Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2006

Κάτι άλλο

Σηκώθηκε περπάτησε λίγο γυμνή. Δεν ήξερε τι να κάνει αυτή την στιγμή, Η χτεσινή νύχτα είχε καρφωθεί στο μυαλό της. Μερικές αναμνήσεις είχαν χαθεί μερικές είχαν μείνει. Αυτό το ποτό την κάνει να χάνει μνήμες ίσως σημαντικές. Δίψαγε. Έτρεξε όπως όπως στη κουζίνα. Πήρε ένα ποτήρι νερό. Τόση ήταν η δίψα της που το νερό ξέφυγε και γλίστρησε στο γυμνό κορμί της. Ήπιε δυο ή τρία ποτήρια. Πόση ώρα να είχε περάσει; Σε πόση ώρα θα χτύπαγε το κουδούνι; Ή μήπως δε θα χτύπαγε; Μπορεί να είχε δικά του κλειδιά. Και που να τα βρήκε; Πως βρέθηκε σε αυτή τη κατάσταση; Είχε πάντα τον έλεγχο στα χέρια της. Ήξερε τι έκανε. Την βοηθούσε που είχε απομυθοποιήσει τα πάντα σχεδόν γύρω της. Μήπως τελικά ανακάλυψε κάτι καινούριο κάτι διαφορετικό; 

Οι σκέψεις αυτές κούρασαν σύντομα το ακόμα ζαλισμένο από το ποτό και την ηδονή μυαλό της. Γύρισε στο κρεβάτι της. Ένας ήχος ακούστηκε στη πόρτα. Μάλλον αυτός ήταν. Δεν ήξερε πόση ώρα είχε φύγει. Σηκώθηκε πάλι γυμνή, κάπου σκέφτηκε ότι ίσως έτσι τον ξαφνιάσει για λίγο. Με ζαλισμένο ύφος του είπε μια καλημέρα. Τη κοίταξε για λίγο. «Καλημέρα». Της φάνηκε κάπως διαφορετικός. Δεν ήταν αυτός ο χάχας από χτες το βράδυ. Λες και είχε αλλάξει λες και ήταν άλλος. Ήταν έτοιμη να σωριαστεί όταν την πήρε στα χέρια του και την πήγε στο κρεβάτι. Την ακούμπησε απαλά, σιγανά. Μια ντροπή την έπιασε για τη γύμνια της και τράβηξε το πάπλωμα να κρυφτεί. Εκείνος χαμογέλασε και τη βοήθησε. Αρχίσανε να μιλάνε. Της φάνηκε τελείως διαφορετικός ο τρόπος του. Πιο σοβαρός, πιο γλυκός, χωρίς κάτι που να μη της αρέσει. Η φωνή του ηρεμιστική και γοητευτική, όπως όταν τον πρωτοείχε ακούσει. Έπαιζε ευχάριστα με την ακοή της. Η συζήτηση την χαλάρωνε, ένιωθε όλο και πιο άνετα. Σα να ήταν οικείο πρόσωπο, κάποιος που την ξέρει. Ένιωσε ότι μπορεί να του μιλήσει όσο πιο χαλαρά και άνετα μπορούσε. Ένιωθε ότι την ακούει ότι βρίσκεται μέσα της. Όχι σαν φίλος, αλλά πιο κοντά σε αυτή πιο μέσα της. Της έκανε διάφορες ερωτήσεις, σε ύφος χαλαρωτικό και καθόλου πιεστικό. Χάιδευε τα αυτιά της με τη φωνή του, χάιδευε όλο της το είναι. Της άρεσε τόσο πολύ αυτό, τόσο που άρχισε να την ερεθίζει. 

