φίλοι για ένα γεύμα και τίποτα παραπάνω. Όμως καμιά φορά η συζήτηση ανάμεσα σε δύο ξεφεύγει από τα τυπικά και κυλάει σε λόγια που ίσως και να μην έπρεπε. Όντως δεν έπρεπε η αυτό ήταν μια δική τους υπόθεση απλά;

Οι σκέψεις αυτές πέρασαν από το μυαλό και των δύο. Άλλα δίσταζαν να το εκφράσουν μεταξύ τους. Εκεί όμως που η λογική βάζει τελεία ή κάποιο κόμμα η φαντασία αρνείται επιδεικτικά να σταματήσει.

Γεμίζοντας το κουτάλι με τη ζεστή σοκολάτα της το πέρασε αργά αργά στο στόμα. Του χαμογέλασε βλέποντας την κίνησή του και άφησε τη γεύση της σοκολάτας να ερεθίσει γλώσσα και ουρανίσκο.

Δε μπορούσε να μη την φαντασιωθεί άλλο, στο μυαλό του έπαιζε μια σκηνή με πρωταγωνίστρια εκείνη. Δε θα θέλε να την ταΐζει σοκολάτα με το κουτάλι αλλά να την χύνει κατευθείαν στο στόμα της, η και πάνω της. Σκέφτονταν πόσο αργά και βασανιστικά θα κυλούσε στο λευκό της δέρμα. Από τα χείλη της, στο λαιμό της, στο στήθος της γύρω από της ρόγες της. Σα να ένιωθε την ίδια της την γεύση να αναμειγνύετε με τη γλυκιά ζεστή υγρή σοκολάτα. Την ακολουθεί σιγά σιγά σε κάθε της εκατοστό που απλώνετε στο κορμί της. Δε θέλει να την αγγίξει μόνο να τη γεύεται. Αργότερα, αργότερα που ξέρει ότι άλλο δε θα αντέχει, θα τρέμει από ηδονή τότε θα αρπαχτούν και θα γίνουν ένα.

Η σκέψη του μάλλον τον παρέσυρε αρκετά. Δεν κατάλαβε πόσο μέχρι τη στιγμή που άγγιξε με το δάχτυλο του αυτή την αμαρτωλή σοκολάτα. Και δεν ήταν τόσο η κίνηση, αλλά το βλέμμα της. Κάποια άλλη φορά μπορεί να του είχε κάνει και παρατήρηση. Όμως στο παιχνίδι της φαντασίας δεν ήταν μόνος του. Είχε παρέα με ίδιες σκέψεις μάλλον. Σαν να ένιωθε πάνω της αυτή τη θέρμη, να την γαργαλάει, να την ερεθίζει, τόσο που η ίδια είχε γίνει ένα με τη σοκολάτα τώρα. Καυτή, υγρή, με γλυκιά γεύση. Στο μυαλό της είχε παραδοθεί στο χάδι του, στο βλέμμα του. Ήθελε μέσα της να την σκέφτεται γυμνή, να στέκεται μπροστά της, παίζοντας μαζί της χωρίς να την αφήνει να παραδοθεί. Τον φαντάζονταν γυμνό, ακουμπούσε το κορμί του και τον ψηλάφιζε, αργά όσο εκείνος ρουφούσε τη σοκολάτα της από της ερεθισμένες πια ρόγες της. Χαμήλωσε το χέρι της, πέρασε το στήθος του, κατέβηκε στη κοιλία του. Ένιωθε αχόρταγή τον ήθελε εκείνη τη στιγμή τόσο πολύ. Τον κοίταξε στα μάτια και στη πραγματικότητα της και στη φαντασία της. Πήρε λίγο σοκολάτα με το κουτάλι και του έδωσε στο στόμα. Στη φαντασία της, πέρασε το δάχτυλό της από τα χείλι της, το στήθος της, το αιδοίο της, γεμίζοντας το χέρι με σοκολάτα. Χωρίς δεύτερη σκέψη έπιασε το πέος του, κοίταξε πρόστυχα μέσα στα μάτια του και φαντάσθηκε να του λέει πως είναι η σειρά της να παίξει.

Τον έσπρωξε να καθίσει, ακούμπησε το πέος του λίγο πιο πάνω από το εφηβαίο της και άρχισε να κατεβαίνει δημιουργώντας του μια ερεθιστικότατη τριβή. Ήθελε να νιώθει το πέος του σκληρό στη κοιλιά της, ανάμεσα στο στήθος της, έφτασε στα χείλη της, το έπιασε μαλακά με τη παλάμη της και το χάιδεψε με τα χείλια της. Σκληρό δυνατό, άρχισε να το χαϊδεύει με την απαλή της γλώσσα. Κατά όλο του το μήκος ήθελε να νιώσει τη φλέβα του να χτυπά να την καίει. Με μια κάπως απότομη κίνηση το έβαλε στο στόμα της. Σιγά σιγά ανεβοκατέβαινε, με τη φαντασία της να καίει ξέροντας πως κάνει τους παλμούς του να καλπάζουν.

Μεταξύ τους τόση ώρα δεν είπαν λέξη. Κοιτάζονταν και δίνανε ο ένας στον άλλο σοκολάτα. Είχαν έρθει μάλιστα και αρκετά κοντά, με την πρόφαση να είναι πιο κοντά στο γλυκό. Αντί να βάλει στο κουτάλι του όμως την υγρή σοκολάτα, πήρε λίγο με το δάχτυλο και της το πρότεινε. Δίστασε στην αρχή, όμως ήδη στο μυαλό της τον είχε γυμνό να τρέμει από τα φιλία της και τη γλώσσα της. Ρούφηξε τη σοκολάτα από το δάχτυλο του με τον πιο ερωτικό τρόπο. Δεν άντεξε, ήταν η σειρά του, τόση ώρα την βασάνιζε και τον βασάνιζε. Έπιασε το γυμνό κορμί της και την γύρισε από κάτω του. Γλίστρησε μέσα της αργά, όπως το δάχτυλό του έπαιζε με τη γλώσσα της. Μπήκε μέσα της μένοντας για λίγο, τα βλέμματα τους ενωμένα να σπινθηρίζουν από πάθος και ηδονή. Ένιωθε το πέος του μέσα της να τη σκίζει, να την πονά. Ο κόλπος της καυτός, τραχύς και ερεθιστικός. Οι φλέβες του και η υφή του πέους του, η κίνηση του, την αποτελείωνε.

Κοιτάζονταν και ζούσαν τη φαντασία τους, μια ταυτόχρονη συνουσία χωρίς σωματική επαφή έπαιρνε μέρος ανάμεσα τους.

Φαντάζονταν το τέλος τους, πόσο έντονο και πόσο πάθος να ανέβλυσε αύτη η συνύπαρξη τους. Ήθελε εκείνη τη στιγμή να την αρπάξει να της πει πόσο την ποθεί πόσο την θέλει. Ένιωθε τον εαυτό της να βγαίνει από όλη αυτή τη στάση και να του παραδίδεται απόλυτα γεμάτος πάθος και ηδονή.

Το λάγνο περπάτημα όμως της φαντασίας όσο και προκλητικό να είναι, σταματά. Μαζί σηκώνονται και περπατούν προς τ’ αμάξι της. Την κρατά από τη μέση και εκείνη νιώθει τη θέληση του να την γυρίσει πάνω του, να την κρατήσει σφιχτά παίρνοντας ακόμα μια γεύση σοκολάτας από τα χείλια της.

Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2008

Τανγκο

Δύο χρόνια μαθημάτων χορού συμπλήρωναν μαζί. Εκείνος είχε αποφασίσει τυχαία να ξεκινήσει μαθήματα αλλά δε πίστευε ποτέ ότι θα κολλήσει με τον χορό τόσο ώστε να συνεχίσει σε ιδιαίτερα. Στο μικρό χώρο της σχολής συναντιόντουσαν δύο φόρες τη βδομάδα αργά το βράδυ. Συνήθως στο τέλος του μαθήματος είχαν μείνει οι δυό τους και πολλές φορές έκλειναν τη σχολή οι ίδιοι. Κάποιες μέρες αντί για μάθημα συζητούσαν για διάφορα θέματα μεταξύ τους. Μια οικειότητα είχε πια αναπτυχθεί μεταξύ τους. Αυτό θα μπορούσε κανείς να το ξεχωρίσει και στο μάθημά τους. Φαινόταν στο βλέμμα τους και στο τρόπο που του δίδασκε τα βήματα και το ύφος. Θα λέγε κανείς ότι μερικές φορές παρασέρνονταν και οι δύο και χόρευα κανονικά αντί να γίνεται διδασκαλία.

Τη τελευταία φορά μάλιστα εκτός από τον εαυτό του έπιασε και εκείνη να δείχνει πως απολαμβάνει αρκετά την ώρα και το χορό μαζί του. Την είχε δει άλλωστε να διδάσκει και την έβλεπε και τώρα. Μάλιστα κάποια στιγμή την είδε να κλείνει και τα μάτια. Ξαφνιάστηκε, καθώς από την αρχή του άρεσε σαν γυναίκα. Του άρεσε το στύλ της το ύφος της, το παρουσιαστικό της. Δε θα περίμενε ποτέ μια δασκάλα να γοητευτεί από το μαθητή της. Ένα δυνατό ευχάριστο συναίσθημα τον είχε πλημμυρίσει τότε!

Σήμερα θα κάνανε τανγκο, το οποίο του άρεσε πάρα πολύ για το πάθος που του έβγαζε σαν ρυθμός, σα χορός. Όμως σήμερα τα πράγματα ήταν και λίγο διαφορετικά. Θα πρόσεχε ακόμα πιο πολύ εκείνη και τις κινήσεις της. Εκείνη έβαλε τη μουσική και άρχισαν ένα αργό ρυθμό να μπούν στο κλίμα και για ζέσταμα. Πάλι κολλητά ξεκίνησαν, πάλι αυτή τη στιγμή ήρθαν πιο κοντά από όσο έπρεπε για ένα μάθημα.

