Παρασκευή 23 Μαρτίου 2007

Από το πουθενά

Μπήκε η άνοιξη για τα καλά και αυτή η σχέση την βασάνιζε όλο και πιο πολύ. Ίσως να ήταν και η επιρροή της άνοιξης. Πάντως χρειάζονταν να δώσει ένα τέλος. Μια αφορμή καλή της ήταν αρκετή. Σήμερα έπιασε βροχή. Θα έβρεχε λέει όσο δεν έβρεξε όλο το χειμώνα. Της χάλαγε τη διάθεση. Άλλη μια μέρα δουλεία. Υπομονετικά περίμενε να περάσει η ώρα να πάει σπίτι. 

Απόγευμα πια ξεκίνησε από τη δουλεία του για σπίτι. Μια κουραστική και γεμάτη μέρα τελείωνε. Η βροχή στα τζαμιά του αυτοκινήτου ακούγονταν σα χαλαρωτική μουσική όση ώρα περίμενε στη κίνηση. Είχε και το ράδιο σε χαμηλή ένταση και περίμενε να συνεχίσει η κίνηση. Αυτό είναι το καλό και κακό με τη βροχή, από τη μια απόλαυση και από την άλλη αναμονή και κούραση. Ευτυχώς μετά θα άνοιγε ο δρόμος. Άλλωστε έμενε σε προάστια και εκεί η κίνηση ήταν πιο αραιή, μόνο καμία πλημμύρα να μην είχε πάλι γιατί πάλι θα κολλάγανε στα νερά. 

Η ώρα πέρασε και η κίνηση στο δρόμο του άρχισε να αραιώνει. Πάτησε λίγο πιο πολύ το γκάζι να μειώσει το χρόνο. Τα σπίτια γύρω του σιγά σιγά αραιώνανε. Έφτανε σπίτι. Είχε δρόμο ακόμα. Παρατήρησε πως δεν είχε πλημμυρίσει ο δρόμος αλλά είχε αρκετά νερά. ένα μέτρο νερό έλεγε η εταιρία ότι αντέχει το αμάξι και έτσι ανέπτυξε κι άλλο ταχύτητα. Η ατυχία δεν άργησε να έρθει. Η πρώτες διακοπές στη μηχανή ήταν εμφανείς. Σύντομα έκανε δεξιά και άραξε το αμάξι σε ένα υπαίθριο μίνι παρκινγκ. Περιμένοντας να στεγνώσει η μηχανή. Σχεδόν βράδιασε και η μηχανή ακόμα μπροστά δεν έπαιρνε. Νευρίασε και έριξε μια στο τιμόνι. «όλα σήμερα ρε γαμώτο; Και δε φτάνει αυτό είναι και κλειστό το κινητό» Βγήκε στη βροχή, άνοιξε το καπό να δει τι γίνεται. Η μηχανή είχε κρυώσει και τα νερά ήταν ακόμα πάνω. Μπορεί να ήταν και η μπαταρία αδύναμη από τις πολλές προσπάθειες. 

Ένα αμάξι ξαφνικά τον προσπέρασε και πάρκαρε μπροστά του. Απόρησε ποιος να είναι. Παντός σκέφτηκε να ζητήσει κάποια βοήθεια γιατί δε θα πέρναγε εκεί όλη τη νύχτα. Αν όλη ημέρα πήγε στραβά ίσως αυτό έφερε την αλλαγή. Από το αμάξι βγήκε εκείνη. Την γνώριζε εδώ και λίγο καιρό. Του άρεσε μεν αλλά δεν έκανε ποτέ κάποια κίνηση. Φλερτάρανε διαρκώς μεν αλλά μέχρι εκεί. Ποτέ κάτι παραπάνω, Και τώρα τι διαβολική σύμπτωση. Πέρασε από εκεί την ώρα που ήταν και αυτός. Αναγνώρισε το αμάξι και σταμάτησε να δει τι συμβαίνει. Τον ρώτησε τι έπαθε και έχει σταματήσει εδώ. Της εξήγησε πως έχει το πράμα και τη ρώτησε αν έχει κάποιο κινητό για να καλέσουν βοήθεια η κάτι. Τίποτα και εκείνη μια από τα ίδια σήμερα, ατυχία. Και αυτός ο καιρός τα χειροτέρευε. 