Στα μάτια της έβλεπε μια λάμψη, σιγά σιγά το πρόσωπο της από κουρασμένο άρχισε να λάμπει να παίρνει άλλη μορφή. Γέμιζε ενέργεια μέσα της. Γέμιζε το είναι της. Κοιτούσε τα χείλη της, τα μάτια της. Χάιδεψε τα μαλλιά της, το λαιμό της το πρόσωπο της. Ένιωθε ότι τον θέλει. Δεν ήταν απλά ερεθισμένη τον ήθελε με το είναι της. Αυτό τον άγνωστο που μόλις δεύτερη μέρα τον έβλεπε. Που το προηγούμενο βράδυ της είχε χαρίσει τόση άγρια ηδονή και της πήρε άλλη τόση. Τώρα την είχε στην αγκαλιά του, την χάιδευε απαλά, όπως θα ήθελε να την χαϊδεύουν. Λες και ήξερε πριν από εκείνη για εκείνη. Τα χείλια τους πλησίασαν ένα απαλό τρυφερό φιλί. Δεν άργησαν να μπλέξουν τα κορμιά τους. Δεν ήταν ένα δεν ήταν και διαφορετικοί. Αυτή τη φορά έπαιρνε και έδινε ηδονή, χαρά, αμέτρητη ροή συναισθημάτων. Ένιωθε τα συναισθήματα από μέσα της να αναβλύζουν. Δεν ήταν απλά μια καύλα ήταν πολλά παραπάνω. Της χάριζε συνεχώς στιγμές ερωτικές συνάμα συναισθηματικές, ερέθιζε όλες της τις αισθήσεις. Ένα παραλήρημα ερεθισμού και ερωτισμού. Σα να άκουγε τις σκέψεις της την ακολουθούσε την πρόσεχε γινότανε άγριος, ήρεμος, αργός ή γρήγορος. Στα σημεία που τον ποθούσε. 

Χρόνια είχε να νιώσει τέτοιο οργασμό. Με έναν άγνωστο τώρα της συνέβη. Έβγαζε από μέσα της την γυναίκα, τον άνθρωπο. Όσα σκεφτότανε όσα φαντασιωνόταν, όλος ο κόσμος της κινιόταν σε αυτό τον ερωτικό χορό. Δε μπορούσε να το ελέγξει, μόνο παραδιδότανε. Μόνο έχανε την λογική της, έσβηνε το μυαλό της, χάνονταν σε σκοτεινά και σε φωτεινά μονοπάτια. Ζούσε έναν επίγειο παράδεισο. Ένιωθε να τρέμει, Ένιωθε να τραντάζετε το κορμί της από μόνο του. Ένας οργασμός που διαρκεί, που κρατάει για ώρα και επαναλαμβάνεται. Σα να τον κράταγε μέσα της χρόνια και τώρα γινότανε η έκρηξη. Δάκρυα φύγανε από τα μάτια της. Λούσανε τα μαγούλα της, τον λαιμό της, τα μαλλιά της. Μαζί της σχεδόν έντονα τελείωσε και εκείνος. Έμεινε λίγο ακόμα μέσα της. Τους έπιασε ένα γέλιο μια ανεξήγητη χαρά διαπερνούσε το είναι τους. Ξέρανε και οι δυο ότι δε θα ξαναβρίσκανε όσα ζήσανε αυτή τη μέρα. Έμεινε στην αγκαλιά του κουλουριασμένη. Απολαμβάνοντας την ξεκούραση από ένα μοναδικό πάθος, έναν ζωντανό ερώτα δυνατό. Δεν είχαν ερωτευτεί ο ένας τον άλλο οι ζωές τους όμως διασταυρώθηκαν πραγματικά και άφησαν τα σημάδια τους. Σημάδια που δε σβήνει ο χρόνος.

Πέμπτη 9 Νοεμβρίου 2006

Άγνωστο

Φόρεσε το μαύρο ριχτό σατέν φόρεμα της, έβαψε ολοκόκκινα τα χείλια της, ίσιωσε το μακρύ μαύρο μαλλί της, φόρεσε τη καμπαρντίνα της και βγήκε. Σε μισή ώρα ήταν το ραντεβού της. Δεν ήξερε ποιος είναι και τι κάνει. Ήξερε μόνο το ερωτικό του θέματος. Της είχε υποσχεθεί μια ατελείωτη βραδιά πάθους και μοναδικών οργασμών.