Προσπαθούσε το τελευταίο καιρό να συντονιστεί να συγκεντρωθεί, αλλά το μυαλό της δεν ακολουθούσε πραγματικά. Έλεγε διαρκώς το ρυθμό του χορού δυνατά περισσότερο για να συγκεντρωθεί η ίδια παρά για να ακολουθήσει εκείνος. Το παραστράτημά της ήταν πως της άρεσε σαν άντρας από τη πρώτη στιγμή, όμως δε κατάφερε ποτέ να τον απομυθοποιήσει και να τον έχει μόνο σα μαθητή. Είχε κάτι που την κόλλαγε πάνω του. Κάτι που δεν είχε συναντήσει μέχρι τώρα στους μαθητές της. Τώρα την οδηγούσε, την είχε του χεριού του στο χορό και δυσκολευόταν να του διδάξει οτιδήποτε. Νόμιζε ότι το έκρυβε καλά.

Είχαν μείνει ακόμα μια φορά μόνοι τους. Άθελα της, του το είπε μόλις μπήκε στην αίθουσα. «Οι δυο μας είμαστε, όλοι οι υπόλοιποι έχουν φύγει.» Βρήκε τότε ευκαιρία εκείνος και χαμήλωσε το φώς. Τον ρώτησε γιατί το έκανε αυτό και της απάντησε ότι ήταν ευκαιρία και για ατμόσφαιρα στο μάθημα, άλλωστε είχε αρκετό φως για να βλέπει. Παρότι ήθελε να του πει να το δυναμώσει το φως πάλι για να φανεί ότι είναι αυστηρή και πως εδώ είναι για μάθημα, απλά του χαμογέλασε και ξεκίνησαν.

Το κομμάτι ήταν αργό με κορυφώσεις στο ρεφρέν του. Στο πρώτο ρεφρέν, στην πρώτη έντονη φιγούρα, την είδε πάλι που έκλεισε τα μάτια της. Σαν να της πήρε τον αέρα, σα να τη ζάλισε η κίνηση του. Την οδήγησε πονηρά εκεί που ήθελε, εκείνη περίμενε πάλι φιγούρα στο ρεφρέν του κομματιού. Δεν άντεξε, παρασύρθηκε από το ρυθμό από το κομμάτι. Πάνω στη κορύφωση την έφερε κολλητά πάνω του την κράτησε και την κόλλησε στον τοίχο της αίθουσας. Την ξάφνιασε, αλλά δε του αντιστάθηκε. Μέσα της τον ποθούσε εκείνη τη στιγμή. Τον ήθελε κάθε φορά που έμπαινε στην αίθουσα και τον έβλεπε. Κοίταξε βαθιά τα έντονα μάτια της που σπινθηροβολούσαν τώρα στο βλέμμα του. Αυθόρμητα σα να είχε τελειώσει ο χορός είχε τυλίξει το ένα της πόδι γύρο του. Τον ένιωθε πάνω της πόσο την ήθελε αυτή τη στιγμή. Πλησίασε τα χείλη του στα δικά της παίρνοντας με όλο του το πάθος το πρώτο της φιλί. Γεύτηκε τα λαμπερά της χείλι σαν το πιο ποθητό γλυκό. Δε χρειάστηκε να μιλήσουν, δε χρειάστηκε να πουν τίποτα. Είχαν ειπωθεί όλα μέχρι τότε. Έμενε να μιλήσει μόνο το πάθος τους και ο αμοιβαίος πόθος τους. Το χέρι του χάιδεψε το λαιμό της, κατέβηκε στον ώμο της, πέρασε αργά από το πλευρό της και επιτέθηκε στο γλουτό της. Στο επιθετικό του άγγιγμα, έκλεισε τα μάτια της να απολαύει ακόμα πιο έντονα τη στιγμή. Γλίστρησαν τα δάχτυλα του ανάμεσα στα πόδια της. Έπιασε το καλσόν την και με δύναμη έσκισε ένα κομμάτι του. Πέρασε το χέρι του μέσα της και σύντομα έσπρωξε στο πλάι το εσώρουχο της. Η ευαίσθητη περιοχή της, ήταν στα δάχτυλα του. Τον κρατούσε σφιχτά πάνω της. Ήταν ήδη απίστευτα υγρή, όπως κάθε φορά που χόρευαν. Χόρευαν τόσο κοντά που η τριβή εκεί χαμηλά ήταν αναπόφευκτη. Και ποιος θα αντισταθεί σε μια τέτοια ηδονή. Εκείνη έβαλε πονηρά το χέρι της στο παντελόνι του, άνοιξε τη ζώνη του, το ξεκούμπωσε. Το παιχνίδι του, το άγγιγμα του, την αποσυντόνιζε και σταματούσε, όμως με μια αποφασιστική κίνηση, πέρασε το χέρι της μέσα από το εσώρουχο του και κράτησε το ερεθισμένο του πέος με δύναμη στη παλάμη της. Τον τράβηξε κοντά της, τον ποθούσε τον ήθελε τώρα. Μπήκε μέσα της γλιστρώντας εύκολα, ήδη υγρή και ερεθισμένη σχεδόν τελείωνε. Η κίνηση τους χορευτική, ερεθιστική, γεμάτη πάθος. Ένα πάθος που περίμενε καιρό να εκδηλωθεί, τώρα έκανε την έκρηξη του μέσα τους. Κινιόταν μέσα της μια αργά μια γρήγορα, σα να ακλουθούσε τα βήματα του χορού τους. Τη φιλούσε και τη δάγκωνε με τόσο πάθος που σύντομα την ένιωσε να εκρήγνυται πάνω του. Βαθιές καυτές ανάσες βγήκαν από μέσα της, με μια φωνή τόσο ερεθιστική, τόσο που τον έκανε να ανάψει πιο πολύ και πάνω στον οργασμό της να ανεβάσει τόσο την ένταση που δεύτερη φορά εκείνη τελείωσε. Τον σταμάτησε. Ένιωσε το κορμί της να θέλει να σταματήσει. Έμειναν κολλημένοι για λίγο. Τον ένιωθε μέσα της σκληρό ανυπόμονο να πάρει τη σειρά του. Τον έσπρωξε πίσω λιγάκι. Και κατέβηκε χαμηλά του. Τον έφερε στο καυτό της στόμα και μέσα της τον πήρε έντονα. Εκείνος, ακούμπησε με τα χέρια του στο τοίχο. Ο τρόπος της μοναδικός, δεν μπορούσε να το εξηγήσει αλλά τον τάραζε, τον έκανε να τελειώσει όσο έντονα δεν είχε τελειώσει ποτέ του.

Γύρισε καθ κάθισε δίπλα της. Έγειρε το κεφάλι της πάνω του και απόλαυσε τα χάδια του για λίγο. Η ώρα να φύγουν είχε έρθει.

Ένα μάθημα τελείωσε, αλλά μια σειρά άλλων είχε αρχίσει πολύ έντονα!

Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2008

Γράμμα;

«Σε έχω ερωτευτεί! Ορίστε το είπα επιτέλους. Δε τολμούσα τόσο καιρό η απλά δε το ένιωθα πραγματικά. Δεν ξέρω τι μου συμβαίνει αλλά νιώθω την ανάγκη να στο πω. Να στο δείξω, να σε κάνω να το καταλάβεις να το νιώσεις μέσα σου. Σε σκέφτομαι. Σε σκέφτομαι από τη πρώτη στιγμή που σε είδα που μιλήσαμε. Η φωνή σου, το βλέμμα σου με μαγέψανε, έστειλαν τη ψυχή μου σε άλλο μέρος έξω από τον εαυτό μου. Ίσως αν ήταν διαφορετικά τα πράγματα να μη σε ερωτευόμουν τόσο παρουσία των ονείρων μου.

Διαβάζω τη παράγραφό μου και μου φαίνετε μικρή, μακάρι όμως να ήξερες πόσα συναισθήματα κλείνω μέσα της. Πόσα ακόμα θα ήθελα να σου πω αλλά κολλάει το μυαλό μου. Η σκέψη μου γυρνά διαρκώς στις λίγες καθημερινές στιγμές που ζούμε και απολαμβάνουμε μαζί. Πραγματικά νιώθω να χάνομαι δίπλα σου, κάθε φορά που τα έντονα σου μάτια με κοιτάζουν.

Θυμάμαι τότε που μεθυσμένη μου είχες πεί πόσο ερωτευμένη είσαι μαζί μου, πόσο με θαυμάζεις. Να ξέρες μόνο πόσο στο ανταποδίδω κάθε ώρα που είμαι μακριά σου, κάθε στιγμή κοντά σου. Νιώθω ότι μου λείπεις διαρκώς ότι χωρίς εσένα δεν υπάρχω. Μου δίνεις δύναμη να κερδίσω το κόσμο. Και τι είναι ο κόσμος; Τίποτα μπροστά στον έρωτα σου, τίποτα όταν σε έχω δίπλα μου. Είσαι ο κόσμος ο δικός μου. Όσα έχω χτίσει όσα έχω επενδύσει.

Σου καταθέτω τη ψυχή μου, το κορμί μου, τη ζωή μου την ίδια. Τα αξίζεις να τα πάρεις να τα κάνεις άνω κάτω ή να τα βιώσεις στο έπακρο.

Θυμάμαι στιγμές που περνάμε μαζί, θυμάμαι στιγμές πάθους και έρωτα. Αυτό το πάθος σου πόσο με ταράζει, πόσο με κατακτά κάθε φορά που το βιώνω. Όπως προχτές που πάλι ήμασταν μαζί και γευόμασταν ο ένας το κορμί του άλλου. Που πάλι γίναμε ένα τόσο παθιασμένα τόσο άγρια τόσο μπερδεμένα. Στη γλώσσα μου ακόμα γυρνάει η γεύση του φιλιού σου, η γεύση του κορμιού σου, των χυμών σου. Φέρνω στο μυαλό μου όλες τις στιγμές που ζήσαμε. Πως με δίψα σε έφερα κοντά μου, δάγκωσα τα τρυφερά κατακόκκινα χείλι σου. Θυμάμαι και το ζω σαν τώρα. Να, με νιώθεις; Πάλι φιλώ το λαιμό σου και τα χέρια μου χαϊδεύουν τα μαλλιά σου. Σε ξαπλώνω πάλι στο πάτωμα με το φώς αμέτρητων κεριών να ανακλούν στο υπέροχο κορμί σου. Το κόκκινο του χαλιού να σου δίνει μια άλλη χροιά, μια ακόμα πιο σαγηνευτική μορφή. Ναι σε θέλω τώρα, σε ποθώ έντονα, άγρια με όλο μου το είναι. Θέλω πάλι να σε νιώσω, να γευτώ πάλι το λαιμό σου, να δαγκώσω απαλά τα στήθη σου και να παίξω με τις κερασένιες ρόγες σου. Αργά πάλι να φιλήσω την κοιλία σου, να γαργαλίσω τον αφαλό σου να σε ακούσω να χαμογελάς.