"Έλα να κάτσουμε στο αμάξι" του είπε και δοκιμάζουμε αργότερα να βάλουμε μπροστά. Ήδη είχαν γίνει μούσκεμα από τη βροχή. Άλλη μια ατυχία ήταν η ομπρελά, που να φανταστούν ότι το μικρό συννεφάκι θα φέρει μέχρι το απόγευμα τόση μπόρα. Κάθισαν στο αυτοκίνητο της, στο πίσω κάθισμα να είναι και πιο άνετα. Ευρύχωρο, ανάβανε και τη μηχανή που και που για να βάλουν το καλοριφέρ. Σκέφτηκαν να βγάλουν το πάνω τους ρούχο μιας και ήταν ήδη βρεμένο, μην αρρωστήσουν. Εκείνος έμεινε με ένα σκούρο κολλητό φανελάκι να διαγράφει το κορμί του και εκείνη με ένα σχεδόν διάφανο πουκάμισο. Μιλάγανε για ώρα, λέγοντας κυρίως ανοησίες, χαλαρώνοντας και το φλερτ όλο και πιο έντονο. Σκέφτηκε να τολμήσει ελάχιστα λίγο παραπάνω, άπλωσε το χέρι του στο κάθισμα χάιδεψε λίγο τα μαλλιά της. Εκείνη χαμογέλασε. 

Δεν κρατιότανε, κοιτούσε έντονα μια τα χείλη της, μια τα μάτια της. Τώρα σχεδόν μόνο φλερτάρανε. Μίλαγαν ο ένας για τον άλλο με πιο τολμηρά λόγια από άλλες φορές. Σε αραιά διαστήματα ψιλοβολεύονταν και όλο πιο κοντά πλησίαζαν. Δε το σκέφτηκε παραπάνω, άλλωστε δεν άντεχε κάτι τόσο βασανιστικό. Την έφερε σχεδόν απότομα κοντά του, έσκυψε και λίγο, δοκίμασε τα χείλη της στιγμιαία. Έκλεισε τα μάτια της, απόλαυσε τη στιγμή. Την κοίταξε πιο έντονα με τόσο πάθος. Ούτε εκείνη μπορούσε τώρα να του αντισταθεί καθόλου. Ήρθαν ακόμα πιο κοντά, σχεδόν κολλητά. Τα χέρια του μπλέχτηκαν στα μαλλιά της, χάιδεψε το λαιμό της. Κόλλησαν τα κορμιά τους, ένωσαν τα χείλια τους με πάθος. Το φιλί της έντονο παθιασμένο ίσως και πρόστυχο. Δάγκωσε απαλά τα χείλια της, έκανε την σκηνή πιο πρόστυχη, έβαλε τη γλώσσα του στα χείλια, τα γεύτηκε. Σταμάτησαν, κοιτάχτηκαν, κίνησε τα χέρια του πάνω στης, χάιδεψε το λαιμό της, κατέβηκε προς το στήθος της, χαϊδεύοντας απαλά μέσα από το πουκάμισό της. Άνοιξε ένα ένα τα κουμπιά της. Έκλεισε τα μάτια της, απολάμβανε την στιγμή, το χάδι του. Η βροχή έξω μεγάλωνε τις αισθήσεις τους, άνοιξε με τα δύο του χέρια το πουκάμισο, αποκαλύπτοντας το στήθος της, το χάιδεψε, το έπιασε, το έσφιξε στις παλάμες του, έκυψε στις ερεθισμένες ρόγες της με χείλια, γλώσσα και δόντια. Εκείνη κρατούσε το κεφάλι του σα να τον πίεζε να μείνει εκεί. Τον κοίταξε με τόσο ερωτισμό που έκοβε ανάσα. Τον έσπρωξε στη θέση του και ανέβηκε πάνω του. Του έβγαλε την μπλούζα. Δάγκωσε τον λαιμό του τού έκανε ότι είχε νιώσει από εκείνον μόλις πριν. Έπιασε τη ζώνη του και άνοιξε το παντελόνι του. Έβαλε πονηρά το χέρι της μέσα από το εσώρουχο του και έπιασε το ερεθισμένο πέος του. Το χάιδεψε απαλά, έκανε στην άκρη και έσκυψε πάνω του.