Σε όλη τη διαδρομή με το αμάξι τη θυμόταν τη γνωριμία τους. Στην αρχή νόμισε ότι την πλησίασε γιατί την ήθελε ο ίδιος για εκείνη. Ένας άντρας όπως θα τον ήθελε. ΜΕ γλυκιά τρυφερή συνάμα αντρική φωνή. Την έβαλε όμως στην αναμονή και σε ραντεβού. Την περίμενε μια έκπληξη της είχε πει. Δε της φάνει παράξενη η πρόταση του καθώς το σκοτεινό μέρος που είχαν βρεθεί παρέπεμπε σε ανθρώπους που θα λάτρευαν περιπέτειες σαν της soft εκδόσεις της ζυστίν.

Μια λιμουζίνα την περίμενε στο σημείο συνάντησης. Αυτό ήταν κάτι που δε το περίμενε. Μόλις κατέβηκε από το αμάξι εμφανίστηκε και εκείνος. Μίλησαν ελάχιστα. Ένας σύντομος χαιρετισμός. Έβγαλε από το πέτο του ένα μεταξωτό μαύρο μαντίλι. «Γύρισε σε παρακαλώ» της είπε. Πέρασε το μαντήλι στα μάτια της και το έδεσε σφιχτά. Την φόβισε το δέσιμο των ματιών, άλλωστε δεν ήξερε κανένα από πριν. Την οδήγησε στο αμάξι. Κάθισε στα αναπαυτικά καθίσματα. Της πρόσφερε ένα ποτό. Στην αρχή της φάνηκε γέλιο μιας και θα ήταν δύσκολο να το πιει. Κάθισε όμως εκείνος δίπλα της και την καθοδηγούσε. Μύριζε τόσο υπέροχα που σχεδόν την άναβε.

Στο μυαλό της γυρνούσαν όλα τα ερωτήματα για το που πάνε που βρίσκονται. Προσπαθούσε να μαντέψει το δρόμο από της στροφές του αυτοκίνητου. Έχοντας κλειστά τα μάτια έδωσε περισσότερο σημασία στις άλλες της αισθήσεις. Στα μπροστινά καθίσματα πρέπει να ήταν άλλοι δυο. Άκουγε τα γέλια τους αραιά και που. Δε μπορούσε όμως να καταλάβει τι λένε.

Το ταξίδι διήρκεσε αρκετά, πρέπει να είχε περάσει μια, μια ώρα και μίση. Δεν ήταν σίγουρη. Καταλάβαινε ότι για αρκετή ώρα έτρεχαν σε μεγάλη ταχύτητα, Μάλλον είχαν βγει στην εθνική. Μετά πάλι στροφές. Σταμάτησαν.

Ο νεαρός άντρας βγήκε πρώτος και την βοήθησε. Την συνόδεψε στο χώρο. Μπορούσε να νιώσει τη παρουσία κι άλλων ανθρώπων. Σίγουρα ήταν πολλοί άντρες, αλλά ένιωθε και την παρουσία γυναικών. Ακούστηκε κάποια στιγμή μια άλλη φωνή κάποιου αλλού άντρας. Μιλούσε στον ενικό αλλά καταλάβαινε ότι δεν αναφέρονταν μόνο σε εκείνη. Έλεγε να μη βγάλει ούτε να σκεφτεί να βγάλει το κάλυμμα από τα μάτια.

Ο νεαρός άντρας συνέχισε να την συνοδεύει. Το κάλυμμα είχε κουνηθεί ελάχιστα και έβλεπε μόνο ότι γύρω ήταν αρκετά σκοτεινά. Ακόμα και αν το έβγαζε ίσως να μη μπορούσε να διακρίνει πρόσωπα.

Την σταμάτησε απότομα… Με μια απαλή κίνηση της έβγαλε το λεπτό φόρεμα της. Από μέσα δε φορούσε έτσι και αλλιώς τίποτα… Ένιωσε στα πόδια της από πίσω κάτι σαν τραπέζι κρεβάτι.

«Ξάπλωσε»

Την βοήθησε… και την άφησε. Στο μυαλό της έτρεχαν ερωτικές σκηνές, ερωτικές εικόνες. Και αυτό το σκοτάδι η απόσταση το άγνωστο όσο την φόβιζε άλλο τόσο την ερέθιζε. Σύντομα ένιωσε στο κορμί της τα χάδια κάποιου δεν ήξερε ποιος ήταν πως ήταν, δεν ήξερε τίποτα. Ήξερε μόνο πόσο είχε καυλώσει. Τον ένιωσε να μπαίνει μέσα της. Δυνατός άγριος της άρεσε… σταμάτησε και ξαναμπήκε….