Μια ιεροτελεστία να τελέσω πάνω στο θεσπέσιο κορμί σου. Θέλω να με θέλεις να με ποθείς. Να με ζητάς, να πονάς και να μη σου δίνομαι. Γελώντας πονηρά θα σου απαγορεύω να κάνεις ότι θες. Γιατί ξέρω, σε βλέπω, θες να έχεις το πάνω χέρι. Αλλά δε θα σου περάσει, όχι αυτή τη φορά είναι δικός μου ο ρόλος. Εσύ θα απολαύσεις και θα είσαι το έρμαιό μου. Θα κατέβω χαμηλά εκεί που πονάς που τρέμεις, εκεί που θέλεις να σε ακουμπήσω πιο πολύ. Γύρω γύρω θα σε βασανίσω με αμέτρητα φιλία και από τους χυμούς σου δε θα πιώ ακόμα. Ίσα που θα σε ακουμπώ λιγάκι, ελάχιστα. Ξέρω τα χέρια σου θα με σπρώχνουν να σε ρουφήξω να νιώσουν το στόμα μου, τη γλώσσα μου να σε χαϊδεύει με πάθος και ένταση. Όμως όχι…βιάζεσαι πολύ και θέλω να βασανίζεσαι, θέλω να εκνευριστείς ναι να φουντώσεις πριν νιώσεις το άγγιγμα μου καυτό πάνω στην ευαίσθητη σου σάρκα. Τότε μόνο θα σε αγγίξω τότε θα ακούσω μέσα από το κορμί σου να βγαίνουν οι αναστεναγμοί σου. Πόσο θα αντέξεις για κάτι παραπάνω αναρωτίεμε και παίζω μαζί σου. Παίζω με το θέλω σου με το πάθος σου. Σκέφτομαι ότι δε μπορώ να δω τα μάτια σου τώρα. Μόνο με την αφή μου, την ακοή μου, τη γεύση μου μπορώ να καταλάβω πως νιώθεις και τι αισθάνεσαι. Θα φτάσεις να μου λες ότι κοντεύεις ότι με θες μέσα σου βαθιά. Και θα σε ταλαιπωρήσω λίγο ακόμα. Αρκετά όμως για να αισθανθώ σε λίγο το σώμα σου να σπάει από τα τραντάγματα του οργασμού. Τότε θα ανέβω και απότομα θα μπω μέσα σου. Με όλο μου το είναι θα διεκδικήσω το κορμί σου να κολλήσει στο δικό μου. Θα γλιστρήσω εύκολα μέσα σου. Η φωνή σου θα βγαίνει πάλι βαθιά μέσα από τα στήθη σου καθώς θα τελειώνεις δυνατά καθώς θα νιώθω να με σφίγγεις μέσα σου με όση δύναμη σου έχει απομείνει. Τότε θα κοιτώ τα μάτια σου και έρωτα θα κάνω με τη ψυχή σου, το μυαλό σου, το κορμί σου, με όλο σου το είναι.

Δεν αντέχω θέλω να έρθω να σε βρω. Ο έρωτας αναβλύζει από τη καρδία μου. Οι σκέψεις μου με στοιχειώνουν και θέλω να έρθω να σε βρω.


Θα έρθω να σε βρω…»

Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2008

Τέλος

“Φυγεεεεεεεεεε….» Ούρλιαξε κλαμένη μπροστά του. «Φυγεεεεε δε μπορώ άλλο άσε με ήσυχη.» Εκεί που μπήκε σπίτι του νευριασμένη αποφασισμένη για όλα. Τώρα ο κόσμος της γκρεμισμένος στεκόταν μπροστά του. Μπορεί και όχι γκρεμισμένος αντίθετα πολύ πολύ γερά κτισμένος τόσο που να μη μπορεί να πέσει για τίποτα. «Δε μπορώ άλλο δεν αντέχω δεν γίνετε αυτό που συμβαίνει δε με καταλαβαίνεις; Θέλω να τελειώσουμε να μην υπάρχουμε να μην υπάρχεις να μην σε σκέπτομαι πια καθόλου. Πονώ, πονώ ολόκληρη, καταλαβαίνεις, πονάει η ψυχή μου, το σώμα μου, νιώθω τη καρδιά μου να σταματά να μη μπορεί να χτυπήσει. Χάνομαι.» Την κοιτούσε άναυδος, ήξερε πολύ καλά για τι του έλεγε.. το είχαν ξανασυζητήσει.

«Χάνομαι δε μπορώ, χάνω τον εαυτό μου μαζί σου, δεν υπάρχω δε ζω πια, δεν έχω τίποτα.

Είμαι έξω και σκέπτομαι εσένα.
Είμαι με παρέα και πάλι σε σένα είναι το μυαλό μου.

Τρελαίνομαι δεν αντέχω. Δεν ακούω τι λένε οι άλλοι γύρω μου. Σκέπτομαι μόνο που είσαι, τι κάνεις και πως, σκέπτομαι λεπτομέρειες και σκηνικά, ζηλεύω και παρασέρνομαι σε σκέψεις που με πληγώνουν, ακόμα και αν δεν ισχύουν.» Τα μάτια της κοκκίνιζαν σιγά σιγά, όμως για μια στιγμή έλαμψε σα να της ήρθε ο θύμος πάλι.
«Δε φτάνει όμως αυτό, μετά το μυαλό μου γέρνει στον ερώτα μας στον ερώτα σου σε θέλω διαρκώς, παθιασμένα, δυνατά, βίαια, θέλω να με κάνεις ότι καλύτερο και ότι χειρότερο. Να όπως χτες βράδυ που είχαν βγει με τα παιδιά. Πήγαμε για φαγητό. Όλοι απολαυσαν την παρέα το φαί, το μυαλό μου ήταν σε σένα. Σκεπτόμουν πόσο θα ήθελα να ήσουν κάπου εκεί να βρεθούμε σε κάποιο σημείο κρυφό να με πάρεις δυνατά να μπεις μέσα μου να με τελειώσεις. Δεν άκουγα τι μου έλεγαν. Τόσο που με κορόιδευαν. Σκεπτόμουν να δαγκώνεις το κορμί μου να με κάνεις να τρέμω να πονώ να αναστενάζω ολόκληρη και πιο δυνατά ολόκληρη και πιο έντονα. Είχαν σκύψει και έτρωγα μήπως και σταματήσω να σε σκέπτομαι μη και δουν το βλέμμα μου που με προδίδει όταν σκέπτομαι να είσαι μέσα μου.»

Έκανε μια παύση, περπατούσε μπροστά του νευρική όσο του μιλούσε, προσπάθησε να απαντήσει αλλά δε τον άφηνε. Όσο μίλαγε τόσο χειρότερα γίνονταν. Τα δάκρυα της άρχιζαν να τρέχουν ολόκληρη και πιο πολύ.

«Σε παρακαλώ άφησε με» του φώναξε ξεσπώντας σε λυγμούς πέφτοντας γονατιστή στο πάτωμα και ουρλιάζοντας σε αυτόν.

«Φύγε από τη ζωή μου θέλω να χωρίσουμε! Δε θέλω να είμαστε πια ένα! Με βασανίζεις η σκέψη σου όσο με κάνει να τρελαίνομαι και να λιώνω άλλο τόσο με καταστρέφει. Καταστρέφομαι κοντά σου. Δεν είμαι εγώ πια δεν είμαι εκείνη που αγάπησες που ήθελες. Όσο και να με αγαπάς τώρα. Αυτό πρέπει να τελειώσεις. Καταλαβαίνεις τον πόνο που με σκίζει που με καταστρέφει. Πονάει η ψυχή μου ρε αιμορραγώ ρε. Σε σκέπτομαι και αιμορραγώ πεθαίνω νιώθω το αίμα μου να μην κυλά πια δεν έχω όρεξη για τίποτα. Τσακωνόμαστε και κλαίω ώρες ασταμάτητα για το τίποτα. Δε μπορώ να κοιμηθώ τα βράδια. Έχω εξάρτηση και δεν αντέχω άλλο.»

«Να δες εδώ κοίτα» Του φώναξε σηκώνοντας τα μανίκια της. «βλέπεις τα σημάδια. Έχω παρανοήσει θέλω να πεθάνω. Ξέρεις γιατί σταμάτησα ξέρεις; Γιατί δε πονούσα. Δεν ένιωθα πόνο. Στο μυαλό μου ήσουν εσύ και δεν ένιωθα τον πόνο από το γυαλί να με κόβει. Δε φοβήθηκα το θάνατο και φοβήθηκα εσένα. Αυτή η σχέση πρέπει να τελειώσεις. Δεν είναι σχέση είναι ψύχωση είναι αρρώστια δε μπορώ άλλο»

Τα δάκρυα της έλουζαν το πρόσωπο της χάλασαν το μακιγιάζ της που είχε γιατί νόμιζε ότι θα κρατηθεί. Ήθελε να πάει με αξιοπρέπεια να του πει ότι τελειώνουν. Αλλά δε τα κατάφερε. Δεν μπορούσε άλλωστε να κρατηθεί. Τα δάκρυα λέρωσαν το πουκάμισο της αλλά δε την ένοιαζε καθόλου πια δεν την ένοιαζε τίποτα. Μόνο να τελειώσεις.

«Άσε με να φύγω. Μη με κυνηγάς, αν με έχεις αγαπήσει αν με καταλαβαίνεις κάνεις αυτό που σου λέω. Μη με καταστρέφεις άλλο. Δεν αντέχω. Κράτα αυτό που είχαμε ή διέγραψε το αν μπορείς, εγώ θα το σβήσω όσο καλύτερα μπορώ γιατί με πονάει με βασανίζει. Δεν είναι όπως πριν πέντε χρόνια που ήμασταν απλά ερωτευμένοι που επικοινωνούσαμε με λόγια μόνο κάναμε πλάκα. Δεν περνάμε πια καλά. Ο έρωτας μας, μας κατατρώει. Βλέπω και σένα πόσο μαραζώνεις δεν είσαι ο ίδιος πια, δεν είσαι αυτός που αγάπησα. Είσαι άλλος ένα κόλλημα μια παραίσθηση πια.»