Η αίσθηση της ζεστή καυτή. Τον ένιωθε στο στόμα της να πάλλεται, να χτυπάνε οι φλέβες του γεμάτες αίμα δυνατά. Δε την άφησε πολύ εκεί, την ξάπλωσε στο κάθισμα, σήκωσε την φούστα της και σιγά σιγά σχεδόν βασανιστικά τράβηξε το εσώρουχο της. Τη μύρισε, τη φίλησε, την έγλυψε εκεί που τόσο πολύ ήθελε και εκείνη. Η μοναδική αυτή γεύση τώρα του φαίνονταν υπέροχη. Πρόσεξε να πάρει τους χυμούς της από πάνω του και ανέβηκε πάνω της. «Έλα πάρε με τώρα, πάρε με γρήγορα δε θα αντέξω άλλο» του ψιθύρισε. Έπιασε το πέος του να το οδηγήσει μέσα της. Δε πρόλαβε να ακουμπήσει και μπήκε απότομα μέσα της. Ήταν τόσο ανοιχτή που ο πόνος της απότομης διείσδυσης της φάνηκε τόσο γλυκός, ερεθίστηκε πιο πολύ, κόντεψε να τελειώσει. Σήκωσε τα ποδιά της να ανοίξει ακόμα πιο πολύ, Την έπιασε και σχεδόν τη δίπλωσε στα δυο μπαίνοντας βαθιά μέσα της. Η βροχή δυνάμωνε τώρα, το ίδιο και το πάθος τους. Την έπαιρνε δυνατά και γρήγορα τραντάζοντας κάθε της κύτταρο. Οι αναπνοές τους γίνονταν ένα, έβγαζε από βαθιά μέσα της ήχους ηδονής. Δεν υπήρχε κανείς να τους δει να τους ακούσει. Δυνάμωναν την ένταση όλο και πιο πολύ, «Πάρε με, σκίσε με, σε θέλω πιο δυνατά πιο γρήγορα, τελειώνω….» «Παρ' το μέσα σου, σε σκίζω, σου σκίζω τα σωθικά να πονέσεις, φώναξε δυνατά να με καυλώσεις κι άλλο. Καύλα είσαι μεγάλη καύλα» «Σε νιώθω μέσα μου σκληρό νιώθω τον πούτσο σου να με σκίζει …» Ο οργασμός τους σχεδόν ταυτόχρονος, Το κορμί της το ένιωθε να κόβεται κομμάτια να θέλει να σπάσει από την ηδονή του οργασμού. Κρατούσε, διαρκούσε… «Συνέχισε συνέχισε… τελειώνω συνέχεια». 

Η ένταση της άρχισε να καταλαγιάζει. Σχεδόν αμέσως ήταν έτοιμος να εκραγεί. «Βγες και χύσε με, χύσε με τώρα!» Τραβήχτηκε σχεδόν άμεσα, του έπιασε το πέος σφιχτά και τον έκανε να χύσει πάνω της, στο στήθος της, στην κοιλιά της. Ήταν τόσο πολύ, ένδειξη της καύλας του για εκείνη. Έπεσε σχεδόν αποσβολωμένος στην άλλη πλευρά, όπως έμεινε και εκείνη στη δική της με το καυτό του υγρό πάνω της για λίγο. Η εικόνα της ήταν σαγηνευτική έβγαλε ένα μαντήλι και σκουπίστηκε. Κούμπωσε το πουκάμισο της. Φόρεσε και εκείνος την μπλούζα του. 

Κάθισαν λίγο ακόμα να ξεκουραστούν… «Μήπως να πάμε να δούμε για το αμάξι;» Βγήκαν στη βροχή με τα ρούχα που είχαν βραχεί πριν. Ένα γέλιο τους έπιασε, αγκαλιαστήκανε, φιληθήκανε με πάθος ακόμα μια φορά. Μπήκε στο αμάξι του, γύρισε τη μίζα. Ο άγριος θόρυβος της μηχανής ακούστηκε…

Δευτέρα 19 Μαρτίου 2007

Παράτολμο

Η δόνηση του κινητού του στη τσέπη ήταν μάλλον η αρχή. Σκέφτηκε ποιος να είναι τώρα και απάντησε τον απόρρητο αριθμό. «Έλα, Έλα τώρα» άκουσε μια αισθησιακή φωνή να χαϊδεύει τα αυτί του. Μικρή παύση, «έρχομαι» απάντησε με υποκριτική σοβαρότητα. Δεν ήθελε να καταλάβουν και οι υπόλοιποι τι συμβαίνει τι γίνετε. Δεν ήθελε να καταλάβουν το πόσο αποπλανημένος ήταν. Έφερε μια απλή δικαιολογία ότι κάτι του έτυχε και έφυγε βιαστικός. Άλλωστε ήταν ήδη αργά και όλοι θα έφυγαν σε λιγάκι...