Όχι δεν ήταν ο ίδιος… άλλος ήταν, είχε διαφορετική κίνηση. Η αλλαγή ήταν συνεχής. Ένιωθε καινούρια πέη συνέχεια να μπαινοβγαίνουν μέσα της. Μαζί με τις αλλαγές έρχονταν και οι οργασμοί της. Δε μπορούσε να κρατηθεί ούτε να σταματήσει. Είχε χάσει των αριθμό των φαλών που είχαν εισβάλει στο κορμί της, άλλοτε άγρια άλλοτε τρυφερά άλλοτε άτσαλα και άλλοτε υπέροχα. Τέλειωνε ξαναμπήκε και ξαναμπήκε. Η φωνή της έβγαινε πραγματικά από μέσα της. Δε μπορούσε καν να προσποιηθεί ούτε ήθελε. Ένας ατέλειωτος οργασμός. Στα αυτιά της έφταναν φωνές και από άλλες γυναίκες και από άντρες που άκουγε τις φωνές τους όταν τελείωναν.

Τα χεριά τώρα είχαν γίνει πολλά. Κάποιος είχε βάλει το πέος του στο στόμα της. Άλλοι δυο ήταν στα χεριά της. Και ένας στο ίδιο της. Δεν έχανε μόνο τον αριθμό από τα πέη έχασε και το ποτέ τελείωνε. Της φαίνονταν ατέλειωτο. Άλλαζαν παντού τώρα. Της έσφιγγαν, γλύφανε και δάγκωναν το στήθος της…

Λίγο μετά ένιωσε δυο να τελειώνουν στα χεριά της. Κάποιοι άλλοι τέλειωσαν στο στόμα της και μερικοί στο στήθος της. Άλλοι τόσοι στο πρόσωπο της. Το καυτό σπέρμα την γαργαλούσε που και που αλλά δε μπορούσε να δώσει σημασία πια. Στο μουνι της είχαν μπει αμέτρητοι φαλοί. Τέλειωνε αμέτρητες φορές.

Σιγά σιγά οι φωνές άρχισαν να σιωπούν να χάνονται. Έφυγε και ο τελευταίος από μέσα της. Δε περάσει πολύ ώρα. Ένα δυο λεπτά ίσως. Το άγγιγμα αυτό το ήξερε. Την σκούπισε απαλά. Την καθάρισε. Προσεκτικά άλλαξε το μαντήλι να μη προλάβει να δει κάτι. Την σήκωσε και την έντυσε προσεκτικά. Της φαίνονταν αδύνατον να κρατηθεί στα πόδια της.

Δυο μέρες μετά στο σπίτι θυμόταν τα τελευταία λόγια τους λίγο πριν μπουν στη λιμουζίνα όπου εξαντλημένη έπεσε στην αγκαλιά του.

«Μην ανησυχείς, θα σε πάω σπίτι ασφαλή, ελπίζω να πέρασες καλά»




«Την ιστορία την σκεπτόμουν χτες το βράδυ. Μπορεί να σου θυμίζει κάτι γνωστό, κάπου να την έχεις ξανακούσει. Είναι γιατί δεν είναι ολότελα φτιαγμένη από εμένα. Είναι πολλές ιστορίες μαζί που με αγγίζουν χρόνια τώρα. Όλες μαζί σε μια με αρκετές δικές μου πινελιές. Σκέφτηκα ότι πρέπει να το ξέρεις» useme

Τρίτη 7 Νοεμβρίου 2006

Χαρτάκι

Δεν είναι ζωή αυτό πια… περισσότερο υποκρισία κατάντησε.. κάναμε τα πάντα μάθαμε πολλά και τώρα παίζουμε. Ποιος θα κάνει κάτι διαφορετικό ποιος θα μου δώσει κάτι διαφορετικό. Μάλλον κανένας… Μήπως όλα αυτά δεν είναι τόσο διαφορετικά τελικά? Μήπως είναι απλά τόσο κοινότυπα που δε θέλει κανείς πια να τα ζήσει? Τα ζητάς τα θες αλλά δε τα βρίσκεις.. μια αγκαλιά μια ζεστασιά κάτι.