«Άσε με να πάω αλλού να βρω κάτι άλλο κάτι μέτριο κάτι λίγο. Μου πήρες και σου πήρα τα πάντα και ακόμη περισσότερα και δε μας βγήκε σε καλό. Δε θα απόλαυση ποτέ τη ζωή το ίδιο ξανασυζητήσει το ξέρεις δε θα είναι ποτέ ο κόσμος ο ίδιος μακριά σου αλλά δεν αντέχω άλλο. Μαζί σου η θα με αφήσει η καρδιά μου η θα αυτοκτονήσω. Πονάω, αιμορραγώ, πεθαίνω σιγά σιγά μέρα με τη μέρα.»

«Μη με κυνηγήσεις σε παρακαλώ άσε με… γιατί ξέρω πως δε θα αντισταθώ ξέρω πως θα γυρίσω σε μια ελπίδα να μην υπάρχεις η εξάρτηση. Όμως θα είναι αυταπάτη και σύντομα πάλι θα 'μαι εδώ στα πόδια σου να σε παρακαλώ να χωρίσουμε. Όσο και αν πονάει όσο και αν αυτό σημαίνει πως σκοτώνω το είναι μου. Θα φτιάξω άλλο. Μισός θάνατος θα είναι αλλά καλύτερα από τη ζωή μου τώρα.»

Η μονή αντίδραση του ήταν το κλάμα του. Ήξερε πως όσα έλεγε τα ένιωθε και εκείνος ήξερε ότι έπρεπε να τελειώσεις. Σκούπισε τα μάτια του, την κοίταξε, μπήκε μέσα της για μια τελευταία φορά κινάνε ερώτα απλά με ένα κοίταγμα. Γύρισε το βλήμα του αλλού…

«Να ξέρεις… δε μπορώ… φύγε τώρα…»

Απόσταση

«Έλα τι κάνεις; Πως είσαι;» η σταθερή του ίσως και μονότονη κουβέντα για να αρχίσει το τηλεφώνημα. Ήταν ο τρόπος του να δείχνει το ενδιαφέρον του για εκείνη. Ήθελε να μάθει τα πάντα της. Ικανός να την ακούει για ώρα να του μιλάει στο τηλέφωνο. «Δύσκολη μέρα σήμερα» του παραπονέθηκε, «Κόσμος στη δουλειά, μετά κάτι τρεξίματα από δω από εκείνη..» Συνέχισε να του λέει για την μέρα της. Του είπε πόσο χρειάζονταν ξεκούραση, κάτι να τη χαλάρωση από όλο αυτό το στρες.

Δεν πήγαινε καιρός που είχαν γνωριστεί, και η επικοινωνία τους βασιζόταν κυρίως στο τηλέφωνο. Εκείνη συνήθως απέφευγε να εκφράσει έτσι τα συναισθήματα της για εκείνον. Το είχε κάνει ελάχιστες φορές αλλά τουλάχιστον ήταν αρκετά έντονη και γλαφυρή. Αυτό του έδινε την αφορμή να συνεχίσει να την κυνηγάει.

«Είναι και αυτή η απόσταση μεταξύ μας που με κουράζει, χρειάζεσαι τόσες ώρες για να έρθεις εδώ, και δε θα σαι εδώ αν σε χρειάζομαι» του είπε κάποια στιγμή. Εκείνος έκανε μια μικρή παύση, «Με χρειάζεσαι τώρα;» τη ρώτησε, ήξερε πως καθαρή απάντηση πιθανόν να μην πάρει άλλα πάντα την προκαλούσε. «Θα ήθελα να ήσουν εδώ ναι», μια απάντηση που τον ξάφνιασε λιγάκι.
-Σκέψου απλά ότι είμαι
-Ωραία σκέψη αλλά…
-Ακούει μόνο.. Σκέψου ότι είμαι εκείνη, σε έχω στην αγκαλιά μου, χαϊδεύω τα χέρια σου το πρόσωπο σου, τα μαλλιά σου. Χαλάρωσε, και άσε όλη σου την κούραση να χαθεί να την πάρω από μέσα σου να την εξαφανίσω.
Ίσως να ήταν η δύσκολη μέρα αλλά αποφάσισε να αφεθεί στα λόγια του. Ξάπλωσε στο καναπέ της και τον φαντάστηκε να την κρατά απαλά στην αγκαλιά του. Δεν είχε ξανακάνει κάτι τέτοιο στη ζωή της και παρότι στη σκέψη της φαινόταν ξένο, τώρα αυτή τη στιγμή το ένοιωθε οικείο, ζωντανό σα να ήταν εκείνη. Άφησε τη φαντασία της να χάνετε στα ζωηρά του χαμηλόφωνα λόγια του. Τους χώριζαν πολλά χιλιόμετρα και πολλά μεταξύ τους δεν είχαν συμβεί παρότι ήθελαν και οι δυο κάτι παραπάνω. Αυτή ίσως ήταν μια ευκαιρία να το νιώσουν έστω και λεκτικά καλύτερα. Την άρπαξαν μάλλον και οι δυο. «Το χάδι μου κυλάει στον λαιμό σου, στους λοβούς των αυτιών σου, σκέπτομαι ότι θέλεις πιο πολλά χάδια ακόμα αλλά θα το καθυστερήσω ακόμα πιο πολύ. Λίγο στο χέρια στο λαιμό στα μαλλιά ισα ισα να σ ακουμπώ να σε νιώθω να ανατριχιάζεις. Υπέροχα είναι τα χείλι σου, η αφή μου λέει πόσο ποθητά είναι και πόσο γλυκιά γεύση έχουν. Το ίδιο εκφράζουν και τα δικά μου. Νιώθω το άγγιγμα τους στα δικά μου, απλά με γεύση μοναδική. Το ίδιο και ο λαιμός σου, μια δαγκωνιά εδώ μια εκείνη. Μικρές δαγκωματιές να αναστατώνουν την ύπαρξη σου. Έντονα φιλιά και γεύομαι το δέρμα σου. Χαϊδεύω περισσότερο το κορμί σου, την ίσια κοιλία σου, Πέρνα το χάδι μου κάτω από το ρούχο σου, θέλω να νιώσω την ύφη σου την θερμότητα σου»

Ένιωσε να παρασύρετε, η φαντασία της κυλούσε αβίαστα και εκείνη που άλλη φορά θα άλλαζε θέμα ίσως και να τον μάλωνε, τώρα αφέθηκε με ένα απλό χαμηλόφωνα «ναι…» στις διαθέσεις του.

«Πόσο μ αρέσεις, πόσο νιώθω να σε ποθώ. Το δέρμα σου είναι γλυκό και αλμυρό, υπέροχο και δροσερό. Χαϊδεύω κάθε χιλιοστό σου κάθε κύτταρο σου με ένα απαλό άγγιγμα που σ ανατριχιάζεις και σε κάνει να θέλεις κι άλλο, να μη θες να σταματήσω. Καθυστερώ, οι κινήσεις μου είναι αργές, βασανιστικές» Στα λόγια του την άκουγε να ανασάνει βαριά, η καρδιά του κτύπαγε έντονα καθώς συνέχιζε το δρόμο του.

«δεν αντέχω αυτά τα ενδύματα, τα αφαιρώ σιγά σιγά, όσο σε έχω στην αγκαλιά μου, Τα χείλι μας ενώνονται ξανακάνει και ξανακάνει καθώς μένουμε όλο και πιο εκτιθέμενοι ο ένας στον άλλο. Νιώθω τη θέρμη σου να με καίει, νιώθω να σε θέλω όσο τίποτα άλλο.»

Ο ερωτικός του λόγος την παρασέρνει, την κάνει να το νιώθει αληθινό. Σχεδόν παραλύει στο άκουσμα του αλλά δε θέλει να απομονωθεί, όχι τώρα θέλει να τον ακούσει να την εξερευνά κι άλλο πιο πολύ. Χαϊδεύει το λαιμό της τη κοιλία της τα χείλι της.

«Μη κάνεις εσύ τίποτα, άσε με μένα να υπάρχω μόνο πάνω σου, μόνο τα δικά μου χάδια να αισθάνεσαι. Νιώσε με παντού σου. Τα φιλιά μου σκορπίζουν σ όλο σου το κορμί κατεβαίνω αργά από το λαιμό στο στήθος σου, ρουφώ λίγο της ρώγες σου και ισα ισα τις δαγκώνω, σε χαϊδεύω και νιώθω τον ερεθισμό που έχουν καθώς τις βλέπω να μεγαλώνουν. Έχω τη γεύση τους στην άκρη της γλώσσας μου. Συνεχίζω αργά, λατρεύω την κοιλία σου, όπως μ αρέσεις όπως τη φανταζόμουν, δεν αφήνω να πάει χαμένη η διαδρομή κα μένω λίγο εδώ. Σε γεύομαι και σαι αισθάνομαι. Αφήνω τα χέρια μου να παίζουν με το κορμί σου σε αμέτρητα χάδια απαλά η δυνατά. Κάνω λίγο να κατεβώ, ακούω την ανασάνει σου, βάρυνε. Μη βιάζεσαι… περίμενε… ξέρω τι θες. Η μυρωδιά σου είναι υπέροχη, ταράσσει τον κόσμο μου. Κατεβαίνω πιο χαμηλά σου. Όχι δε θα μείνω στην ευαίσθητη περιοχή σου συνεχίζω στους υπέροχους μηρούς σου. Αυτά τα πόδια σου είναι τόσο τέλεια θέλω κι άλλο και κατεβαίνω στη γάμπα σου. Σε δαγκώνω ισα ισα να πονέσεις.»

Θα περίμενε να καταλαβαίνει τη διάφερα, όμως το μυαλό της σήμερα έπαιζε παράξενο παιχνίδι, τον ένιωθε πραγματικά πάνω της, ένιωθε τον πόνο από τα δαγκώματα του, όχι δεν ήταν πραγματικό, ένα όνειρο ήταν ένα πραγματικό όνειρο.