Πήρε το αμάξι του και κατευθύνθηκε στο σημείο που τόσο καιρό της πρότεινε. Κάπου στη παραλιακή σε διαμέρισμα με θέα τη θάλασσα. Χτύπησε το κουδούνι, «περίμενε» ακούστηκε ηλεκτρονικά η φωνή της. «Θα σε ειδοποιήσω». Στο μυαλό του τριγύρισε η σκέψη γιατί τον έκανε να έρθει τώρα ενώ δεν ήταν έτοιμη ή οτιδήποτε και αργεί. Η φαντασία του παραταύτα άναψε. Σχεδίαζε κάθε του κίνηση κάθε του αντίδραση. Η ώρα περνούσε και το δροσερό αεράκι δεν ήταν ότι καλύτερο για να περιμένει. Στάθηκε στην είσοδο της πολυκατοικίας να μη τον πιάνει το ρεύμα. Από πάνω στη στην απέναντι γωνία πρόσεξε μια Μικρή κάμερα παρακολούθησης. Κάποιος η κάποια τον κοιτούσε. Κοίταγε με αχόρταγο βλέμμα το θύμα του. Να στέκεται στην είσοδο της πολυκατοικίας. Το κόκκινο λαμπάκι στη κάμερα έδειχνε ότι είναι ενεργή η κάμερα. έκανε να κουνηθεί λίγο μακριά από το οπτικό της πεδίο. Η κάμερα ακολούθησε σιωπηλά τις κινήσεις του. Το αισθανόταν ότι ήταν εκείνη. Τον παρακολουθούσε. Χτύπησε ξανά το κουδούνι, πιο ανυπόμονος τώρα… «η πόρτα είναι ανοικτή, τελευταίος όροφος θα το δεις.»

Άνοιξε την είσοδο, προχώρησε στο ασανσέρ.
Πάτησε το κουμπί για τον τελευταίο όροφο. Όσο πλησίαζε ένιωθε μέσα του να φουντώνει. Ένα βαθύ κάψιμο στα σωθικά του. Πήρε μια βαθιά ανάσα και προετοιμάσθηκε. Δε θα τον ταλαιπωρούσε άλλο έτσι εκείνη.

Έφτασε στον τελευταίο.. βγήκε αποφασιστικά από το ασανσέρ., κοίταξε γύρο του. Μόνο μια μισάνοιχτη πόρτα, μια χαλαρή μουσική να πλανιέται στο χώρο και ένα κάπως αναζωογονητικό ερεθιστικό άρωμα κεριού μάλλον. προχώρησε στη πόρτα, κοντοστάθηκε. Την κοίταξε βαθιά στα μάτια της. Σχεδόν την κυρίευσε. Δεν είχε πια το άγχος του, η και αν το είχε το έκρυβε καλά. Δε της μίλησε καν. Την περιεργάσθηκε Σχεδόν γρήγορα αλλά και λεπτομερειακά. Ένα ριχτό, διαφανές αραχνοΰφαντο ίσα που έκρυβε το αισθησιακό της κορμί. Ξυπόλυτη, όρθια τον περίμενε. Τα μάτια της φανέρωναν μικρό δισταγμό ίσως το φόβο της παρατολμίας. Δε μπορούσε όμως να αντισταθεί. Έπρεπε να τον καλέσει, να έρθει εκείνη τη στιγμή, τώρα που μέσα της καιγόταν. ένιωθε ένα ρίγος, όχι φόβου, ηδονής να την κυριεύει αρχικά ανάμεσα στα ποδιά και σύντομα εξαπλώθηκε σε όλο της το κορμί.