Ένα σωρό σκέψεις ξεχείλιζαν από μέσα της. Άκουγε και αυτόν τον βλάκα να της μιλάει και έκανε πως γέλαγε για να μη τον προσβάλλει. Άλλη μια απόρριψη άλλος ένας χαζός που νόμιζε ότι κάτι διαφορετικό είχε. Και πόσο τον ήξερε? Μονό μερικές συζητήσεις από τηλέφωνο κανά μαιλ και ιστορίες για άγριους.

Έβλεπε το ποτήρι της συνεχώς να αδειάζει, ζήταγε λίγο ακόμα. Κόκκινο άσπρο ροζέ ότι να ναι. Δε την ενδιέφερε. Οι σκέψεις την κυρίευαν…. Άλλωστε το περίμενε, της την έπεφτε, είχε και αυτή λίγες ορέξεις, γιατί όχι? Τι καλύτερο? Πράγματα που κάποιες φορές τα σκεφτότανε και απορούσε πως τα έκανε. Δε μετάνιωνε απλά
Την έβαζαν σε σκέψεις όχι καλές.

Ξάφνου η συζήτηση σταμάτησε…δε τις μίλαγε πια την κοίταγε μόνο. Σκέφτηκε πως κάτι δεν πάει καλά πάνω της. Είναι αυτό το συναίσθημα του τι συμβαίνει? Σκέφτηκε δε θα είναι κάτι απλά δε θα έχει τίποτα άλλο να πει ο χαζός… άσε που ένιωθε τελείως λιώμα για να πει κάτι…

Άνοιξε τα μάτια της, γνωστό το μέρος. Σπίτι τις ακόμα πολύ ζαλισμένη μόλις είχε συνέρθει ελάχιστα… αναρωτιόταν τι είχε συμβεί. Της εξήγησε ότι λιποθύμησε και την έφερε σπίτι. Σύντομα κατάλαβε ότι ήταν γυμνή κάτω απόρριψη το σκέπασμα. Αυτός διπλά της να την προσέχει. Δεν ήξερε γιατί αλλά ένιωθε μια ασφάλεια γύρω του. Εκείνος της χάιδευε τα μαλλιά σα να την ήξερε χρόνια. Τώρα πια δε μίλαγε απλά της χάιδευε την περιποιόταν. Ανασηκώθηκε λιγάκι, αν και ζαλισμένη ακόμα, τον κοίταξε έντονα, ένιωθε να ερεθίζετε από το απαλό του χάδι. Τον φίλησε. Έκανε λίγο πίσω τον ξανακοίταξε… «χαχα… αυτό θέλετε όλοι, με ένα κλείσιμο του ματιού ένα κάτι ένα φίλησε και πέφτετε χαχαχαχα» Έπεσε στο κρεβάτι της γελώντας…. Την αγριοκοίταξε με ανάμεικτα συναισθήματα. Θυμωμένος αλλά και τη λυπόταν… χωρίς να πει τίποτα, σηκώθηκε να φύγει. «Που πας; Σε θίξαμε και πας να φύγεις;» Δε γύρισε καν να την κοιτάξει σα να μην υπήρχε πια, την είχε απλά διαγράψει άλλωστε έκανε ότι έπρεπε να κάνει.