«Εδώ θες ε; Εδώ που νιώθεις το πόνο πιο πολύ, εδώ που τα σώθηκα σου σπάνε. Εδώ φιλώ τα πάντα σου τα χείλια σου και σε γεύομαι. Γεύομαι και πίνω τους χυμούς σου. Δε σου φτάνει θες πιο πολλά;» Την ακούσει να αναστενάζει. «Συνέχισε, συνεχίσει πιο έντονα μη σταματάς» Κι όμως ήταν ακίνητη δεν έκανε τίποτα στον εαυτό της, άλλο το κορμί της είχε παραδοθεί, είχε το δικό του εαυτό δεν την άκουγε. Τον ένιωθε εκείνη κάτω της να την ανάβει να την τελειώνει, χωρίς καν να την ακουμπήσει τίποτα. Ζαλίστηκε από τα λόγια του κι όσο της περιέγραφε τόσο πιο πολύ πονούσε. Τον ένιωθε τώρα μέσα της, ένιωσε το σώμα της να ταράζετε και να συσπάτε. Της δημιουργούσε τον πιο απολαυστικό της οργασμό. Τραντάζονταν το είναι της σε κάθε του λέξη.

Δική μου

«Να πας να κάνεις και ότι θες! Να περάσεις και όσο πιο καλά μπορείς. Κάνε ότι γουστάρεις… και με άλλον αν θες πήγαινε. Αρκεί να μη το μάθω, να μην μου βάλεις την υποψία ότι τρέχει κάτι! Αρκεί να μη καταλάβω τίποτα στο λέω. Δε θέλω να καταλάβω το παραμικρό παραστράτημα. Αν είναι να το κάνεις, πρόσεξε να μη σε καταλάβω.»

Ο ήχος του κινητού της την έβγαλε λίγο από τη συζήτηση στο βραδινό γεύμα με τη παρέα. Έσκυψε λίγο σα να μη θέλει να δώσει στόχο ότι μιλάει και να μην ενοχλήσει αλλά ούτε και να φύγει από τη παρέα. «Έλα, τι έγινε και παίρνεις βραδιάτικα, σου είχα πει ότι θα είμαι σε ξένο σπίτι για φαγητό». Η φωνή του ακουστικέ βαριά και με κοφτό λόγο της είπε πως σε 2 ώρες θα είναι εκεί. «Πας καλά…» δε πρόλαβε να τελειώσει τη φράση της «Ξέρεις που θα σε βρω, σε 2 ώρες να είσαι έτοιμη…». Η κλήση τερματίστηκε. Της το έκλεισε πριν προλάβει να του απαντήσει. Ταράχτηκε έπρεπε να φύγει πιο νωρίς από ότι σκόπευε και έπρεπε να το κάνει μόνη της. Πως θα έλεγε στους συνοδούς της τώρα τι συνέβη αναρωτήθηκε. Βιαστικά, τους είπε πως δεν είναι και πολύ καλά και θα πρέπει να γυρίσει στο ξενοδοχείο μόνη της. Ο ένας που εδώ και μέρες την φλέρταρε έως και έντονα, προσφέρθηκε να την συνοδεύει. Το βλέμμα της όμως αυτή τη φορά ήταν αυστηρό και έδειχνε να εννοεί αυτό που έλεγε. «Όχι θα πάω μόνη μου».

Είχε περάσει ήδη μια ώρα μέχρι να πάρει την απόφαση να φύγει, το σημείο συνάντησης ήταν άλλο τόσο μακριά. Αναρωτιόταν τι το ήθελε σήμερα να απομακρυνθούν τόσο πολύ. Φόρεσε τη καπαρντίνα της και έφυγε βιαστικά. Της ήταν πάντα δύσκολο να οδηγήσει με τις γόβες αλλά τώρα ήταν έκτακτο και το άγχος της δε την άφηνε να σκεφτεί κάτι τέτοιο. Μπήκε στο αμάξι και ξεκίνησε.

Από μακριά την είδε να στέκετε κάτω από το χλωμό φως της κολώνας της ΔΕΗ μπροστά στο πεζούλι. Σε γνωστό σημείο που είχαν περάσει και τους άρεσε πολλές φορές στο παρελθόν. Στέκονταν εκεί με τα πόδια ενωμένα, τα χέρια σταυρωμένα κάτω απ το στήθος της με το τσιγάρο της να τρέμει στο χέρι της. Κάπνιζε νευρικά. Αν και είχε σταματήσει τόσο καιρό σήμερα δεν αντιστάθηκε.

«Δεν νομίζω ότι σου έδωσα κανένα δικαίωμα να έρθεις εδώ απρόσκλητος, πόσο μάλλον στις 2 το πρωί. Ούτε έκανα κάτι για να νομίζεις ότι απίστησα και να δράσεις έτσι» Του είπε με τρεμάμενη αγχωμένη φωνή. Εκείνος σταματήσει μπροστά της την κοίταξε στα μάτια την παρατήρησε την εξερεύνησε. Κοίταξε τη μαύρη της μάσκαρα τη γραμμή του μολυβιού της, το κατακόκκινο κραγιόν της, τα σπαστά μαλλιά της. Φανερά εκνευρισμένη κάπνιζε τώρα, τρέμοντας. Είδε το ντύσιμο της, αρκετά επίσημο για διακοπές με παρέα, τα δάχτυλα της τα μακριά που τα θαύμαζε με άψογα βαμμένα κόκκινο της φωτιάς νύχια.
«Γιατί εκνευρίζεσαι και αγχώνεσαι, γιατί τρέμεις; Σε διέκοψα από κάτι, από το φλερτ σου από τον εραστή σου;»
«Ναι με διέκοψες!!!» Του είπε με πιο υψηλό και έντονο τόνο.
«Ήμουν με το γκόμενο, θες κάτι;» Συνέχισε με τόνο προκλητικό ύφος. Ήθελε να πει κι αλλά ίσως χειρότερα από τα νευρά, της απρόσμενης επίσκεψης του. Όμως δε πρόλαβε. Τη χαστούκισε όχι δυνατά, αλλά αρκετό ήταν. Ποτέ δεν είχε σηκώσει χέρι πάνω της. Όμως αυτή τη φορά ένιωσε διαφορετικά. Ένιωθε ότι δεν υπήρχε άλλος τρόπος να τα βγάλει πέρα μαζί της ένιωθε ότι έπρεπε να το κάνει τα νευρά του τον ωθούσαν τον έσπρωξαν. Δεν ήταν ώρα για συζητήσεις και αυτή ήταν από τους ελαχίστους ανθρώπους που μπορούσαν να τον αντιμετωπίσουν στο λόγο. Για αυτό και συχνά την αποκαλούσε επικίνδυνη γυναίκα. Εκείνη έμεινε λιγάκι άναυδη, άφησε από τα μακριά της δάχτυλα να πέσει κάτω το τσιγάρο και έκανε να ανταποδώσει το χτύπημα. Όχι δεν είχε πονέσει αλλά δε θα του περνούσε. Της έπιασε το χέρι πριν προλάβει να τον χτυπήσει. Την κοίταξε αγριεμένος και την έφερε πάνω του. Γύρισε το κεφάλι της στα πλάγια να μη τον βλέπει και να μη κοιτάει το πρόσωπο της. Το χέρι της πονούσε από τη δύναμη του. Τον ένιωθε ταραγμένο, νευριασμένο.

Έπιασε τη μέση της και την κύλισε πάνω του. Έσκυψε στο λαιμό της και με κλειστά μάτια απόλαυσε το άρωμα της. Πάνω στο δέρμα της αυτό το άρωμα γίνονταν μια άλλη 6η 7η αίσθηση. Το χέρι του χάιδευε το κορμί της.

«Όχι… μη… δεν είμαι δική σου» ψέλλισε εκείνη καθώς ένα δάκρυ χάλασε το σχέδιο του μολυβιού της. Δεν ήταν δάκρυ πόνου, ούτε στενοχώριας. Ένιωθε το σώμα της πάνω του να τρέμει. Δάκρυζε γιατί τη διεκδικούσε, ήξερε ότι ήρθε για εκείνη και μονό. Πως αδιαφορούσε για τους φίλους του και το χρόνο του. Δάκρυζε από ηδονή και το σώμα της έτρεμε. Ένιωθε την διεκδίκηση του.
«Σταμάτα.. δεν είμαι δική σου» του ψιθύρισε ξανά καθώς ένιωθε το χέρι του στο μοιρό της να τη χαϊδεύει να την αγκίζει. Ένιωθε ότι την διεκδικούσε από τα πάντα, όχι από ένα τυχαίο φλερτ ούτε από κάποιον που της άρεσε. Την διεκδικούσε από το τίποτα από κανέναν, την διεκδικούσε από τον ίδιο της τον εαυτό. Ποτέ της άλλωστε δε κοίταξε διαφορετικά κάποιον τρίτο. «Μη σε παρακαλώ» ψιθύρισε πάλι. Το χέρι του μπήκε κάτω από τη φούστα της. «Όχι, όχι μη.. δεν σου ανήκω» του έλεγε σιγανά και αργά με τόνο που δε το εννοούσε.

Έφτασε στο εσώρουχο της, το δέρμα της το ένιωθε δροσερό απαλό λείο. «Δεν σου ανήκω» του ψέλλισε ξανά κι εκείνος τράβηξε με δύναμη το εσώρουχο της που κομματιάστηκε. Ένας αναστεναγμός βγήκε από μέσα της. Τον έκρυψε όμως ίσα που ακούστηκε. Της ανασήκωσε τη φούστα, και μισογδυθικε όσο έπρεπε ο ίδιο. «Όχι σε παρακαλώ». «Είσαι δική μου» της απαντήσει με άγριο πάθος στο αυτί της και γλίστρησε μέσα της. Σηκώσει το πόδια της και τον αγκάλιασε να τον φέρει πιο κοντά της. Εκεί κάτω από το χλωμό φως της τρεμάμενης λάμπας, ένιωθε τη καρδιά της να σπάει, τα μάτια της δάκρυσαν και τα νύχια της καρφώθηκαν στη πλάτη του. Την πίεσε πιο κοντά του και έμπαινε μέσα της αργά. Ένιωθαν την επαφή τους έντονη και αργή. Το σώμα της έτρεμε σε κάθε του κίνηση. Αυτή τη φορά δεν ήταν μονό σεξ, δεν ήταν απλά έρωτας ούτε αγάπη, ήταν όλα αυτά μαζί, της έκλεβε όλο το είναι της όλη τη ψυχή της. Του παρέδιδε τα πάντα και ακόμα πιο πολλά. Γιατί ακόμα και τα πάντα εκείνη τη στιγμή έδειχναν λίγα.