Δεν άντεχε, ήταν έτοιμη να σκάσει, κάτι Έπρεπε να συμβεί. Τα δευτερόλεπτα της έμοιαζαν σαν αιώνες, ας της μίλαγε ας την ακούμπαγε ας έκανε κάτι. Ένα σωρό σκέψεις άρχισαν να περνάνε από το μυαλό της. Η φαντασία της συνέχιζε όμως να οργιάζει. Μια ανάσα της ξέφυγε, κλείνοντας τα μάτια της, σα να λιποθύμησε, καθώς το χέρι του την άρπαξε από το ένδυμα της, την κόλλησε με πλάτη στο τοίχο και το έσκισε. Ένοιωσε τα χείλι του να την ακουμπάνε παθιασμένα, τα δόντια του να πονάνε το λαιμό της και τα χέρια του να σφίγγουν τα δικά της στο τοίχο. Ένιωσε το πέος του μέσα από τα ρούχα να την πιέζει, τον ήθελε όλο και πιο πολύ. Έσταζε από ηδονή. Τα χέρια του σύντομα λαίμαργα βούτηξαν το κορμί της. Το εξερεύνησε στιγμιαία με στόμα και δάχτυλα. Έσφιξε το στήθος της και δάγκωσε τις ρόγες της. Κατέβηκε πιο χαμηλά της. Δάγκωνε στο διάβα του το στήθος της τη κοιλιά της τα πλευρά της.
Γονάτισε μπροστά της. Ανασήκωσε λίγο το ένα τις πόδι με το χέρι του. Η γλώσσα του έπαιξε με τα χείλια της γαργάλισε την κλειτορίδα της. Κίνησε λίγο το κόλπο της ώστε να φαίνετε καλύτερα η είσοδος στο κόλπο της. Αχόρταγα έχωσε μέσα της τη γλώσσα του και ήπιε διψασμένα από το γλυκό χυμό της. Το χέρι του χάιδευε το γλουτό της. Έφτασε πίσω της. Από τη μια έμπαινε η γλώσσα του καίγοντας τη από την άλλη το δάχτυλο του την εξερευνούσε μέσα της. Πίεζε τα τοιχώματα του κόλπου της ανάμεσα στη γλώσσα και τα δάχτυλα του. Τον κρατούσε από τα μαλλιά του και δεν ήθελε να τον άφησε να φύγε. Πήρε το χέρι του, το πέρασε μέσα και από το άλλο της πόδι. Έβαλε τα ποδιά της στους ωμούς της και σήκωσε ψηλά το αιθέριο κορμάκι της. τώρα η γλώσσα του είχε καλύτερη πρόσβαση. Βασανιστικά έγλυψε τη κλειτορίδα της, ερέθισε το κόλπο της Όσο τα δάχτυλα του χεριού του έπαιζαν με τη πίσω οπή της.

αργά την κατέβασε. Ανέβηκε πάλι σιγά σιγά πάνω της. Τον κοίταξε τον έσπρωξε λίγο. Έπιασε το χέρι του και τον οδήγησε στο σαλόνι. Δε πρόλαβε να φτάσει στο καναπέ, τη βούτηξε και την Έβαλε να καθίσει μπροστά του, κατέβασε βιαστικά το παντελόνι του και το εσώρουχο του. Έπιασε το πλούσιο μαλλί της και το πέος του με το άλλο. Άνοιξε το στόμα της και ευθύς μπήκε μέσα της. Τον κράτησε από τους μηρούς και τον έγλυψε με απεριόριστο πάθος. Αν ήταν σκληρός τον έκανε ακόμα πιο πολύ. Έπιασε το κεφάλι της με τα δυο του χέρια και Σχεδόν μπήκε ολόκληρος μέσα της. «Ήθελες να με κανείς να περιμένω ε?» της είπε με αγριεμένο ύφος, και τραβώντας τη, τη χαστούκισε δυνατά. Σε μια άλλη περίπτωση αυτό θα αποτελούσε αιτία τσακωμού. Όμως πρώτη φορά τώρα το απόλαυσε. Για κάποιο λόγο που δε καταλάβαινε της άρεσε, ήθελε κι άλλο. Έπιασε με μανία το πέος του σα να ήθελε να τον ευχαριστήσει. «ΟΧΙ, θα χύσω και δε γουστάρω ακόμα» της είπε πάλι αγριεμένα δίνοντας της ακόμα ένα χαστούκι.