Έβαλε το σακάκι του και έκανε να φύγει… εκείνη σηκώθηκε γυμνή «κοταααα κοτούλα… χαχαχαχα». Στάθηκε λίγο… Τα λόγια της συνέχισαν έγιναν προσβολές. Γύρισε απότομα την κοίταξε άγρια, την χαστούκισε με δύναμη τόσο που έπεσε στο κρεβάτι. Έπεσε γελώντας. «Τι θα γίνει θα μιλήσεις ρε?» η σιωπή του την πέθαινε. Ήθελε να τον κάνει να παίξει το παιχνίδι της αλλά συνεχώς έχανε. Μόνο με προκλήσεις τον γύρναγε λίγο πίσω. «Νόμιζες ότι θα γαμίσεις σήμερα ε??? χχαχαχαχαχα» Γύρισε… την κοίταξε.. κινήθηκε απότομα προς το μέρος της. Καθόταν στην άκρη του κρεβατιού και τον κοίταγε. Άνοιξε το παντελόνι του έβγαλε το πέος του και της το βαλε με δύναμη στο στόμα. Έκπληκτη από την κίνηση του δεν ήξερε τη να κάνει, η μέθη της και η έκπληξη της δε την άφησαν να αντισταθεί. Έπιασε το κεφάλι της με το χέρι του και άρχισε να τη γάμοι στ στόμα. Πνιγότανε κάπως αλλά της άρεσε… δεν είχε πια το πάνω χέρι. Την τράβηξε και χαστουκίζοντας τη την πέταξε στο κρεβάτι. Την έπιασε από τη μέση και την γύρισε, την τράβηξε κοντά στο πέος του, χωρίς να την προετοιμάσει καθόλου μπήκε απότομα μέσα της. Πόνεσε, αλλά της άρεσε, όσο πιο βαθιά έμπαινε τόσο της άρεσε. Πόναγε και καύλωνε. Γέμιζε το μουνι της υγρά. Την κράταγε από τη μέση και λυσσομανούσε πάνω στο κορμί της που τρανταζόταν από τη δύναμη του. Την κτύπαγε στο κωλο με δύναμη, τόσο που είχε κατακοκκινίσει… Αυτός ο έντονος γλυκός πόνος την έκανε να θέλει να χύσει… δε πρόλαβε. Την έκοψε βγαίνοντας… Δε κατάλαβε τι είχε σκοπό να κάνει μέχρι που ένιωσε απότομα πάλι το πέος του στη πίσω της τρύπα… Σε άλλη περίπτωση θα είχε φωνάξει θα είχε ξενερώσει αλλά τώρα δε κρατιόταν, Μια κοφτή κραυγή βγήκε από μέσα της καθώς με δύναμη μπήκε ξανακοίταξε μέσα της από πίσω. Δεν ένιωθε παρά πολλά αλλά η αίσθηση ήταν μοναδική για εκείνη. Ένιωσε το χέρι του να πιάνει τη κλειτορίδα της και να την τρίβει με μανία…με το άλλο του χέρι έπιασε το μακρύ μαλλί της και το τράβηξε με δύναμη… Ένιωθε το πέος του να μπαίνει τόσο μέσα της που ήθελε να χύσει μόνο και στην ιδέα. Δεν άντεχε άλλο, Έτριβε τη κλειτορίδα της μαζί του. Έχωνε τα δάχτυλα της στο κόλπο της. Άρχισε να χύνει. Υγρά εκτοξεύονταν από το μουνι της, καυτά. Έχυνε και το απολάμβανε.