Η ανάσες τους βάρυναν, η στιγμή κρατά αιωνία και τα σώματα τους λίγα λεπτά. Ένιωθε το κορμί της να τρέμει να συσπάτε. Δεν είχε ξανανιώσει ποτέ κάτι τόσο έντονο. Ένιωθε και εκείνον να βράζει πάνω της ένιωθε το πάθος του να την τυλίγει. Έτρεμαν και οι δυο μαζί, δε κοιτάζονταν, τα μάτια τους ήταν κλειστά. Δε χρειάζονταν καν να δουν. Επικοινωνούσαν με τη σκέψη τους με τα είναι τους. Το τέλος τους ήρθε ταυτόχρονα και στους δυο. Τον ένιωθε να την καίει καθώς το κορμί της έσπαγε σε κομμάτια σε κάθε του κίνηση.

Δεν έμεινε, έφυγε το ίδιο βραδύ. Δεν κάθισε ούτε να τα πουν ούτε τίποτα παραπάνω. Εκείνη γύρισε στο ξενοδοχείο ξεσπώντας σε κλάματα στο κρεβάτι της. Δεν μπορούσε να ελέγξει τώρα τα συναισθήματα της. Τον ήθελε ήταν δική του για πάντα και αυτό την έκανε να τρέμει να ταράζει όλο της το είναι.

Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2008

Πρωτόγνωρο

Η ανάσα του βαριά και το βλέμμα της απλανές. Ότι είχε μόλις συμβεί δε μπορούσε να περάσει από το μυαλό του. Η καρδιά του χτυπούσε σα τρελή, μόνο αυτό ίσως μπορούσε να ακούσει μέσα στο χαμηλό φως που τους κάλυπτε στο μικρό δωματιάκι. Τα μάτια της γυάλιζαν, λαμπίριζαν και ένα ελαφρό χαμόγελο είχε σχηματιστεί στα χείλη της. Προσπαθούσε να καταλάβει τι σκέπτονταν εκείνη τη στιγμή ακουμπισμένη δίπλα του. Που και που γυρνούσε να τη κοιτάξει με την άκρη του ματιού του. Λίγο πριν είχε χωθεί στην αγκαλιά του σαν παιδάκι. Τώρα κάθονταν και οι δυο ήρεμοι. Όχι για πολύ όμως. Λίγα λεπτά είχαν μόνο περάσει. Ένιωθε τον ιδρώτα του να τρέχει να τον γαργαλαει λίγο. Και εκείνη δίπλα του… με το απλανές βλέμμα της. Το στόμα της το ένιωθε καυτό στο πέος του, την έβλεπε να το βάζει σχεδόν όλο μέσα. Την άκουγε να τον ρουφήξει να τον γλύφει. Το χέρι της τον έσφιγγε τόσο που σχεδόν ποναγε. Η κινήσεις της γρήγορες και δυνατές. Το σώμα του έκανε διαρκώς σπασμούς. Ήθελε τόσο πολύ να τελειώσει. Όμως εκείνη ήξερε τι έκανε, ήξερε τις κινήσεις της, απολάμβανε το πέος του στο στόμα της. Δεν άντεξε άλλο, ούτε καν να της πει ότι χύνει. Το σπέρμα του εκτινάχτηκε με δύναμη στο στόμα της, η κίνηση του χεριού της έγινε αυτόματα πιο έντονη. Τον κράτησε σφιχτά, πήρε το στόμα της καθώς έχυνε και σπέρμα πετάχτηκε στο πρόσωπο της στα μαλλιά της. Ένα χαμόγελο διαγράφηκε στα χείλη της καθώς και ο τελευταίος σπασμός τον έκανε να βγάλει μια δυνατή πνοή ερεθισμού από τα σωθικά του. Τον πήρε ξανά στο στόμα της για λίγο μέχρι να τη σταματήσει μερικά δευτερόλεπτα μετά. Πετάχτηκε πάνω του και του έδωσε ακόμα ένα βαθύ τόσο ερωτικό φιλί.


«Έφτασα». Τον άφησε να περιμένει λίγο στην είσοδο πριν πατήσει το κουδούνι της εισόδου να ανέβει. «Στον 5ο έλα». Πήρε το ασανσέρ και έφτασε, βγήκε στο διάδρομο. Είδε τη πόρτα να ανοίγει. Και εκείνη τον υποδέχτηκε πρώτη φορά σπίτι της.

Δε πρόλαβε να προσπαθήσει να τη φιλήσει και του όρμησε. Σα να το κραταγε μέσα της απωθημένο που βγήκε τώρα, με πάθος και τόση ένταση κάτι που δεν είχε ξαναδεί. Συνήθως αυτός είχε το πάθος, την ένταση τη δύναμη. Όμως τώρα ξαφνιάστηκε. Οι γλώσσες τους μπλέχτηκαν και άρχισαν να παίζουν. Την ένιωθε να τον κατακλύζει με τον τρόπο της. Δεν άντεχε άλλο, δε μπορούσε, την άρπαξε από το μαλλί την ξάπλωσε στο κρεβάτι και άρχισε να τη φιλαει να τη δαγκώνει. Κατέβασε απότομα το μικροσκοπικό της μπλουζάκι και δάγκωσε τα στήθη της. Τα χέρια τους εξερευνούσαν με μανία το κορμί της. Είχε ερεθιστεί τόσο πολύ, την ήθελε εκείνη τη στιγμή. Την ήθελε άγρια. Κατέβηκε στη κοιλιά της στα πόδια της. Έκανε στην άκρη το σορτσάκι της. Έχωσε τη γλώσσα του στο κόλπο της, ρούφηξε τη κλειτορίδα της δυνατά. Έσφιξε το στήθος της με την παλάμη του. Σηκώθηκε, τράβηξε το σορτσάκι της και την άφησε μόνο με τα πάνω εσώρουχα. Του φάνηκε πολύ σέξι έτσι με τα μισά ρούχα.

Υποτίθεται ότι θα έφτιαχνε το χαλασμένο της υπολογιστή. Όμως όταν κάθισε δίπλα του, το καλά ξυρισμένο αιδοίο της κάπως φαινόταν κάπως του έκανε ότι κακώς καθόταν στον υπολογιστή. Κάθισε δίπλα της.

Σηκώθηκε όρθιος μπροστά της όπως ήταν μισόγυμνη. Έβγαλε το τζιν του, εκείνη έπιασε το μποξερακι του και αποκάλυψε το ερεθισμένο πέος του. Σκληρό, δυνατό, ένιωθε στο χέρι της το αίμα που περνούσε με μανία από της φλέβες του. Έπιασε να φορέσει ένα προφυλακτικό. Τον σταμάτησε και με το στόμα της το έφτασε σχεδόν στη θέση του. Ένιωσε να πνίγετε. «Είναι πολύ μεγάλο για το στόμα μου» του είπε με χαμηλή φωνή. Οι κινήσεις της πάντα ήταν έντονες πληθωρικές. Δε την άφησε να συνεχίσει την έσπρωξε και μπήκε μέσα της απότομα. Μια φωνή βγήκε από μέσα της ικανοποίηση και πόνου μαζί. Έμεινε λίγο την αγριοκοίταξε και άρχισε να μπαίνει μέσα της με όση δύναμη μπορούσε. Σχεδόν τη κτύπαγε. Ένιωθε τον κόλπο της να καίγεται να υγραίνετε και να ανοίγει διαρκώς. Κουνούσε το κορμί της τόσο έντονα τόσο δυνατά που ο ένας τράνταζε τον άλλο. Όσο πιο δυνατά την έσκιζε τόσο πιο πολύ τον ήθελε μέσα της. Ένιωθε το πέος του βαθιά της και τον εζήταγε κι άλλο. «πιο γρήγορα πιο δυνατά του φώναζε». Εκείνος ανταποκρίνονταν στο κάλεσμα της.

Τον σταμάτησε, τον έβγαλε από μέσα της και γύρισε στα τέσσερα της. Έστησε καλά τους γλουτούς της και τον περιμένει. Την κοίταξε λιγάκι, καύλωσε από το θέαμα κι άλλο. Έπιασε το πέος του και με δύναμη την κάρφωσε. Μπήκε μέσα στο σφιχτό της κόλπο. Τη χτύπησε με δύναμη στο γλουτό. Το χτύπημα του την ερέθισε. Ήθελε κι άλλο πιο δυνατά και το ζητούσε συνέχεια. Έπιασε το μαλλί της, και την τράβηξε με δύναμη στο σκληρό ερεθισμένο πέος του. «Σ αρέσει μωρη πουτανα, σ αρέσει να πονάς. Θες πιο δυνατά παλιοβρόμα?» Τα λόγια του την ερέθιζαν. Ένιωθε τον κόλπο της πρησμένο έτοιμο να εκραγεί. Το δάχτυλα του στη πίσω τρύπα της, την έκανε να φωνάξει από ηδονή.

Πάλι όμως τον σταμάτησε και αυτή τη φορά ανέβηκε πάνω του. Έβαλε το πέος του μέσα της και κάθισε με δύναμη. Η κίνηση της ήταν για εκείνον μοναδική πρώτη φορά Παναγή τόσο πολύ από καυλα από ένταση. Έκλεισε τα μάτια της. Ένιωσε τους σπασμούς στο κορμί της ένα ένα να τη συνεπαίρνουν.

Δευτέρα 7 Ιουλίου 2008

Αντίδραση...