Την Έπιασε και τη γύρισε στα τέσσερα εκεί στο καναπέ της. Το διαμέρισμα γωνιακό και με μεγάλες γυάλινες επιφάνειες. Κοίταγε από τη θάλασσα σε μια πλευρά και μια διπλανή πολυκατοικία από της άλλη. ίσως και Κάποιος να τους παρακολουθούσε. Έπιασε το πέος του και το οδήγησε στην είσοδο του κόλπου της που ήταν διάπλατα τώρα ανοικτός. μπήκε μέσα της απότομα, την πόνεσε. Φώναξε αλλά της άρεσε. Την έπαιρνε δυνατά τώρα, κρατώντας τη από τη μέση της. Χτύπαγε στα σώθηκα της. Καρφώνονταν μέσα της. Άφηνε κατά διαστήματα τη μέση της με το ένα χέρι και Χτύπαγε το γλουτό της με δύναμη, Σχεδόν έτσουζε. Της άρεσε τόσο πολύ. Μια βαθιά ανάσα έβγαινε από μέσα της ρυθμικά, σύμφωνα με το ρυθμό που της επέβαλε. τόσο καιρό τον παίδευε να τον νευριάσει επίτηδες. Απέδιδε το τέχνασμα της. Ηθελημένα. Η σκέψη της διακόπηκε απότομα στο πόνο της μεγαλύτερης ηδονής. Στο μυαλό της γύρισαν αλλά τώρα, τα ψέλλισε άθελα της. «Σκίσε με… γάμησε με… Σκίσε με δυνατά.. πιο γρήγορα πιο δυνατά πόνεσε με.» Δυνάμωσε το ρυθμό του, την πόναγε με την καύλα του. Έπιασε το στήθος της και το έσφιξε με δύναμαι… «Πονάς μωρή πουτάνα;» «Πονάω πιο δυνατά θέλω πιο δυνατά» Ανασηκώθηκε λιγάκι και έκανε τον ερεθισμό της πιο δυνατό και πιο επίπονο. «Πόνα τώρα να μάθεις να με παιδεύεις». Φώναξε από πόνο από ηδονή, ο οργασμός της μαζί με το τράνταγμα του κορμιού της γίνονταν όλο και πιο δυνατό. Πονούσε και από τον εαυτό της. Οι σπασμοί απανωτοί ο ένας πάνω στον άλλο. Κόμπιασε, τελείωσε Σχεδόν σωριάσθηκε.

«Ώστε συνεχίζεις το παίδεμα ε? είσαι και εγωίστρια θες να τελειώνεις μόνη σου?» εκείνη χαμογέλασε πονηρά γιατί δεν ήξερε τι επρόκειτο να ακολουθήσει. βγήκε από μέσα της, απότομα. Σκληρό ακόμα τον Ένιωσε πίσω της μαλακά. «όχι σε παρακαλώ» ψέλλισε. Ούρλιαξε από τον πόνο καθώς εκείνος αδιαφόρησε για τα λόγια της και μπήκε μέσα της με δύναμη. Σχεδόν δάκρυα κύλησαν από τα μάτια της από το πόνο. σύντομα ένιωθε να το απολαμβάνει. Από τη μια δεν άντεχε να την κάνουν ότι θέλουν από την άλλη δε μπορούσε να αντισταθεί. Γλιστρούσε σύντομα μέσα της άνετα ερεθιστικά. Δε το περίμενε αυτό, ένιωθε να ερεθίζετε, δεν ήταν δυνατόν. ένας άλλος ερεθισμός. Τον άκουγε τώρα που έβγαζε από μέσα του τον ήχο της ηδονής του. «σε χύνω πουτάνα» της είπε τελειώνοντας μέσα της. Ένιωσε το καυτό του σπέρμα να την πλημμυρίζει. Προσπάθησε να βγει. Τον Έπιασε. «τι νομίζεις ότι πας να κανείς κύριος? ΣΕΙΡΑ ΜΟΥ» Κούνησε τη λεκάνη της ερεθιστικά Βασανιστικά. Τον Ένοιωσε να ερεθίζετε ξανά. «καύλωσες πάλι ε?» και βγήκε απότομα. Τον Έβαλε να κάτσει στον κάναμε και καβάλησε πάνω του. Τον Έβαλε μέσα της αργά αργά… τώρα ήταν πιο ήρεμοι και οι δυο. Ο οργασμός τους άργησε να έρθει… αλλά ήρθε σε κύματα, τους πλημμύρισε ταυτόχρονα. ¨

Σωριάστηκε πάνω του. Δε μίλησε ούτε εκείνη ούτε αυτός. Μείνανε ο ένας πάνω στον άλλο για αρκετή ώρα… έκλεισαν τα μάτια τους χαλαρώνοντας. Σα να γνωρίζονταν χρόνια. Ένα όργιο ηδονικής επικοινωνίας, χωρίς πολλά λόγια χωρίς φραγμούς, επικοινωνία κορμιών και ψυχών.

Το βλέμμα του καρφώθηκε απέναντι. στο μικρό κόκκινο φωτάκι στο απέναντι διαμέρισμα.