Σχεδόν σωριάστηκε στο τελείωμα της. Ήθελε να κλείσει τα μάτια της. Ένιωσε τα χέρια του να την αρπάζουν και να τη γυρνάνε. Την έσυρε στην άκρη του κρεβατιού και της έχωσε το πέος του ξανακοίταξε. Την είχε γυρισμένη τώρα με τα πόδια της ψιλά… Πήγε να ψελλίσει μια άρνηση αλλά το χέρι του στο λαιμό της την σταμάτησε. Δεν ήξερε τη ήταν αυτό που της συνέβαινε. Αλλόκοτο εντελώς. Μπορούσε να φωνάξει ότι την βίαζαν, αλλά δεν ήθελε, τον ήθελε όλο και πιο πολύ. Ένιωθε η ερωτική του σκλάβα.. έτοιμη να εκπληρώσει κάθε του επιθυμία…καύλωνε συνέχεια… Ένιωθε τα χέρια του στο στήθος της να την πονάνε. Άνοιξε τα πόδια της και έπεσε σχεδόν πάνω της. Την δάγκωνε με δύναμη σαν να την έτρωγε πραγματικά. Τον αγκάλιασε. Άκουγε καθαρά τη βαριά αναπνοή του διπλά της. Τον άκουγε να αγκομαχεί τόσο που ερεθιζόταν συνέχεια. Ήθελε συνεχώς πιο πολύ. Τράβηξε τα μαλλιά της με δύναμη και μπήκε κι άλλο πιο βαθιά της έτσι όπως ήξερε να κάνει καλά. Μέσα από τα σωθικά της μια φωνή πόνου και ηδονής έφυγε δυνατά. Ένιωθε πάλι να τελειώνει. Ο οργασμός της την έφερνε σιγά σιγά σε ένα νέο παραλήρημα… Σφίχτηκε πάνω του, τόσο δυνατά που τα νύχια της μπήκαν βαθιά στη πλάτη του. Παρά τον πόνος που ένιωσε από τα νύχια της ερεθίστηκε κι άλλο δυνάμωσε τον ρυθμό του. Ήξερε πως θα την χύσει σε λίγο. Ο οργασμός της διαρκούσε, η μέθη της τον έκανε ακόμα πιο μεγάλο, πιο γλυκός πιο έντονος… σαν ένα όνειρο που έφτανε στο ανακουφιστικό του τέλος. Η φωνή της δυνατή και βαριά, το σώμα της σε συνεχής σπασμούς, ένα απότομος μεγάλος σπασμός και ηρεμία στο σώμα της, σωριάστηκε στην Άκρη του κρεβατιού. Όμως δεν είχαν τελειώσει, έμενε εκείνος. Μέσα της το ήξερε αλλά δε μπορούσε να κάνει τίποτα. Την έπιασε και την γύρισε με το κεφάλι στην άκρη του κρεβατιού… η στάση ιδανική. Την πηρέ από το στόμα.. δεν άργησε πολύ. εκείνη ένιωθε να πνίγετε τα δάκρυα από το πνιγμό χαλούσαν τον μακιγιάζ της, λερώθηκε. Ένιωθε τα χύσια του λιγάκι να μπαίνουν μέσα της και αλλά να τρέχουν στο πρόσωπο της. Δε μπορούσε να κάνει τίποτα. Στεκότανε εκεί ακίνητη. Δεν ήξερε πια αν το απολάμβανε η όχι. Ένιωθε μόνο να της αρέσει. Και αυτό της φαινόταν τόσο παράξενο. Δε το είχε ξαναζήσει…

Το φως του μεσημεριανού ήλιου την ξύπνησε. Κατάλαβε ότι είναι μόνη της. Στο τέλος όλοι φεύγουν σκέφτηκε… Γύρισε και είδε ένα χαρτάκι. Μάλλον το τηλέφωνο του… Το σκίσε και το πέταξε χωρίς να το δει.

Χαρτάκι: «Σε δυο ώρες επιστρέφω»

Τετάρτη 1 Νοεμβρίου 2006

Πρώτο Πρόσωπο

Καμία φορά τα πράγματα έρχονται περίεργα στη ζωή μας έτσι όπως ίσως να μη τα περιμένουμε! έτσι και θύμωσα μαζί σου για κάτι ίσως και ασήμαντο. Αρκετό όμως να ζηλέψω να ανάψω.

Βρεθήκαμε στο γνωστό μέρος. Δε σε αφήνω να μιλήσεις. Δε σε αφήνω να κάνεις πολλά. Σχεδόν τίποτα. Το παιχνίδι το χάνεις. Δε είναι σήμερα επί ίσοι όροι. Σε σπρώχνω και πέφτεις στο κρεβάτι. Αποκαλύπτω απότομα το στήθος σου. Βγάζω βιαία Σχεδόν τα ρούχα σου. Γουστάρω το στήθος σου. Αλλά το πάθος με κυριεύει. Με έχει συνεπάρει. Στο δαγκώνω. δαγκώνω το λαιμό σου τα αυτιά σου το κορμί σου. Βγάζω και τα υπόλοιπα ρούχα σου. Πάλι απότομα…

Δε περιμένω. Βουτάω στο κόλπο σου τα δάχτυλα μου. Πρώτα ένα και μετά δυο. Σε νιώθω υγρή. νιώθω ότι πονάς Αλλά σου αρέσει. νιώθω ότι ανοίγεις γρήγορα. Τρίβω με την παλάμη μου την κλειτορίδα σου όπως ξέρω ότι σου αρέσει. ίσως και λίγο πιο βιαία, ενώ το στόμα μου τρώει το υπόλοιπο κορμί σου.