Εδώ και καιρό η συνάδελφος με το καστανοκόκκινο μαλλί μου την λέει έντονα! Με τα χειρότερα λόγια μπροστά σε άλλους. Άθλιο υποκείμενο, γελοίο και άλλα τέτοια καλούδια. Αποφάσισα λοιπόν αντί να είμαι δεκτικός και να μη λέω τίποτα στο σατανικό της γελάκι μετά να της λέω κάτι όπως "δε σου κάθομαι που να χτυπιέσαι". Νόμιζα ότι τα κατάφερα ότι σταμάτησε. Δυστυχώς όμως τα πράματα δεν ήταν έτσι. Πάλι με το που θα με έβλεπε άρχιζε το στόλισμα και στο τέλος το σατανικό χαμόγελο και το ύφος άντε γεια. Εγώ σταθερά παράταμε δε σου κάθομαι. Ήμασταν τις προάλλες στη γραμματέα του αφεντικού λίγο μετά το σχόλασμα. Η εταιρία άδεια και περιμένουμε τη γραμματέα να τη πάρουμε να φύγουμε. Η άλλη με κοιτά πονηρά και αρχίζει Πάλι "τι θες άθλιε τελευταίε, τι με κοιτάς", την διακόπτω λέγοντας της πως είμαστε μόνοι στην εταιρία και αν συνεχίσει αυτό το τροπάρι την έχω βάλει στο γραφείο του αφεντικού για να λύσουμε το θέμα. Τα νεύρα μου είχαν αρχίσει να τεντώνονται. Εκείνη αντί να σταματήσει αντίθετος ανέβασε και τον τόνο και αγρίεψε το βλέμμα. Πιάνω το χέρι της απειλητικά την τραβώ στην πόρτα του αφεντικού, την ανοίγω και τη σπρώχνω μέσα. Ακολουθώ και εγώ. Τώρα άρχισε ένα άλλο διάλογο. "Τι νομίζεις επειδή με έβαλες εδώ μέσα τρόμαξα ότι θα κανείς κάτι άθλιε τελευταίε;". Της είπα αγρίως να σταματήσει γιατί με νευριάζει και σε μισό αστείο-άγριο ύφος θα εκπληρώσω την επιθυμία της αγρίως. "Και καλά θα θελες ε;". Τσαντίστηκα δεν άντεξα, την έπιασα από τα μαλλιά και την έφερα πάνω μου σχεδόν. ΤΗν κοίταξα αγρία Εκείνη προσπάθησε λεκτικά να με υποβαθμίσει Πάλι. Με μια απότομη κίνηση γύρισα και την έστειλα μπροστά στο τεράστιο γραφείο με τις πολλές καρέκλες γύρο. Εκείνη από τη φόρα έσκυψε και ακούμπησε πάνω στο έπιπλο. "Σιγά ρε και κάτι έκανες Τώρα". Φτάνω και κολλάω πάνω της. Σηκώνω το καλοκαιρινό της φόρεμα με το ένα χέρι. Το άλλο την ακινητοποιώ από το μαλλί της Πάλι. Τώρα το παιχνίδι αλλάζει. τραβώ το μικροσκοπικό εσώρουχο της και το βγάζω. ΤΗν κατάλαβα να ανασαίνει πιο βαριά παρότι συνέχιζε να μιλάει άσχημα. Κατέβασα το παντελόνι. Ένιωθα τόσο σκληρός ήμουν τόσο νευριασμένος, την έπιασα από τα οπίσθια και μπήκα απότομα μέσα της. Είδα τα νύχια της να τα καρφώνει στο έπιπλο. Μια πνιχτή φωνή έφυγε από μέσα της. "Μόνο αυτό μπορείς να κανείς;". Την ένιωσα υγρή πολύ. αυτό ήθελε αυτό ζητούσε τόσο καιρό αλλά με τόσο κακό και προκλητικό τρόπο που δε το περίμενα. Την τράβηξα σε μένα και μπήκα ακόμα πιο μέσα της ακόμα πιο βαθιά. Ακόμα μια ανάσα της έφυγε αβίαστα. "Τι περιμένεις να φωνάξω; θα πω ότι με βιάζεις" Δεν είπε τίποτα. Φωνή όμως πάθους βγήκε από μέσα της. Ένιωθα τη θέρμη της. Ένιωθα της φλέβες μου να χτυπάν στα τοιχώματα του κόλπου της και της κινήσεις που έκανε με τους μυς της να με ερεθίζουν όλο και πιο πολύ. Φώναξε λίγο πιο δυνατά. Σταμάτησα λίγο να δω την αντίδραση της. "Τι σταματάς ρε... συνέχισε". Μάλλον ήμουν έρμαιο της. Αγρίεψα την πόνεσα μπήκα βαθιά με τρόπο που πονούσε όλο και πιο πολύ. Βούτηξα το στήθος της με δύναμη και κάθε της προσβολή τη διαδέχονταν μια δυνατή ξυλιά. Την ένιωθα να τελειώνει, οι σπασμοί της διαδέχονταν ο ένας τον άλλο. Δεν κρατήθηκα. Άρχισα να τελειώνω με δύναμη μέσα της. Το ήξερα ότι με ένιωθε. Είχε σταματήσει να βρίζει και αναστέναζε. Δεν άντεχα μια έκρηξη στο σώμα μου εκεί χαμηλά δυνατά τελείωσα απάνω της. Δεν άντεχε ούτε Εκείνη ούτε εγώ.. μαζευτήκαμε και φύγαμε. Από τότε δεν ξαναμίλησε άσχημα μέχρι Τώρα.

Δευτέρα 26 Μαΐου 2008

Aεροπλάνο

Ένας διάλογος γίνετε ιστορία.
Κοιτούσε σκεπτική στο παράθυρο του αεροπλάνου.. πάντα διάλεγε παράθυρο για να ατενίζει έξω.. και ταξίδευε πάντα μέρα για να το απολαμβάνει... τα σύννεφα έφτιαχναν ένα στρώμα που ήθελε να ξαπλώσει πάνω.. και ο ήλιος τα έκανε χρυσαφιά.. μια βαθιά αντρική φωνή τη συνέφερε.. κι εσένα σου αρέσει να χάνεσαι?..Παρακολούθησα για λίγο το βλέμμα σου που χάθηκε στα πέρατα της συννεφιάς και μετά έκλεισες τα βλέφαρα. Δεν θα θελες να είναι το απαλό σου στρώμα; Της μίλησε κοιτώντας και ο ίδιος έξω. Σα να μην της έδωσε σημασία αρκετή, αλλά ταυτόχρονα ήταν εκεί μπροστά του. Την παρατηρούσε ώρα τώρα να χάνετε. Χάζευε τις ηλιακτίδες που τη χάιδευαν στο πρόσωπο στο λαιμό της...

"Όχι, δε θα ήθελα τα σύννεφα να είναι το απαλό μου στρώμα.. Θα ήθελα το στρώμα μου να είναι τα σύννεφα... Και να ξυπνάω το πρωί και να βλέπω αυτή την απέραντη ομορφιά.." Λίγες φορές της έπιαναν κουβέντα χωρίς την πρώτη ατάκα "Πώς σε λένε?.. Το ονοματάκι σας δεσποινίς?.. Θα μπορούσατε να μου χαρίσετε το όνομά σας?" Λες και έπαιζε ρόλο αν τη λένε Μαρία, Αφροξυλάνθη ή Νεφέλη.. Νεφέλη..τί όμορφο όνομα

Λες να της αρέσει γιατί της φέρνει στο μυαλό αυτά τα σύννεφα? Λες να τα απολαμβάνει μαζί της και αυτός ο γοητευτικός άντρας που κάθεται δίπλα της και δεν τον είχε προσέξει νωρίτερα?
...Ίσως.. "Εσύ τι σκέφτεσαι όταν τα κοιτάς?" τολμά να τον ρωτήσει..

Το σκέφτηκε λίγο, η παύση του ίσως να την έκανε να αναρωτηθεί γιατί δεν απαντάει. Να πει την αλήθεια κι ότι γίνει η να πει κάτι ρομαντικό; "Σκέφτομαι πως είναι να τα σκίζει το αεροπλάνο, πως θα ένιωθα αν ήμουν στη θέση του". Μια παιδική απάντηση έφυγε από τα χείλι του. Άλλωστε αυτό σκεφτόταν πάντα όταν πετούσε. "Όμως αυτή τη φορά δεν κοιτούσα τα σύννεφα ομολογώ, κοιτούσα την αντανάκλαση του Φώτος" Σκέφτηκε ότι παρασύρθηκε πάλι. Πάντα είχε μια ανασφάλεια με άγνωστους. Όμως όταν η σκέψεις γίνονταν λόγος δε μπορούσε να κρατηθεί. Έλεγε αυτό που δεν ήθελε να πει πολλές φορές. Αυτό μπορούσε άνετα να το διακρίνει κανείς στο πρόσωπο του. "Πάλι το πα" σκέφτηκε. "Δεν πειράζει όμως... πρώτη φορά είναι που αποκαλύπτω τη σκέψη μου; αφού θέλω τόσο να δω τι θα γίνει". Σταμάτησε τη σκέψη και την ξανακοίταξε

Αναρωτιέται.. Εξάπτει τη φαντασία της. Τι εννοούσε με αυτό που είπε; Αισθάνεται πως τη φλερτάρει και ομολογεί πως της αρέσει. Τώρα την κοιτάει και κρέμεται από τα χείλη της. Πόσο αμήχανα νιώθει... Την εξιτάρει. Να το δείξει?


..Δεν πειράζει.. Και τι έχει να χάσει; Στο κάτω-κάτω έκανε αυτό το ταξίδι μόνο για τον εαυτό της.. Μετά απ' όσα πέρασε, της αξίζει λίγη πολυτέλεια. Και τι καλύτερο από γοητευτικό φλερτ με έναν άγνωστο; "Το φως αντανακλάται σε πολλά αντικείμενα μέσα στο αεροπλάνο. Εσύ την εντόπισες σε κάποιο συγκεκριμένο;" του είπε δήθεν αθώα, αλλά προσπάθησε να περάσει στο ύφος της ερώτησής της όλες αυτές τις πρόστυχες σκέψεις που κατέκλυσαν το μυαλό της και τη φαντασία της από τη στιγμή που της μίλησε.. Μήπως το παρακάνω; σκέφτηκε. Στο διάολο όλοι οι ενδοιασμοί μου, δε θα ζήσω τη ζωή μου με αυτούς.. Και ο Θεός βοηθός...