Γδύνομαι, κάθομαι γονατιστός. Σε βάζω στα 4 και σε μπαίνω στο στόμα σου. Πιέζω να πάει πιο βαθιά. Μπορεί να μη σου αρέσει Μπορεί και να σου αρέσει. Δε με νοιάζει. Χώνω δυο δάχτυλα στο κόλπο σου πάλι και ένα σε χαϊδεύει από πίσω. Έχω καυλώσει πολύ. νιώθω ότι το ίδιο έχεις πάθει. Σε σταματάω. Το βλέμμα σου πρόστυχο μα και φοβισμένο. Σε γυρνάω και μπαίνω μέσα σου απότομα… Δε το περίμενες τόσο απότομο. Γονατιστή σε παίρνω από πίσω. Σου κρατώ τα χέρια να μη στηρίζεσαι και μπαίνω μέσα σου βαθιά. Αγριεύω την κίνηση μου. Σαλιαρίζω του γλουτούς σου γιατί είναι όμορφοι και θέλω να σε πονέσω. πονάς σε ακούω. Κοντεύω.. Σε ακούω σε νιώθω να τελειώνεις. Μια κραυγή βγαίνει από μέσα σου βαθιά δυνατή… Σύντομα τελειώνω και γω μέσα σου. Σε Πιέζω σε χτυπάω καυλώνω.. χύνω.

Πας να γελάσεις καθώς ξαπλώνεις στην αγκαλιά μου. Να πεις κάτι. Δε σε αφήνω. Όχι δε θα πει κουβέντα. Ναι είναι σκοτεινά δεν άναψα τα Φώτα δε με βλέπεις καθαρά. Δε πειράζει. Ξεκουραζόμαστε. Σε φιλάω. Δε μιλάμε ακόμα… αρχίζουμε ξανά τα χάδια τα παιχνίδια ήρεμα χωρίς λόγια χωρίς τίποτα. Βλέπω ένα φόβο στα μάτια σου. Ανεβαίνω πάνω σου. Πιάνω το χέρι σου και βάζω τα δάχτυλα σου στο κόλπο σου. Δε νιώθεις άνετα αλλά αυτό θέλω. Μπαίνω και γω μέσα σου. Τραβάς τα δάχτυλα σου. Το παιχνίδι τώρα αλλάζει λίγο. Μια είμαι άγριος μια ήρεμος κάπου σταματάω και κάπου αρχίζω. Γρήγορα αργά σταθερά απότομα. Σύντομα νιώθω το κορμί σου να τραντάζετε… σπασμοί. Δυναμώνω… πιο δυνατά πιο δυνατά. Πονάς βάζεις τα νύχια σου στη πλάτη μου. Μου αρέσει καυλώνω πιο πολύ. Τελειώνεις… Συνεχίζω δε σταματάω. Σιγά Σιγά να ανάψεις πάλι ήρεμα μέσα έξω χαλαρά με παύσεις. ακόμα μια φορά ακόμα πιο πολύ τώρα πιο αγρία πιο δυνατά πιο έντονα πιο Γρήγορα. Γρήγορος έντονος δυνατός ο οργασμός σου… πάλι δε σταματάω.. μένω τώρα μέσα σου. Λίγα λεπτά έτσι. Ανοίγεις τα μάτια σου με κοιτάς ενόντα με σπρώχνεις… ανεβαίνεις από πάνω μου. Κουνάς αργά σταθερά τη λεκάνη σου. Ερεθίζομαι. Ανάβω. Με ανάβεις με ζαλίζεις. Η κινήσεις σου πονηρές μοναδικές. Δε σε έχω νιώσει έτσι ξανά. Σταματάς αρχίζεις.. έχεις κουραστεί αλλά θες κι άλλο. Αντέχουμε ακόμα… Τελειώνεις πάλι… τώρα φτάνω και γω.. είναι έντονο είναι δυνατό., μεθυστικό. Τελειώνουμε σχεδόν ταυτόχρονα.

Ακουμπάς στο στήθος μου με τα χέρι σου ενώ είμαι ακόμα μέσα σου. Γέρνει το κεφάλι σου στον ωμό σου. Ξεκουράζεις το κορμί σου.. τα νεύρα φύγανε.. μια γαλήνη….