Η απάντηση της τον διαπέρασε σαν ρεύμα. Κρατήθηκε. την κοίταξε πιο έντονα. "Μου αρέσει η ανάκλαση του πάνω σου, όπως σε φωτίζει, από τα μάτια τα χείλι και όλο το πρόσωπο μέχρι όλο το εμφανές σου". Η καρδιά του χτύπησε δυνατά σαν μια αρρυθμία. Σκέφτηκε ότι το ύφος της την προδίδει. Και την κοίταξε έντονα στα χείλι, στα μάτια. "Μ άρεσε όπως κάνει τα χρώματα σου ενόντα και σε φωτίζει σα χρυσαφί". Οι σκέψεις του άλλαξαν, σκέφτηκε πόσο τώρα ήθελε να την αγγίξει. Γοητευμένος την κοιτούσε, το βλέμμα του την εξερευνούσε, όμως γρήγορα το γύριζε στα μάτια της. Δεν ήθελε να προδώσει όσα φώναζε η σκέψη του.

Ένιωσε να ανατριχιάζει.. Τα λόγια του ήταν σχεδόν ποιητικά. Την κατάλαβε. Αυτό δεν ήθελε? Στις σκέψεις όμως ήταν πιο τολμηρή από τις πράξεις. Να κάνει πίσω; Ποτέ δεν έκανε, γιατί να κάνει τώρα; Το βλέμμα του τη διαπερνούσε. Ούτε ο οφθαλμίατρος δεν την κοιτούσε τόσο έντονα και εξερευνητικά. Μήπως όμως δεν κοιτούσε μόνο τα μάτια της; Μήπως; Σίγουρα.. Κρατιέται, σκέφτηκε. Παλεύει κι αυτός μέσα του... Με μια κίνηση που ήταν σίγουρη ότι θα μετανιώσει αργότερα, πήρε το χέρι του απαλά και φίλησε το δείκτη του. Δεν μπορούσε να εκφραστεί με λόγια.. Ήθελε μόνο να νιώσει το δέρμα του στην άκρη της γλώσσας της. Το μετάνιωσε ήδη. Το άφησε απότομα χωρίς να πει κουβέντα. Τώρα;

Το χέρι του δεν έπεσε, συνέχυσε απαλά στο πρόσωπο της. Ακουμπούσε τις ηλιαχτίδες της. Ήταν τόσο θερμή. Έφτασε και χάιδεψε το λοβό τ αυτιού τις, κατέβηκε απαλά στο λαιμό της μια φευγαλέα κίνηση προς το στήθος της. Και μαζεύτηκε. "Μάλλον μπέρδεψα τους ήλιους" της ψιθύρισε καθώς την πλησίασε κι άλλο. Έσυρε πάλι το χέρι του στο λαιμό της και πίσω στα μαλλιά της. Ένιωσε την ανάσα της πιο έντονη... έκανε να την τραβήξει πιο κοντά του. Μια κίνηση με τόση σιγουριά...

..Δε σκεφτόταν τίποτα. Πόσο καιρό αλήθεια έχει να νιώσει έτσι; Τα απαλά του χάδια την έχουν συνεπάρει και θέλει να ξαπλώσουν μαζί στο στρώμα με τα σύννεφα.. Σήκωσε τα μάτια της που τόση ώρα κοιτούσαν κάτω από ντροπή και είδε τον πόθο στα μάτια του. Οι κόρες είχαν διασταλεί και φαινόταν να τη θέλει με όλο του το είναι. Δεν άντεξε, έγλειψε το περίγραμμα των χειλιών του και περίμενε την ανταπόκρισή του
Μία κίνηση τη φορά, σκέφτηκε. Αλλά περίμενε με τόση ανυπομονησία τη δική του..

Η τόλμη της, του άρεσε τόσο πολύ.... Την έφερε απότομα κοντά του και τη φίλησε με όσο πάθος είχε εκείνη τη στιγμή. Άλλωστε στη θέση οι δυο τους ήταν. Σταμάτησε την κοίταξε παθιασμένα. χαμογέλασε λίγο. Είδε στο βλέμμα της την απορία του χαμόγελου, έκανε λίγο πίσω και ανασήκωσε το διαχωριστικό του καθίσματος. Κουνήθηκε ελάχιστα προς εκείνη, την έπιασε από την μέση και την έφερε σχεδόν πάνω του. Το χέρι του πλανήθηκε στο δέρμα της απαλά, Της δάγκωσε τα χείλι

Γιατί αυτός ο άντρας της έκανε όσα την τρελαίνουν? Λες και την ήξερε χρόνια. Όταν σταμάτησε αυτός νωρίτερα, προσγειώθηκε στην πραγματικότητα, κοίταξε γύρω της, πάλι καλά οι περισσότεροι κοιμούνται. Τώρα που νιώθει όμως το κορμί του κολλημένο πάνω της, δε σκέφτεται τίποτα. Θέλει να απολαύσει το τώρα, εδώ, στα σύννεφα. Ακουμπάει τολμηρά το χέρι της χαμηλά στην κοιλιά του, όπου αποδεικνύεται ό,τι έβλεπε νωρίτερα στα μάτια του...

Ένιωσε το χέρι της, να τον χαϊδεύει και να τον ερεθίζει τόσο. Κύλησε το χέρι του μέσα από το ντεκολτέ της. Βούτηξε κυριολεκτικά το στήθος της, άφησε τα χείλη της, φίλες το λαιμό της, σκέφτηκε ότι δεν έχουν χρόνο πολύ. σταμάτησε την κοίταξε. Ήθελε να της πει ότι τώρα είναι ώρα. Απότομα έχωσε το χέρι του ανάμεσα στα ποδιά της…

Έχει τρελαθεί, νιώθει να στάζει, η καρδιά της χτυπάει δυνατά. Με μια κίνηση σηκώνει τη φούστα της, παραμερίζει το εσώρουχο της και κάθεται πάνω του. (Τι έμπνευση ήταν το πρωί που ντυνόταν οι ψηλές κάλτσες αντί για καλσόν). Επιτέλους τον νιώθει μέσα της πολύ σκληρό…

Της βουτάει το σφιχτό της απαλό κώλο με δύναμη. την κουνάει δυνατά στο ρυθμό και γλιστράει μέσα της αγρία αλλά και αθόρυβα. Δαγκώνει το λαιμό της και το στήθος της

Τον σφίγγει δυνατά, θέλει να τον νιώσει παντού, μπήγει τα νύχια της στην πλάτη του, δεν αντέχει άλλο... οι συσπάσεις της την προειδοποιούν, η έκρηξη δεν αργεί…

Την καταλαβαίνει όπως έχει κλείσει τα μάτια της. την κουνάει όλο και πιο περίτεχνα έτσι να ερεθίζετε και εκείνος.. θέλει να τελείωσε μέσα της να εκραγούν μαζί. Τα δάχτυλα του χώνονται μέσα της από πίσω.

...και...δεν κρατιέται άλλο.. τελειώνει και τον νιώθει να την ακολουθεί... Αισθάνεται τα υγρά του μέσα της... Του δίνει ένα φιλί στο λαιμό και γυρνά στη θέση της ισιώνοντας τη φούστα της. Το καλύτερο ταξίδι της ζωής της... Οι υπόλοιποι επιβάτες έχουν ξυπνήσει. Την πλημμυρίζει ντροπή, αλλά και άπλετη ικανοποίηση...

τόσο έντονο και γρήγορο
θα θελε να την ξαναδεί

Του ψιθυρίζει στο αυτί "Εύχομαι να απολαύσατε το ταξίδι σας κύριε.."
και φεύγει

καλή συνέχεια!

Παρασκευή 7 Μαρτίου 2008

Χορεύεις;

Αν το φλερτ μετριότανε τότε ο χορός θα ήταν στα ανώτερα επίπεδα του. Όταν σου ζητάει το χέρι να χορέψεις, όταν σε αγκαλιάζει, όταν σε κοιτά. Αν δε φλερτάρεις μη χορεύεις, και αν δε χορεύεις δεν έχεις φλερτάρει σοβαρά ακόμα. Ίσως να νομίζεις ότι κάτι έχεις κάνει με τις λέξεις με τα δώρα με το παιχνίδι το γενικότερο. Μα δεν έχεις αγγίξει καν τον ερωτισμό του χορού. Έρχεσαι πιο κοντά, ο ένας αγγίζει τον άλλο και επικοινωνείς μέσω ρυθμικών κινήσεων δεμένων από μια μελωδία, μια μουσική ένα χάδι στ' αυτιά. Είτε γρήγορος ο ρυθμός, είτε αργός το αποτέλεσμα πάντα το ίδιο, πάντα έντονος. Ακόμα και όταν δεν αγγίζεσαι, είναι ένα παιχνίδι επίδειξης δυνατοτήτων και ερωτισμού. Ξέρει να κουνιέται ίσον ξέρει να δίνει.

Το άγγιγμα των χεριών το αγκάλιασμα της μέσης, το κοίταγμα. Σκέψου να σε κοιτά βαθιά στα μάτια με διαπεραστικό βλέμμα να γίνεστε ένα μεταξύ σας ένα με τη μουσική. Τα βήματα ναι διαδέχονται το ένα το άλλο και τα κορμιά να μπλέκονται ίσως πιο τέλεια και από τον ίδιο των ερωτά.

Θέλεις να φλερτάρεις; θέλεις να φλερτάρεις έντονα, ερωτικά, με πάθος; Άπλωσε το χέρι και ζήτα ένα χορό και πότε δε ξέρεις...

Νομίζεις τελείωσε...;

Ο χορός δεν τελειώνει...

Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2008

Yes Boss

Παει καιρος που εχω να γραψω...
Λογος ειναι ενα καλοκαιρι...
Ενα υπεροχο φθινοπωρο
και ενας απαισιος προς το παρον χειμωνας...
Απο το δεκεμβριο η ζωη αλλαξε προς
το πολυ χειροτερο για τη φαντασια και ετσι στερεψε...



Το μονο που μπορω προς το παρον ειναι ενα προστυχο κομματι που μου εστειλαν προχτες.
Ελπιζω να αναψει τη φαντασια σας.